Έλα να πετάξουμε
πάνω απ' τους τελευταίους αστερίες
στις ήρεμες λίμνες
δαχτυλίδια να σου φορώ
ένα περιδέραιο από κοχύλια
χωρίς τη σφραγίδα αλλοτινού καιρού
μόνο στάσου
που θα τα βρω εγώ
όλα αυτά
που ξέρω ένα γύρο αγυρτείες
και σκοτεινά μουρμουρητά
θέλουν δάχτυλα λεπτά
μαγγανείες όμορφες
και ιστορίες καλά ειπωμένες
εγώ μπορεί
να θέλω να σου φιλήσω
και το μικρό σου δαχτυλάκι
και πάλι να σε τρυπήσω
σαν αχινός
που δε γνωρίζει το άγγιγμα
γιατί φοβάται και το χάδι
και μόνο ξέρει να πληγώνει
ανόητα κεντώντας
αδιάφορα αν ο πόνος είναι άξια
ή άδικα δοσμένος
εγώ που
το μόνο που θέλω
να περιφέρω τ αδέσποτα μάτια μου
μέσα στην αυλή σου
να τριγυρνώ στα πόδια σου
σαν αγρίμι ημερωμένο
μερικές φορές
φοβάμαι πως
δεν προφταίνω
άλλες πως
έρχομαι πια
πολύ αργά
κι άλλοτε
αλλάζω χρώματα
και κουβεντιάζω με το σύννεφο
κι ο κόσμος ένα συναπάντημα γιορτής
αγαπώ ως και τον τελευταίο
που αφήνω να με προσπερνά καθώς
βιασύνη καμία
όλα στην ώρα τους
όλα με σένα
κι εδώ κι αλλού
με την ενέργεια που
εξαπλώνεται στον ορίζοντα
της μικρής μου ύπαρξης
άλλοτε
κονταίνουνε ξαφνικά
οι μέρες και οι ώρες
δεν αντέχεται η ύπαρξη
παρά μόνον
στο γλιστερό βύθισμα
του ύπνου
ενώ ξυπνώντας
όλα στέκουν
ακίνητα νερά
άνθρωποι ανυπόφοροι
πόσο σου μοιάζω
πόσο δεν είμαι πουθενά
πώς μένω χωρίς έρμα
πώς γίνομαι του ασύμφορου
το όρισμα
πώς με κατέχεις
εντός κι εκτός
κι όλα εντέλει
γίνονται κατάλυση
σ' ένα και μόνο
ένα σου άγγιγμα
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου