Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Αύγουστος, 2016

Εγώ είμαι πάλι

Πάνω απ' την κόψη του γκρεμού παρατηρώ το είδωλο σκύβω επάνω στο νερό και περιμένω να σε δω και περιμένω αυτό το σκοτάδι δεν το έφερα από μέσα μου δεν άναψα κεριά ούτε τράβηξα τις κουρτίνες καθόμουν κι άκουγα βουβός το κύμα να σκάει μακριά η κάθε νότα έσκαβε μέσα μου βαθιά έτσι σε πεθύμησα όσο ποτέ έτσι σε πόνεσα γράφοντας με τα χέρια χαράσσοντας τα δικά σου εμβλήματα άραγε πότε θ' αγαπήσουμε πάλι τη θάλασσα στο κρύο παρατηρώντας τα σύννεφα ερμητικά να κλείνουν τον ορίζοντα κι όμως κάπου πέρα να, χαράζει πάλι πάλι ακολουθώ το υδάτινο μονοπάτι σου τα υγρά σου φιλιά τυλίγοντας με την αλμύρα των άλλων ημερών καθόμουν κι άκουγα με τα μάτια ανοιχτά ταξίδευα κι είδα πρωινά με αστροφεγγιά στο έρημο ακρογιάλι όπως τότε που μέναμε πιο πίσω προσπερνώντας την επόμενη μέρα διαγράφοντας ένα άλλο μέλλον μένουμε οι άνθρωποι ξαφνικά με τις χούφτες άδειες χαράζοντας στην άμμο υγρή κατάφαση άπειρες φορές δώσε μου αυτή τη χάρη να σε αναζητήσω πάλι ...

Πέρασε η μέρα

Σαν τους χαμένους θησαυρούς τους ναυαγούς τους ξεχασμένους  θα χτίζω στην άμμο τις σπηλιές με τους σκοπούς ερωτευμένους κορίτσια κοιμούνται στο βυθό ακολουθώ  σαν μαγεμένος και κλείνω την κάθε σου ηχώ πού να σταθώ είμαι χαμένος ώσπου τη σκόνη σου εδώ πάνω σ' αυτό  το σώμα να απλώσεις ν' ανοίξεις τα γκρίζα σου φτερά σαν αγκαλιά και να ξαπλώσεις χειμώνας  κι ο ήλιος ο ζεστός θα είν' αυτός που έχω κρυμμένο μαζί με την κάθε σου ηχώ που ακολουθώ και περιμένω βραδιάζει και τ άλλο μου μισό είναι εδώ  και μ' αγκαλιάζει γυμνός και τυφλός ακολουθώ ακροβατώ και με φωνάζει να έχω κρυμμένο θησαυρό που θα τον βρω κοντά σου τώρα πέρασε η μέρα στη σιωπή μια Κυριακή θυμάμαι τώρα όπως οι άλλες Κυριακές σκόρπιες φωνές και  ξεχασμένες τόσο οι μεγάλες μας στιγμές μα κι οι μικρές οι λατρεμένες κορίτσια που καίγονται στο φως ποιος είναι αυτός που θα σας νιώσει σαν φεύγετ' απόγευμα ζεστό τ...

Καταλύομαι

Έλα να πετάξουμε πάνω απ' τους τελευταίους αστερίες στις ήρεμες λίμνες  δαχτυλίδια να σου φορώ ένα περιδέραιο από κοχύλια χωρίς τη σφραγίδα αλλοτινού καιρού μόνο στάσου που θα τα βρω εγώ  όλα αυτά που ξέρω ένα γύρο αγυρτείες και σκοτεινά μουρμουρητά θέλουν δάχτυλα λεπτά  μαγγανείες όμορφες και ιστορίες καλά ειπωμένες εγώ μπορεί να θέλω να σου φιλήσω και το μικρό σου δαχτυλάκι και πάλι να σε τρυπήσω σαν αχινός που δε γνωρίζει το άγγιγμα γιατί φοβάται και το χάδι και μόνο ξέρει να πληγώνει ανόητα κεντώντας  αδιάφορα αν ο πόνος είναι άξια ή άδικα δοσμένος εγώ που το μόνο που θέλω να περιφέρω τ αδέσποτα μάτια μου μέσα στην αυλή σου να τριγυρνώ στα πόδια σου σαν αγρίμι ημερωμένο  μερικές φορές φοβάμαι πως δεν προφταίνω άλλες πως  έρχομαι πια   πολύ αργά κι άλλοτε  αλλάζω χρώματα και κουβεντιάζω με το σύννεφο κι ο κόσμος ένα συναπάντημα γιορτής αγαπώ ως και τον τελευταίο ...

Πού

Δεν θα τρέξω κουνώντας το μαντήλι άσε τα τελευταία δάκρυα να εξακτινώνονται στον αέρα θολώνοντας τον ορίζοντα τα μάτια σου σκεπάζονται μια λεπτή  μεμβράνη  διάφανη και αδιαπέραστη το στήθος μου  έχει στομώσει και δεν μπορώ να εκραγώ παρά μόνο ανοίγοντας  ένα σκοτεινό πηγάδι προς τα μέσα κατεβαίνοντας με προσοχή ανάμεσα σε γλιστερές ασύμμετρες σκέψεις\ το κρεβάτι βυθίζεται  πνίγομαι μέσα στα σεντόνια της μνήμης το πεδίο της όσφρησης στέλνει τεθλασμένα σήματα αγήματα τυφλών μου παραστέκονται αφέθηκα ολότελα στα χέρια σου πόνεσα  και γεύτηκα ηδονικά τον ίδιο μου τον πόνο πήγα να ξεπλυθώ απ' το κρεσέντο βρέθηκα στα σκοινιά την αυγή όλο΄και με ρουφούσε το πρώτο ζεστό φως άφησα το σπίτι ' ένα χαμό δεν τόλμησα να γυρίσω στο κρεβάτι αν με τρυπούσες ορκίζομαι δενθααναγνώριζατιείναιπόνος πού είναι τα χείλη και τα  υγρά καλωσόρισες πού είναι τα άπειρα βαθιάειπωμένααγάπημου πού είν...

Γυρίζουνε

Όλοι γυρίσανε όλοι είναι εδώ δεν σας θέλω δεν σας κάλεσα φύγετε ν' ανοίξει μια μαύρη τρύπα να σας καταπιεί όλους φέρτε μου πίσω τις μέρες διώξε τους όλους αγάπη μου πώς να είμαι εδώ όταν γυρίζουν όλοι εγώ να πρέπει να μάθω να σε χαιρετώ απ' το ανοιχτό παράθυρο βλέπεις σωστά το είδες μετά το πέρας της μουσικής έψαχνες το δρόμο της επιστροφής πώς να επιστρέψεις εκεί που δεν θέλεις ανοησίες μπορείς κράτα εδώ θα σε οδηγήσω μα δεν θέλω να πάω εκεί θέλω να μείνεις κι όμως τώρα το νιώθω καθαρά πόσο καμιά φορά ασυλλόγιστα ξοδεύουμε το ελάχιστο τώρα που κρατάς το χέρι μου μη μου λες τίποτα δεν θα πω δεν χρειάζεται κοιτάζοντάς σε τα έμαθα όλα και τώρα συλλαβίζω τα βραχνά μου επιφωνήματα σαν το σκύλο που αλυχτά μάταια την παγωμένη πανσέληνο

Νερό

Θα σε βρίσκω πάντοτε στο μυχό του κόλπου όπου ανοίγουν απότομα τα βάραθρα χάσκουνε τα στόματα των παλιών σπηλαίων η οσμή μου  ποτίζει τον περιορισμένο κόσμο μου πενήντα τετραγωνικά ελπίδες αμφιβολίες ανοιχτά χείλη και αναστεναγμοί ιδρωμένοι με το παράθυρο γυρτό ένας γλυκός πυρετός έρχεται και με συνεπαίρνει σταδιακά βυθίζω  βουτάω ολόκληρη την καρδιά μου έναν παλλόμενο έφηβο με σφιχτά μέλη και μια άρνηση για το σύνηθες μια λίμνη από εκούσια  παραληρήματα  με διακατέχει κρατώ μια στιγμή κόβω μια χαρακιά στον χρόνο και μέσα από τη  σκοτεινή χαραμάδα σε βλέπω  ολόγιομη να ταξιδεύειες επάνω μου με τα μάτια κλειστά θεϊκό προσκύνημα φλογερή προσευχή σε ασπάζομαι σύγκαυλος και δέομαι τη δέησή σου πονηρά απονήρευτα αναδεύοντας το βυθό σκοπώντας  σαν ραβδοσκόπος ώσπου  να αναβλύσει το θεσπέσιο νερό της πηγής σου

Ήσυχος άνθρωπος

Ο ήσυχος άνθρωπος είναι μέσα βαθιά πιο ανήσυχος απ' τον καθένα ωστόσο τέρπεται με πράγματα απλά πετά μια σαΐτα στον αέρα χαμογελά με τα σύννεφα και τα πουλιά ρίχνει μια χούφτα νερό στο πρόσωπο κι ευαρεστείται να περπατά κρατώντας το χέρι ένα μικρό κύκλο να, που είναι όπως η ζωή αφετηρία με ανηφόρες σκαλιά έπειτα μια μεγάλη ευθεία ξανά ανηφόρες και  κατηφόρες απότομες και κει κατά το απόβραδο που τα φώτα ανάβουνε τεμπέλικα αχνά όταν οι επιβάτες  παίρνουν βαριά το δρόμο της επιστροφής τότε, ο ήσυχος - ο δικός σου ήσυχος άνθρωπος - θέλει να σε σφίξει λίγο παραπάνω να έρθει λίγο πιο κοντά ν' αγαπήσει ξανά απ΄την αρχή τα μικρά καθημερινά σου γυμνά βήματα που θέλει μαζί σου να μοιραστεί γιατί αυτός δεν μπορεί να βαδίσει σωστά αλλιώς κι όταν δεν μοιράζεται όχι από επιλογή αλλά γιατί χάνονται οι καθημερινές διαδρομές δεν έχει λόγο τον ήσυχο άνθρωπο κάποτε θα τον παρεξηγήσεις ειν' η χαρά του ένα τεράστιο φωτεινό καλειδοσκόπιο ένα κατακόκκιν...

Φυσαλίδες

Δεν έχει ο βυθός την τελειότητα μιας γραμμής ορίζοντα ακανόνιστα και απότομα συμπλέγματα βάθη που ανατέμνετε το μέσα μου με μια ηχηρή σιωπή κορίτσια που ξοδεύετε το χρόνο ασυλλόγιστα γιατί έτσι πρέπει να γίνεται διέρχομαι μέσα από ένα ανύποπτο πέρασμα σκοπώ προς τα σένα ακόμα κι όταν δεν με αντιλαμβάνεσαι τα βρεγμένα μέλη κάτι από σένα πιο πολλά από σένα ακροποδητί στις πέτρες ακροβατείς θεσπέσια κινδυνεύοντας ισορροπώντας στα μάτια μου μπροστά έκπληκτος και αυτό στο χρωστώ ανόητα να κοιτάζω κρυφά από κάτω κορίτσι που γίνεσαι δεκαπέντε φορές σκαρφαλώνοντας από αυλή σε δέντρο κι από βραχάκια σε κάστρα ηδονών φεύγεις κατά το ανοικτό πέλαγος σαστίζω όπως χάνεσαι αιωρούμενη πάνω από βάθη που δεν τα φοβάσαι κορίτσι κάνω κύκλους ένα γύρω χτυπώ αναίτια τα χέρια και ασθμαίνω στο κύμα ακολουθώντας υπνωτικά τις φυσαλίδες πίσω σου να σε κερδίσω στο σκοτεινό πέρασμα

Λευκή γραμμή

Επιστρέφω αμέσως τα τιμαλφή φιλιά ν' αποθηκεύσω στο εύοσμο του σώματος κατεβάζοντας τις τιράντες το στήθος τη λευκή γραμμή απ΄' το μαγιό σημείο για να έρθω ν' ακουμπήσω απαλά και να γευτώ το σταφύλι που κρύβεις επιμελώς έχεις κρατήσει κάτι το εφηβικό το βλέπω όποτε μπορώ για λίγο φευγαλέα είσαι πάλι ένα κορίτσι θελκτικό και τρυφερό πώς γίνεται θεοί πότε θα μπορέσω να καταλάβω πώς μέσα σου, γυναίκα, ενυπάρχει όλος ο χρόνος δεν προσδιορίζεσαι φεύγεις μπροστά τρέχεις πίσω κάνεις μια στάση αποκαμωμένη να δεις ένα γύρω και μέσα τα γυαλιστερά βότσαλα που συσσωρεύονται στον πυθμένα όλα λουσμένα στο εσπερινό κύμα πριν ν' απλώσω όλο το αλάτι σου επάνω στο κόκκινο σεντόνι όλο το δωμάτιο έχει πια εμποτιστεί εσένα δεν μπορώ να κοιμηθώ πέφτω επάνω στον τοίχο η όσφρηση ζητάει όλα ζητούν λίγο χρόνο ακόμα το παραπάνω να μπορούμε να γελάμε να μπορούμε να μιλάμε στο σκοτάδι μόνο τότε μπορώ και βλέπω βαθιά μέσα σ' αυτά τα μάτια που...

Δικό μου καλοκαίρι

Τώρα που έμαθα πάλι να ίπταμαι τα βράδια που ξεδιπλώνω κάθε έγνοια όλα μου τα τακτοποιείς  - και μετά λες για μένα -  όλα βρίσκονται σωστά  κάθε λέξη έχει το δικό της φορτίο ούτε βαραίνει ούτε σκορπά σαν σκόνη και θόρυβος έπλασες  έναν νέο ρωμαλέο άνθρωπο ούτε χιμαιρικό ούτε εφήμερο άφησε τα μαλλιά σου ανάκατα να γεμίζουν τα χέρια μου ασημένια φεγγαρόσκονη και τον χώρο ιριδίζουσα λάμψη έλα και  κατοίκησε μέσα μου με το θεληματικό σου μπορώ είναι δικό σου αυτό το σώμα έχω ξαναπεί μα όσο πιο πολύ πορεύομαι κι ανοίγω τα φύλλα  των αντικρινών δέντρων σ' ένα ήσυχο βράδυ είμαστε οι τυχεροί άνθρωποι που μπορούν να νιώσουν όλο το αίμα να διαχέεται μέσα σε ένα σώμα που ποθεί κινείται από μένα προς τα σένα και αντίστροφα να μείνω έτσι στο πλάι σου όσο καλύτερα μπορώ όσο περισσότερο χρόνο να τρυγήσω είναι πια ο καιρός που οι σοδειές γεμίζουν τις αυλές μας πιο οικεία όλα μου είναι τώρα ο δρ...

Όψεις αιωνιότητας

Γυναίκα εγώ που επαναλαμβάνομαι χωρίς καμία αξίωση τίποτα δεν έχω πει τίποτα απολύτως μόνο να εδώ και μισόν αιώνα οι γνωστές υπερβολές ψελλίζω ασθματικά λειψά αδυνατώντας να μπω έστω και γύρω απ' το περίγραμμα τα βασικά και τα χρειώδη πριν το θάνατο πριν το τίποτα που κυριαρχεί τελικά ένα ανεπαίσθητο πέρασμα' σαν ελαφρύ αεράκι βράδυ στη βεράντα επαναλαμβάνοντας τον εαυτό μου σε πρόβα ζωής και αιωνιότητας όλα γίνονται ένα αποτύπωμα βαθύ ή χλιαρό πόσες φορές θα έχω ακόμα το προνόμιο να μάθω αγγίζοντάς σε η αποστέρησή του ένα βήμα πιο κοντά προς το θανατερό κενό έριξα πολύ μελάνι χάραξα άπειρα χαρτιά άλλα τα πήρε η καταιγίδα άλλα τα έκαμα συνειδητά τρίμματα άλλα δωρήματα αυτό που μου απομένει ν' αποδυθώ σε μια λυσσώδη ανάβαση από το πέλμα ως το άπειρό σου να διεισδύσω απρόσκλητα στο ασυνείδητό σου ποιος γνωρίζει γυναίκα την αλήθεια σου ποιος μπορεί να ντυθεί τη μάσκα σου χωρίς γελοία να συντριβεί η ομορφιά είναι ένα αιώνιο απο...

Καθρέφτης

σηκώνεσαι και κοιτάς στον καθρέφτη με τρόμο ' ένα πρόσωπο ξένο που σε παρατηρεί που το παρατηρείς που σε παρατηρείς τέσσερις η ώρα πέρα στο βάθος αχνά σελαγίζει το πρώτο πεθαμένο φως και λες μα αυτό το πρόσωπο είναι δικό μου γιατί να με τρομάζει και γλυκά να με παρηγορείς και να με καθησυχάζεις κι όμως να λέω πάρτε το από δω αυτή την ξανθιά γλίτσα που καμώνεται εμένα α, εγώ δεν είμαι έτσι με ξέρεις με ξέρω ποιος ξέρει; ένα πρόσωπο φέρει διαδοχικά τα έσω προσωπεία εκμαγεία και παλίμψηστα στην τέφρα του χρόνου καλυμμένα όλα αποκαλύπτονται πέφτουν κάτω σωρό οι στάχτες' δεν προλαβαίνω να μαζεύω η γάτα μου ξερνάει ακατάπαυστα τα τρίμματα μιας μάταιης αυτοπεποίθησης θαμπωμένες αντανακλάσεις στον καθρέφτη ήσουν εκεί πίσω μου σε έβλεπα μα δεν με κράτησες δεν άγγιξες τα αραιά μαλλιά δεν με συνόδευσες στη νέα μου επίφοβη κάτοψη δεν ζητούσα κάτι άλλο ένα άγγιγμα μόνο να βγω απ' αυτό το κοίλο κάτοπτρο να σε δω αντεστραμμένη δηλαδή στο...

Φωτεινό διάλειμμα

Γιατί φοβάμαι να πέσω να κοιμηθώ νομίζω πως θα ξυπνήσω κάπου αλλού που δεν θα έχει φως με σύννεφα μαύρα κι έναν ξερό αέρα να μαίνεται που θα κάνει να χάνονται μέσα από τα χέρια μου τα τρίμματα των τελευταίων καλοκαιριών ήταν ένα φωτεινό διάλειμμα τώρα πέρασε πάει  μη λες τίποτα δίπλωσε τη σελίδα και κλείσε την πόρτα μένω πάντα πίσω πώς να το εξηγήσω ή δεν μπορώ  ν' ακολουθήσω ή ο δρόμος δεν χωρά τα βήματάμου μένω πίσω κι αναρωτιέμαι κάνοντας κύκλους  μαζί με την υποβόσκουσα καταιγίδα που ξεσπά και δεν ξεσπά δεν μπορώ να βλέπω από μέσα δεν χωράω πουθενά  εκεί έξω γεννήθηκα παράταιρα από λάθος κι από τύχη παράταιρα υπάρχω λες και μουχει γραφτεί να καταλαβαίνω μόνο τη γεύση του πικρού και σκοτεινού γι' αυτό  σε οσμίζομαι  επίμονα  και επίπονα ναι είναι επίπονο να προσπαθείς να κρατηθείς από το έσχατο φωτεινό σημείο με την παράφορη ελπίδα του ναυαγού ...

Έπειτα

Έπειτα θα μαζέψω τα ποτήρια θα βάλω τις καρέκλες στη θέση τους γιατί αυτό ξέρω να κάνω η μια να βλέπει από δω η άλλη από κει με την ίδια πάντα φορά θα στρώσω προς την ίδια κατεύθυνση γιατί αυτό ξέρω να κάνω και θ' αναρωτηθώ σιωπηλά όπως κάνω πάντα για χίλια δυο πράγματα που δεν ξέρω να κάνω θα κοιμηθώ και δεν θα έχω ξυπνήσει ξέχασα πως πρέπει να το κάνω αυτό ξέχασα να δω απ' την αντίθετη πλευρά οι αβλεψίες είναι σαν μια μικρή τύφλωση πολύ ωραία όλα τα τακτοποίησες τακτοποίησε τώρα κι αυτή τη σκοτεινή τύψη όχι σε κανένα άδειο συρτάρι όπως ξέρεις να κάνεις βάλτην εδώ στην απέναντι καρέκλα και συλλογίσου  πόσα πράγματα διαφεύγουν από μία μικρή ανεπαίσθητη μετατόπιση του οπτικού πεδίου κάθισε απέναντι και κοίτα επιτέλους αλλά να βλέπεις πόσα και πόσα μα πότε θα μάθεις; πότε θα γνωρίζεις τελικά πως νομίζεις ότι γνωρίζεις περιφερόμενος με σκόρπια θέληση ξεχειλωμένη σκέψη ανίατο εγώ να ...

Μικρή καλημέρα

Ακόμα έχω επάνω μου το φιλί  θα καιγόμαστε καμία θάλασσα δεν είναι αρκετή θέλω όλο το αλάτι απ' το κορμί σου κάθε σταγόνα σου άφησε το χέρι σου επάνω μου οδηγώντας δεν υπάρχει τρόπος χώρος, χρόνος που να μην τ' αναζητώ  συνεχώς κυριεύεις την αίσθηση το λεπτό σπάζοντας τα περιθώρια ζώντας έξω από την περίμετρο η καρδιά μου ανοίγει και πλαταίνει προς κάθε κατεύθυνση ίσως να έχεις δίκιο μπορεί αυτό να είναι το φυσικό αλλά πώς μπορεί το χώμα να ποτίζεται χωρίς τη βροχή πώς μπορεί η βροχή αν δεν αγκαλιαστεί το σύννεφο κι ήμουν το σύννεφο περιφερόμενο σε άξενους ουρανούς έδωσαν οι μοίρες και βρήκα ένα στρώμα  μαλακό χώμα να πλαγιάσω απ' αυτό το χώμα κάνοντας ν' ανθίσει η πιο χαμογελαστή κι ολόδροση  μικρή καλημέρα!

Παγωτό

Σβήσε το φως σβήσε με με τα δυο σου δάχτυλα έλα καίγομαι βρίσκοντας έναν άλλο χώρο εκεί που άλλοτε στέκεις γλυκά και με ύφος-βλέμμα-στάση τρώγοντας παγωτό  το παράθυρο ανοιχτό ένας σκοτεινός ορίζοντας με καταπίνει  στην τροχιά του διερευνώντας πιο μέσα ήχοι βραδινοί το πιάνο  σκέπασέ με νύχτωσε πια ήρθες κι ήσουνα πάντα εδώ ποτέ δεν μου λείπει κάτι που να φέρνει εσένα πιο κοντά το παντελόνι στην κρεμάστρα θέλω να σε κρατήσω έτσι για πάντα να κλειδώσω τη μέση σου γύρω από το τραπέζι αργήσαμε όλοι γύρω είχανε πια κουραστεί ακούω τις φωνές τους διακριτικά ακούω τις ανάσες μας ακούω την καρδιά μου αντανακλά στο στήθος σου εκτοξεύεται και βγαίνει  έξω  θέλω ξαφνικά να πετάξω από τον ακάλυπτο βρίσκομαι πάλι στο δρόμο γυμνός και το ξέρω αλλά δεν με νοιάζει κανείς δεν με βλέπει διασχίζω το διάδρομο ανεβαίνοντας τις σκάλες μπαίνοντας σε ξένα σαλόνια δώσε μου έναν τόπο να στα...

Φίλα με (βέβηλη εκδοχή)

Κλείνω τα μάτια το μεσημέρι ω πλήρης εκούσιος βασανισμός εν τω άμα αληθέστερος του αληθούς εξαίσιος των χειλιών κολασμένος κύκλος στο μέσο του μαίνομαι των φρυδιών το αυστηρό τόξο χαμένη στο βύθος των ηδονών σου χέρι που αδράχνει κυανά σημαίνοντα τα νύχια μετρώντας με κι άλλο περισσότερο έκταση του νου ολισθαίνοντας να, πώς με κοινωνείς κι όλο αυτό αδυνατώντας να περιγραφεί τι λέω που χάθηκαν όλες οι λέξεις πώς να εκφραστεί μάγμα μέσα μου που αναδεύεται εκλύεται επανέρχεται το σώμα ένα τεκτονικό διάπυρο σφιχτά κράτησέ με δώσε μου αυτά τα χείλη να πιω και σένα και μένα  και ξανά σφράγισέ με βασάνιζέ με κάνε με να παρακαλώ αντέχοντας και μην αντέχοντας η ανάσα μου κονταίνει η ανάσα μου τελειώνει φίλα με τώρα που ακροβατώ ζωής και θανάτου στο μεταξύ κενού και πλήρωσης ένθεου και βέβηλου μένους και γαλήνιου φίλα με  υγρά φιλιά παντού τώρα κι ατελείωτα Κατερίνα μου, συγγνώμη το δανείζομαι...

Συχνά

Συχνά, ενώ γράφω απαντώ μπροστά μου τη λέξη μπορώ με διάφορες δηλώσεις του τι  κάνω τι θα ήταν τι δεν θα  ποτέ και τόσα άλλα δυνητικά ή ορισμένα πολλές φορές βρίσκομαι χωρίς να το περιμένω μέσα σ΄ ένα δωμάτιο που δακρύζει περιφέροντας το βλέμμα από τοίχο σε τοίχο λέω δεν το μπορώ τόσο καλοκαίρι παίρνω τα κλειδιά και  μόλις κατέβει ο ήλιος πιο πέρα τρέχω να προλάβω να φύγει το σώμα για λίγο πιο μπροστά απ' το νου η σκέψη μου πετάει επάνω από την παλιά γειτονιά τις παιδικές φωτογραφίες και όλα τα λησμονημένα τιμαλφή χρόνια μια δρασκελιά δρόμος\ νομίζεις πως είναι από το κλικ της στιγμής ως το άχρονο η μνήμη ενίοτε παίζει σε άσπρο και μαύρο ή και σε τόνους του καφέ κάνει ντεκουπάζ στα πρωινά όνειρα νωχελικά στην μπανιέρα δίπλα στο παράθυρο κλείνω τις κουρτίνες εγώ που δεν ξέρω πώς μπορώ να εκτίθεμαι και βυθίζομαι την άλλη στιγμή σε μιαν ακτή ακολουθώντας το σχήμα του κορμιού σου διασχίζοντας άπειρα μικρά  βραχάκια κοφτερές ...

Με τα μάτια

Αν δεν μπορώ να είμαι ό,τι είμαι με τις ανοησίες μου με τα τρίμματα που περιφέρω συνάζω έναν κύκλο με μικρά μαύρα βότσαλα μ' αυτά παίζω αιωνίως θεέ μου δεν έχει περάσει ποτέ αυτός ο μισός αιώνας ο χρόνος όλος βρίσκεται από την αρχή μέσα μου πρέπει να με καταλάβεις όλα τα έχω βιώσει πριν και μετά ακόμα ξυπνώ τα βράδια και είμαι στο ντιβάνι ξέρω πως θα πρέπει το πρωί να σηκωθώ και θα πηγαίνω καθυστερημένος έχω αργήσει πολύ προτού ακόμα ξεκινήσω κι είναι αφόρητο να το ξέρεις αυτό περίμενέ με θα προσπαθήσω να διανύσω πάλι όλη την απόσταση με μια ανάσα μαζί σου μόνο μπορώ να δω σωστά εκ των υστέρων όλα να γίνουν λέει έτσι όπως θα έπρεπε όπως το ξέρω και το ξέρεις είναι βαριά αυτή η αλήθεια με χαρά ανείπωτη σε περιμένω κάθε βράδυ δεν έχει σημασία ο τόπος θ' ακολουθήσω κάθε σου βήμα θα γίνεσαι ο καθρέφτης θα μεγαλώνω μέσα σου σοφά και όμορφα βλέπω τον χρόνο να σκάβει με επιμέλεια επάνω μου τις αυλακιές για να ρέει το νερό επάνω μου ενών...

Λευκό

Λευκό γλυκά και απαλά να σε ανασήκωνα ψηλαφώντας την επιφάνειά σου τα κρυμμένα και φανερά σχεδόν αγγίζοντας με ένταση χώρος που δεν υπάρχει έξω από τη σάρκα τώρα μεστώνει κάτω απ' αυτό και ζητά επίμονα ν' ανασηκώσει αυτό το πέπλο τώρα δα μέσα στον υπόγειο διάδρομο περνώ τώρα τα χέρια από κάτω καυτή επιφάνεια τα χείλη στάζουν ικεσίες εκλιπαρούν τα μέλη φωτιά στη φωτιά σ' όλο το δρόμο ήσουν στη σκέψη μου κρυφά να μπω μέσα και φανερά διεκδικώντας σε μια στιγμή απόλυτης έξαψης δεν υπάρχει παράλογο και λογική σε θέλω τώρα όχι πιο μετά  όχι πιο λίγο όχι λιγότερο επιτακτικά λευκό άφησέ με να παρατηρήσω δεν συγκρατώ τις λεπτομέρειες φτιάχνω εικόνες  κι άλλες εικόνες ζωντανές παραδομένες σ' ένα όλο που σφαδάζει διαπνέεται από κάθε πλευρά απ΄ όπου και να κοιτάξω  - άφησέ με να κοιτάζω -  τυραννώντας με έτσι ω ναι, κάντο κάνε με  να παραληρώ στη μέση της λεωφόρου κάνε με να περιγράφω κα...

