Την πρώτη μέρα
ξεχυθήκαμε στο εξαίσιο μένος
της ασυγκράτητης ορμής
νέοι, ανίκητα δοσμένοι
στους ωραίους του έρωτα
δροσερούς κόλπους
για τίποτα άλλο ζώντας
παρά για το έλα τώρα
πάρε και νίκησέ με
σμίλεψε το σώμα
με το γλυκό κάτω χείλος
απαλείφοντας
κάθε ανούσιο τίποτα
που θορυβεί ακατάπαυστα
στο έλεος της κάθε
μέρας που περνά
και λησμονιέται
τη δεύτερη μέρα
με μια φροντίδα
να πιάσουμε γρήγορα
τις ανάσες που
αφήσαμε πίσω
να λικνιστούμε
κατά το νότο κοιτάζοντας
με το νοτισμένο σύννεφο
μόλις να διακρίνεται
στεφανώνοντας τις ώρες
στην ακτή
που τα μαλλιά ξέμπλεκα
θα ισιώνεις
με το χτενάκι
θα σε κρατώ από τη μέση
και θα ζηλεύουμε όσους
πληρώνοντας κάθε σκοπό
και με τις πολλές έγνοιες
σκορπισμένες
στα περασμένα
απλώνουν το βλέμμα
μήτε κι ίδιοι νιώθοντας
τι είναι αυτό που γαληνεύει
η θάλασσα ή η ψυχή
που καταπλέει με τα πανιά κατεβασμένα
\την τρίτη μέρα
άνεμος δυτικός
επίμονα ωθώντας
στο αντίθετο ρεύμα
επικίνδυνα περάσματα
στα πιο επίβουλα ξόρκια
γόνατά μου
που παραδέρνετε
έρμαιο του αχινού
και του ανήσυχου κύματος
οι δύο γλάροι
με ακολουθήσανε
αφήσανε τη βίγλα τους
νομίζω πως
ετοιμάζουν μια μελλοντική
αναχώρηση
περιμένοντας την ώρα που
το βραδινό καράβι
θ' ανάψει ένα ένα
τα νυσταγμένα φώτα του
φλυαρώντας στα ξάρτια
θα περιπολούν
τη μοναξιά του
τελευταίου ταξιδιώτη
που αναχωρεί
έχοντας στο στόμα
τη γεύση ακόμα
του φιλιού
που λες και δόθηκε
πάνω από έναν γκρεμό
ζυγίζοντας κάθε στιγμή
το βήμα και το σώμα
άλλοτε ν' αφήνεται
παρασέρνεται σαν νεροσυρμή
σαρώνοντας όλα: διαθέσεις, μη και μη, ένας σωρός οδοφράγματα αποκλείουν το δρόμοπροςτηνπλήρωσητηςεπιθυμίας
και είναι τόσα λίγα
αυτά που ζήτησες
είναι τόσα πολλά
αυτά που δεν πήρες
αντέχοντας στην κάθε
ξαφνική αλλαγή του καιρού
η τρίτη μέρα
επιστροφή
όλα γυρίζοντας
μια στροφή προς τα πίσω
με τον ήλιο
να μη ζεσταίνει
το σώμα ντύνεται
τις δοκιμασμένες αντιφάσεις του
θα βγεις, θα κουραστείς
δεν θα κουραστείς
θα τρέξεις κι όμως
τα πόδια θα είναι καρφωμένα
στο ξερό πεδίο
τα χείλη παγωμένα
το νερό δεν ξεδιψά
την τρίτη μέρα
μ' ένα παλιό εισιτήριο
στην τσέπη
ήδη ακυρωμένο
από την πρώτη στιγμή
σαν ένας θάνατος
που γλιστρά εκούσια κι απαίσια
πίσω από τα πιο γλυκά χαμόγελα
ή δυο σφριγηλά στήθη
ο απαίσιος ήχος του χρόνου
που σέρνεται
θα καθαρίσω καλά
όλο το πάτωμα
να μην ακούω πώς κρώζουν
οι ατέλειωτες ξερές ώρες
και θα βυθιστώ
στην ύαινα άμυνα
της ύπουλης συνήθειας
ίσως γι' αυτό
να επιμένω πάντα
ν' αφήνεις κάτι πίσω
κάτι απτό
να μπορώ να ματώνω
στα γυμνά μου σκέλια
με το σάλιο
και την αναπνοή
να προσπαθώ
να σε δημιουργώ
γυρίζει ξανά ο κύκλος
κι έρχεται ήδη
στο επόμενο δρομολόγιο
μια ξαναγενημμένη
ολόδροση προσδοκία
ξεχυθήκαμε στο εξαίσιο μένος
