Πάνω απ' την κόψη του γκρεμού παρατηρώ το είδωλο σκύβω επάνω στο νερό και περιμένω να σε δω και περιμένω αυτό το σκοτάδι δεν το έφερα από μέσα μου δεν άναψα κεριά ούτε τράβηξα τις κουρτίνες καθόμουν κι άκουγα βουβός το κύμα να σκάει μακριά η κάθε νότα έσκαβε μέσα μου βαθιά έτσι σε πεθύμησα όσο ποτέ έτσι σε πόνεσα γράφοντας με τα χέρια χαράσσοντας τα δικά σου εμβλήματα άραγε πότε θ' αγαπήσουμε πάλι τη θάλασσα στο κρύο παρατηρώντας τα σύννεφα ερμητικά να κλείνουν τον ορίζοντα κι όμως κάπου πέρα να, χαράζει πάλι πάλι ακολουθώ το υδάτινο μονοπάτι σου τα υγρά σου φιλιά τυλίγοντας με την αλμύρα των άλλων ημερών καθόμουν κι άκουγα με τα μάτια ανοιχτά ταξίδευα κι είδα πρωινά με αστροφεγγιά στο έρημο ακρογιάλι όπως τότε που μέναμε πιο πίσω προσπερνώντας την επόμενη μέρα διαγράφοντας ένα άλλο μέλλον μένουμε οι άνθρωποι ξαφνικά με τις χούφτες άδειες χαράζοντας στην άμμο υγρή κατάφαση άπειρες φορές δώσε μου αυτή τη χάρη να σε αναζητήσω πάλι ...
Ό,τι πασχίζω ν' αποδώσω σπαράγματα μόνο να σώσω...