Διάδρομος

Το παντελόνι στην κρεμάστρα πέρασα μέσα από συμπληγάδες μέρες περιφέροντας την αφή μου στα γνώριμα απτά κελύφη διαμπερής περνώντας πόθος εκεί που ψηλώνει το φως περιπλανήθηκα ατελείωτα στα πενήντα τετραγωνικά των ώριμων καιρών επάνω στο καρφί απόθεσα όλα τα περασμένα και τα μελλούμενα έριξα τα δίχτυα μου πέρα από τις πολιτείες κρατώντας μιαν απόσταση ασφαλείας από τα θεμέλια ρήματα το συντακτικό της λύπης αδύνατοι να βολευτούμε σε κάτι πιο λίγο από τα πάντα μετά το απόγευμα έπλυνα τα χθεσινά μου παραληρήματα έσυρα το σώμα μου ξυστά στον τοίχο και στην κόγχη του βυθού ένα κοπάδι αφρόψαρα στο μεταίχμιο θάλασσα και ουρανός ταλαντεύτηκα πάνω από αυτή την άβυσσο και ξαφνικά με άγρια χαρά αφέθηκα να κυλίσω στον πιο πρόσχαρο γκρεμό αναπνοή ένα δύο τρία αναπνοή αναζητώντας τα δικά μας υγρά περάσματα ψηλαφώντας τον τοίχο το τζην διαχέεται γύρω μου εισχωρώντας στις ίνες του υποκλέπτοντας άρωμα σχήμα τα πράγματα δεν μένουν πίσω μόνα τους έχουν αποτύπωμα και...

Μαύρες πέτρες

Είπα να φυλάξω δυο μαύρες πέτρες ν ανέβω λίγο πιο ψηλά σ΄ έναν μεσημεριάτικο καλοκαιρινό ανήφορο τα μάτια μου καίγονταν και διψούσαν πώς να σηκώσω όλο το βάρος του Αυγούστου δεν αντέχει τόση φλόγα ένα σώμα μόνο στα δύο μοιράζεις τους ήλιους κυλάς επάνω στο σεντόνι μπερδεύεται η γάτα στα πόδια σου γυροφέρνοντας στην κουζίνα με όλα τα χθεσινά μας θέλγητρα απλωμένα στο περβάζι θέλω ν ' απλώσεις πάλι επάνω μου τις γάμπες σου να διατρέξω κάθε λείο πόντο μέχρι το μικρό σου μωβ δαχτυλάκι κι αυτά όλα δεν τελειώνουν ποτέ μην έχεις την ικανοποίηση του αρκετού η πλησμονή να μη σ' αγγίζει μόνο ν΄απλώνεις κι άλλα φιλιά στα χέρια μου ένα μελίσσι μεγαλώνει πίσω στην αυλή τα παιδιά θυμώνουν και θέλουν να πετάνε όλα ζητάνε τη δικαίωσή τους ξέρεις όλα που δεν ορίζονται κατά πώς το θέλουν άλλοι το δικό σου θέλω φέρνω πιο κοντά στο στόμα μου αναζητώντας τόπους που να μπορούμε ν' αγγίζουμε τις πιο κρυφές διαθέσεις θέλω να καώ επιθυμώντας την επιθυμία...

Μεσημεριανό θρόισμα

Το θρόισμα της φούστας ανεπαίσθητα οι πτυχές και το έντεχνο λίκνισμα ποιος άλλος έχει τη χάρη βαδίζοντας να χορεύει αυτά είναι πράγματα που αρμόζουν μόνο σε ποιητές εγώ απλός παρατηρητής και θιασώτης μήτε τα καταγράφω όλα καλά μήτε και τ' αποδίδω είναι μάταιος ο αγώνας να φυλακίσεις σε λέξεις το ανείπωτο που έχει το άρωμα γυναίκας τίποτα άλλο ποτέ δεν θα μπορέσει να το φτάσει είναι το άπειρο που γίνεται πεπερασμένο για να το διαβούμε εκστατικοί νομίζοντας, οι μάταιοι, ενίοτε πως το κατέχουμε όλα τα μυστικά του κόσμου κρυμμένα στις πτυχές της φούστας σου γυναίκα δεν έχεις άδικο κανείς δεν μπόρεσε ποτέ να καταλάβει κι εγώ σέρνομαι τυφλός προσπαθώντας να αναρριχηθώ απ' το απόλυτο σκοτάδι - το γνώριμο σκοτάδι που μας φέρνει και μας παίρνει - σ' έναν ορίζοντα που να μπορώ να λέω έζησα κάτι κατά πως φαίνεται και συ, θα κοιτάζεις με συγκατάβαση και γλυκύτητα γλυκιά και σκοτεινή ταυτόχρονα τυραννική και ελευθερώτρια πόσα και πόσα θα πω ακ...