της ασυγκράτητης ορμής
νέοι, ανίκητα δοσμένοι
στους ωραίους του έρωτα
δροσερούς κόλπους
για τίποτα άλλο ζώντας
παρά για το έλα τώρα
πάρε και νίκησέ με
σμίλεψε το σώμα
με το γλυκό κάτω χείλος
απαλείφοντας
κάθε ανούσιο τίποτα
που θορυβεί ακατάπαυστα
στο έλεος της κάθε
μέρας που περνά
και λησμονιέται
τη δεύτερη μέρα
με μια φροντίδα
να πιάσουμε γρήγορα
τις ανάσες που
αφήσαμε πίσω
να λικνιστούμε
κατά το νότο κοιτάζοντας
με το νοτισμένο σύννεφο
μόλις να διακρίνεται
στεφανώνοντας τις ώρες
στην ακτή
που τα μαλλιά ξέμπλεκα
θα ισιώνεις
με το χτενάκι
θα σε κρατώ από τη μέση
και θα ζηλεύουμε όσους
πληρώνοντας κάθε σκοπό
και με τις πολλές έγνοιες
σκορπισμένες
στα περασμένα
απλώνουν το βλέμμα
μήτε κι ίδιοι νιώθοντας
τι είναι αυτό που γαληνεύει
η θάλασσα ή η ψυχή
που καταπλέει με τα πανιά κατεβασμένα
\την τρίτη μέρα
άνεμος δυτικός
επίμονα ωθώντας
στο αντίθετο ρεύμα
επικίνδυνα περάσματα
στα πιο επίβουλα ξόρκια
γόνατά μου
που παραδέρνετε
έρμαιο του αχινού
και του ανήσυχου κύματος
οι δύο γλάροι
με ακολουθήσανε
αφήσανε τη βίγλα τους
νομίζω πως
ετοιμάζουν μια μελλοντική
αναχώρηση
περιμένοντας την ώρα που
το βραδινό καράβι
θ' ανάψει ένα ένα
τα νυσταγμένα φώτα του
φλυαρώντας στα ξάρτια
θα περιπολούν
τη μοναξιά του
τελευταίου ταξιδιώτη
που αναχωρεί
έχοντας στο στόμα
τη γεύση ακόμα
του φιλιού
που λες και δόθηκε
πάνω από έναν γκρεμό
ζυγίζοντας κάθε στιγμή
το βήμα και το σώμα
άλλοτε ν' αφήνεται
παρασέρνεται σαν νεροσυρμή
σαρώνοντας όλα: διαθέσεις, μη και μη, ένας σωρός οδοφράγματα αποκλείουν το δρόμοπροςτηνπλήρωσητηςεπιθυμίας
και είναι τόσα λίγα
αυτά που ζήτησες
είναι τόσα πολλά
αυτά που δεν πήρες
αντέχοντας στην κάθε
ξαφνική αλλαγή του καιρού
η τρίτη μέρα
επιστροφή
όλα γυρίζοντας
μια στροφή προς τα πίσω
με τον ήλιο
να μη ζεσταίνει
το σώμα ντύνεται
τις δοκιμασμένες αντιφάσεις του
θα βγεις, θα κουραστείς
δεν θα κουραστείς
θα τρέξεις κι όμως
τα πόδια θα είναι καρφωμένα
στο ξερό πεδίο
τα χείλη παγωμένα
το νερό δεν ξεδιψά
την τρίτη μέρα
μ' ένα παλιό εισιτήριο
στην τσέπη
ήδη ακυρωμένο
από την πρώτη στιγμή
σαν ένας θάνατος
που γλιστρά εκούσια κι απαίσια
πίσω από τα πιο γλυκά χαμόγελα
ή δυο σφριγηλά στήθη
ο απαίσιος ήχος του χρόνου
που σέρνεται
θα καθαρίσω καλά
όλο το πάτωμα
να μην ακούω πώς κρώζουν
οι ατέλειωτες ξερές ώρες
και θα βυθιστώ
στην ύαινα άμυνα
της ύπουλης συνήθειας
ίσως γι' αυτό
να επιμένω πάντα
ν' αφήνεις κάτι πίσω
κάτι απτό
να μπορώ να ματώνω
στα γυμνά μου σκέλια
με το σάλιο
και την αναπνοή
να προσπαθώ
να σε δημιουργώ
γυρίζει ξανά ο κύκλος
κι έρχεται ήδη
στο επόμενο δρομολόγιο
μια ξαναγενημμένη
ολόδροση προσδοκία
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου