Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2016

Μάτια κλειστά

κι όμως ακόμα δεν πατώ εδώ δεν βρίσκομαι παρά στο ανάμεσα\ στο δέρμα σου και του κόσμου σ ένα μεταίχμιο έμεινα εκεί ψηλά που με απέθεσες ακόμα ακούω μέσα μου τον βρυχηθμό το ηχηρό τίναγμα των μυώνων την καταιγίδα κάτω μαίνεσαι  κι αφήνομαι σ' αυτή την παραφορά δεν έχεις τον καιρό μαζί σου να με παρασέρνεις  \σε κάθε στροφή της μέρας δεν απόσωσα ακόμα το ποτό σου τα χείλη μου ίσα που έβρεξα ζητώ να με ακολουθεί για πάντα αυτή η βροχή έτρεξα μέσα σε βρήκα  και με ορμή και τρυφερά απλώνω επάνω μου κάθε σου΄ άγγιγμα να είχα δαγκωματιές κι απ' τα δυνατά σου χέρια το αποτύπωμα να, κοίταξε όλα μένουνε μέσα μου ακόμα γυρνάω στον κόσμο αυτό κάτω από έναν άλλον ουρανό \που δεν τον ξέρω δεν τον περπατώ μαζί σου θα μείνω έτσι κάτω απ' το φωτεινό σημάδι του ήλιου και θα σημαδεύω με την ψυχή μου το κορμί σου στον ορίζοντα καθώς θα γίνεσαι δική μου ένα αξεδιάλυτο συνεχές αυτό μόνο προσπαθώ να π...

Είσαι

Δεν χρειάζεται τίποτε άλλο ποτέ ίσως δεν θα βρεθούν οι λέξεις να εκφράσουν όταν έρχεσαι κοντά μου αρκεί μόνο και μόνο να σε βλέπω να πλησιάζεις δεν χρειάζεται παρά μονάχα αυτό να μου δείχνεις το πρόσωπό σου να με αφήνεις να βυθίζω το βλέμμα μου αν δω τα μάτια σου αν με αφήνεις να μπαίνω μέσα τους ναι τότε όλα τα ζω τελειωτικά κι απ' την αρχή όταν μου  δείχνεις έναν δρόμο να σ' αγαπώ όπως μονάχα ξέρω εγώ γυναίκα γι αυτό σ' ευχαριστώ ό,τι μου δίνεις κι ας μην το ξέρεις ίσως όταν τα σύννεφα φεύγουνε ο πιο καθαρός ουρανός μέσα σου καθρεφτίζεται όλος δικός μου ο μόνος τρόπος που μπορώ να υπάρχω θα ψάχνω σ' όλη τη ζωή τον τρόπο μη μου πεις αν λαθεύω αν κάνω το σωστό αν πονάω είναι που νιώθω πόσο πολύ είμαι εσύ κι εσύ εγώ σώμα μου εσύ ψυχή μου εσύ πηγαίνω όπου είσαι μαθαίνω ό,τι είσαι γεννιέμαι γιατί είσαι αγαπώ αυτό που είσαι κι αγαπιέμαι γιατί σ' αγαπώ γιατί η ζωή η μόνη η αληθινή μες τη ζωή μου είσαι

Μετέωροι

Μετέωροι ελπίζοντας σε μια ξαφνική επέλαση του φωτός όλα να τα σάρωνε τη θλίψη\ τα δάκρυα που δε στεγνώνουν πέφτουν επάνω στο ρούχο ένας λεκές απλώνομαι η λήθη δεν με διαλύει τα όνειρα που ξεχνώ με προσπερνάνε το πρωί κι εκεί ακόμα σε χάνω μπερδεύω τα βήματα οι περαστικοί τα φώτα κάτω η παραλία όλα περνάνε από πάνω μου θα χωθώ σαντολύκο θα ξεχαστώ σαντοχθεσινό φως ακούω τον ίδιο τον ήχο μου και φοβάμαι ως και να κρυφτώ θεε μου σε χρειάζομαι τώρα εγώ φταίω για όλα απλώνω τα βαριά μου μέλη και λυγίζεις πώς να πετάξεις σφίγγω τα χέρια απ'΄το λαιμό σε κατεβάζω κάτω τι λες τώρα τι είν αυτά είναι που ξέχασα να μεγαλώνω ικανοποιητικά είναι που δε ρωτάω και δεν απαντώ θα πεθάνω με όλες τις απορίες κλειστές μέσα στο στόμα θεε μου σε χρειάζομαι αλλά δεν πρέπει δώσε μου μόνο τα μάτια σου να δω για λίγο\ ακούμπησε στην παλάμη μου όλες τις νέες σου έγνοιες δεν θα σου κλέψω ούτε ένα πέταγμα του ματιού ήσυχα ήσυχα θα καθίσω και θα μετράω μετεωρί...

Για πάντα

θέλω να πω λοιπόν ορίστε εντάξει κάθισα στο χαμηλό τραπέζι ετοίμασα το λιτό γεύμα για μένα, για τη γάτα βέβαια και το καθημερινό είναι αγώνας δρόμου δεν είναι φανερό; κι αυτό τώρα πρέπει να καταχωρίσουμε άλλη μια μέρα που μας προσπέρασε μεγαλοπρεπώς μην ξεχάσω να κατεβάσω τα χρόνια μου που σέρνω ώρες ώρες μα θα έχουμε μεγαλώσει και δεν θα το έχει καταλάβει κανείς δεν θέλω κάτι άλλο άσε με ν' ανοίξω λίγο το παράθυρο σε χάνω εδώ κάτω είναι δικό μου λάθος που δεν μπορώ ν' αναπνέω τον ίδιο αέρα μαθές σβήσε μου το φως τώρα δεν θα μιλάω άλλο για πράγματα που ξέρεις εγώ δεν έχω γεννηθεί καλά καλά ακόμα τυφλός περπατώ στους τοίχους τσαλακώνοντας εφήμερες φωνές αναζητώντας νέες έννοιες: για πάντα, ζωή, ν΄αγαπηθώ αν είμαστε τυχεροί θα σηκωθούμε το πρωί με τον αποσπερίτη κοιτάζοντας πέρα μακρινά νησιά και θα 'ναι ο ορίζοντας σκεπασμένος μια κίτρινη σκόνη μίλησέ μου σε παρακαλώ τώρα είμαι έτοιμος ν' ακούσω όσο ποτέ δεν τραγουδώ δεν βλέπ...

Λεία δώρα

Δεν είμαστε απο δω το χουμε πει το βλέπεις κάθε μέρα τώρα που είπα "βλέπεις" σε κοίταζα ξέρεις δεν μπορούσα να μην απλώνω επάνω σου αδηφάγο το βλέμμα έτσι που λεία και γυμνά στις σκάλες ανεβαίνοντας είναι γυναίκας το κάλεσμα είναι το πιο ισχυρό δεν συγκρίνεται τίποτε άλλο μήτε αρχή, μήτε εξουσία χρήμα και χρόνος όταν άρχουν εξουσιάζουν το είναι όλα τα χρήματα να τα πατήσεις στα πόδια σου όλην την περηφάνια και κάθε έπαρση να την συντρίψεις στις γάμπες σου\ με όλα σου τα όπλα' γυναίκα κατακτάς κάθε μου αίσθηση εν ακαρεί νικιέμαι και χαίρομαι πέφτω στο πεδίο σου στις επάλξεις σου και τις πτυχές που ανεμίζεις ματώνω και μέσα μου μεστώνει μια χαρά ανυπέρβλητη τόσο που ποθώ τον πόθο σου με το βλέμμα και το γυροφέρνω δεν χρειάζομαι φωτογραφίες και πορνογραφίες όλα τα έχω καλά αποθηκευμένα χωρίς να το θέλω να, όλα αναδύονται κι ορμητικά κατακλύζουνε κάτω από τα φώτα της Κυψέλης ορμάνε πάνω μου τα δικά σου δώρα γιατί είναι δ...

Αναδρομικά

Καταλαβαίνω κάποτε  οι καιροί δεν είναι μακρινοί όλα πια συγκλίνουν ένα φάσμα αόρατο καλύπτει τα πάντα θα με αντέχεις  για πάντα λες να σε φτάνω να προφταίνω τον λίγο χρόνο μου στο στόμα δώσε μου σαν ίασμα διατρέχοντας τα χείλη μου με τη γλώσσα ονειροπολώντας αδιάκοπα αυτή η εφηβεία  που δεν περαιώνεται εντέλει έλειψα απ' τη ζωή κι η ζωή δεν με ξέχασε χρωστώ τον νόστο μου στα δυνατά σου χέρια τότε που σκονισμένοι, τσαλακωμένοι με σήματα ερωτικά ιδρωμένα δεν τολμούσα να βγω παραέξω είχα τον φόβο στα μάτια ξέρω είναι καιρός να συμφιλιώσω το πρόσωπό μου με τον καθρέφτη του κόσμου δενυπάρχειπιαάπλετος ο χρόνος ταξιδεύει σαν φυσαλίδα πάνω απ' τη θάλασσα ένα παιχνίδι παιδικό που πάλιωσε πια αυτό λοιπόν θα σου χαρίσω τηδυνατότητα να κάνουμε ατέλειωτα ταξίδια αναδρομικά\ τρεις το μεσημέρι η μέρα μακραίνει τι να κάνω για να σε κρατήσω ανοίγω όλα τα παράθυρα με τα μακριά μου δάχτυλα διαβάζω το σώ...

Εκούσια

όσο κι αν φτάσω μακριά μη μου ζητάς δεν εξηγούνται όλα μου είχες πει και άλλοτε τι  είναι αυτό που φοβόμαστε όλα να ήτανε πιο εύκολα να ήμουν καλύτερα χωρίς γνώση μόνο τα βασικά να μην υπάρχει ο χρόνος και φροντίδες πέρα απ' τ αναγκαία πολυτέλειες να λες και να ξαναλές δεν μπορώ αυτό, εκείνο να είχα δυο δυνατά χέρια και μια καρδιά ίσα για μένα τότε, όμως δεν θα μου μιλούσες δεν θα με ήξερες καν και τώρα να που γυροφέρνω αρπάζοντας κάθε μια άκρη απ το μαντήλι σου ανεμίζοντας ανέμελα απογεύματα δεν υπήρξα ποτέ ανέμελος και το ξέρεις δείχνοντάς μου τα καλύτερα χρόνια κλείνουν σιγά σιγά μικρές ατραπούς για να δραπετεύουν τα παιδιά ήθελα μόνο να βγω έξω να παίζω δεν κατάλαβα, βλέπεις πώς πέρασα τη ζωή μου περιμένοντας μια ωραία μέρα με ήλιο να βγω στην πλατεία κάποτε ο κόσμος ήταν απέραντος μετά ήρθανε θάλασσες φορέσαμε τα καινούρια μας ρούχα κάνοντας βόλτες σε παράταιρα χρόνια ήθελα  μόνο να βγω να παίξω δεν κατάλαβα πώς πέρα...

Καλπάζοντας

θα έρχομαι όπου είσαι με τα φτερά μου διπλωμένα θα περνάω στη λεωφόρο ξυστά απ΄ όλους  τους ασήμαντους και με μια θα ξεχύνομαι όλα τα φώτα αναμμένα στον ορίζοντα τα σώματα μπλεγμένα κόντρα στον άνεμο κατά τη θάλασσα θα σε βρίσκω καλπάζοντας με το πολύχρωμο ντύμα μιας άλλης νιότης θα έρχεσαι από εκεί ακριβώς που θα περιμένω κοιτώ, ξέρω με βεβαιότητα κι είσαι μπροστά μου όπως ακριβώς το έχω ονειρευτεί πρόσωπο καθαρό, φωτεινό ακτινοβολώντας τον έρωτα που υγραίνει τα μάτια σου όταν στο πλάι με παίζουν δεν θέλω άλλο τίποτα το καλύτερο μου είναι να πετάω σε σένα και να δυσπιστείς παρ' όλα αυτά, ναι, να πρέπει να  χτίζω ξανά όλο και πιο ψηλά ένα υπέργειο κέλευσμα κατά τον δικό σου πόθο κυρίεψέ με αίσθηση,  είμαι αιχμάλωτος αυτόβουλα ερέτης σου στα χέρια σου παραδομένος εραστής με κατακλύζει αυτή η θάλασσα απλώνω επάνω σου όλη την ουσία μου γίνομαι το πρόσωπό σου τα φιλιά που σου στέλνω με κάθε μου πρόθεση όλο και πιο δικός σου τόσο ...

Στίλβοντα

Θέλω κι άλλο απ' αυτό λίγο - λίγο φειδωλά απ' τα χέρια κάποιας μοίρας που φέρνει στο φως το αναπάντεχο το ξαναζώ και πάλι εικόνα δεν θα σβήσει ποτέ από τη μνήμη σε βλέπω ανεβαίνεις τη σκάλα ξυπνάς την κάθε μου αίσθηση ακαριαία τα γυμνά σου πόδια θεέ μου συγχωρήστε την κάθε κρυφή μου αδυναμία τώρα δα θα φανερώσω όσο περισσότερο μου δίνουν οι φτωχές μου λέξεις το σχήμα και το νόημα αλλά και πόσο τελικά άτολμα μισή φαντασίωση ήθελα να πέσω εκεί μπροστά να περάσω τα χείλη μου υγρά σε κάθε ακροδάχτυλο κρατάς στο χέρι γυναίκα τα όπλα σου ξυπόλητη και σίγουρη για τον έρωτα που ανεμίζει στο φουστάνι σου αλλά και στα ψηλά σου τακούνια ανεβαίνοντας μετά ποιος μπορεί να μην ποθήσει γυναίκα η λαχτάρα μου καμιά φορά με αφήνει αβοήθητο κι από εικόνα μου εμμονή και σκέψη που περιστρέφεσαι γύρω απ' ό,τι κάνω πρέπει να γυρίσω πίσω στο εδώ να αποταμιεύσω ξανά την αφή, την όσφρηση τα λόγια σου να μάθω πάλι στις δυνατές σου πλάτες ...

Βαθιά

το σπίτι κρυώνει τα βράδια από τους τοίχους  μπαίνει αυτό το κρύο εισχωρεί σαν επισκέπτης μακρινός δεν μπορώ να πάω στο κρεββάτι τα σκεπάσματα δεν αρκούν θέλω να πέσω γυμνός το σώμα μου  είναι ένας δρόμος που ανοίγεται για να περάσεις τα χέρια μου κλαδιά που σε τυλίγουνε τα πόδια, οι ρίζες στο στήθος μου φωλιάζουν τα φιλιά σου κατεβαίνοντας  με βρίσκεις παραδομένο οριστικά στην αγάπη με υγρά χείλη  και λυμένα μέλη ένα μούδιασμα έπειτα οι βίαιοι χτύποι της καρδιάς τίποτα δεν νιώθω άλλο πέρα απ' αυτή τη δίνη μου είναι αδύνατον σχεδόν κάθε περιγραφή ίσως αν προλάβαινα να κλείσω σε λέξεις η κάθε αίσθηση επεκτείνεται στο άπειρο ο χρόνος μια κηλίδα στο σεντόνι ας ήταν να κρατάει όσο ποτέ  ας μην έπρεπε μετά  να επιστρέφουμε ξανά στο χώμα ας παραμέναμε αενάως μετέωροι δεσμώτες εραστές ονειροφαντασμένος εγώ δεν μπορώ καλά καλά να πατήσω σε μια σίγουρη λέξη  κιόμωςζ...

αμφιβολία

η αμφιβολία ένας μοναχικός δρόμος τον πέρασες ξανά ξέρω πως  τα ψέματα σε κράτησαν μακριά η ζωή ένας σκληρός αγώνας  ενάντια στην κάθε διάψευση μα πώς μπορώ  να σε πείσω δεν έχω λόγια η περιγραφή  ανάρμοστη χειρονομία ανατέμνοντας  αυτό που οι  άνθρωποι απερίσκεπτα  λένε αίσθηση θα δεις πως όλα τα πράγματα που κρύβω μέσα είναι δικά σου ναι, πόνεσα δεν είναι ψέμα αλλά μέσ απ' τα δάκρυα άνθισαν τα μάτια μου γέμισε η αγκαλιά μου με το δικό σου σχήμα πάνω από τη στέγη μου ξενύχτησαν τα πιο γλυκά τραγούδια έχυσα το κρασί μου και ζωγράφισα στην πόρτα δυο  χείλη στις χορδές της κιθάρας αντήχησαν ξανά  μελαγχολικά και ομιχλώδη τα τραγούδια αυτά που γράφονται για την αγάπη είναι τραγούδια που γίνονται στα σκοτεινά η λάβα ξεχύνεται μέσα από τα πιο απόρθητα βάθη με τη σιωπή σου μεστώνουνε τα πιο ακριβά ποτά είναι  παράξενο μα ο πιο γλυκός πόνος στρώνει...

αγαπημένη

αγαπημένη είμαι και θα μείνω εδώ στο λέω απόψε δεν κοιμάμαι εκτελώντας χρέη κλεφτοφάναρου στο λογισμό σου εξαίσια παραδομένος δύο μέτρα χώμα ο άνθρωπος κι ο έρωτάς του το πιο βαθύ και σκοτεινό πηγάδι αγαπημένη θ' ανάψω τώρα όλα τα κόκκινα φιλιά σου καμωμένα από πηλό θα πέσω στα σκεπάσματα με τη δική σου σκέψη κρατώντας το κάγκελο σφιχτά θα σκαρφαλώσω μέχρι το χλωμό μισοφέγγαρο έτσι ν ανέβω μαζί με το νου μαζί με τον πόθο σου και να πετάξω ως τη θάλασσα μία και μισή μεσάνυχτα κι όλο γυρνώ γύρω από σένα πρόσεξε, στην πόρτα σου το πρωί οι στάχτες απ΄τα λόγια μου που πέταξαν θα χουν σκεπάσει σαν το χιόνι την αυλή σου

Κουδούνι

δεν μου μένει τίποτ  άλλο το τελευταίο μου προπύργιο παλεύω σ' έναν σκοτεινό πυθμένα που όλα τα τραβάει κάτω φοβάμαι να κοιτάξω το έρεβος με καλεί γλυκά το τραγούδι του χάους αντηχεί δεν  μπορώ με τίποτα πια να ζεσταθώ έχω κάψει όλα τα τραγούδια που θα έγραφα τι ωφελεί δεν ακούει κανείς αυτός που μένει πίσω να κοιτάζει τη σκόνη το ταξίδι χάνεται σαν μια υπόσχεση άπιαστη ακολουθώ μια σπείρα με τροχιά καθόδου κανείς δεν μιλάει το σώμα τοποθετείται χωρίς ψυχή τα κεριά σβηστά κανένας ήχος από μέσα μου ανεβαίνει μια υπόκωφη καταιγίδα το στήθος σπαράσσεται αναφιλητό που δεν βγαίνει δεν το ακούς δεν το νιώθεις που τρέμει στα χέρια σου βήχει, φωνάζει και αδειάζει το ίδιο του το σώμα χωρίς πνοή χωρίς ήλιο ένας κρύος αέρας σφυρίζει μέσα στο μυαλό άλαλοι τρελοί ξεχύνονται κατά το βουνό κάτω ο  κόσμος μαίνεται ο κόσμος που δεν με νοιάζει που μόνο εσύ με νοιάζεις που δεν έρχεσαι επίμονα που προσπερνάς και πάνω απ' το κορμί μου περνά...

Βέβηλη προσευχή

Ένα κομματάκι χαρτί σφίγγω μέσα στο χέρι σαν παιδί που λέει κρυφά \μια προσευχή για να περάσει από το σκοτεινό μονοπάτι\ φοβισμένο κλαίει ήσυχα στη γωνιά του όχι πως έτσι θα πρεπε αλλά ο φόβος κρυώνει τα μάτια θολώνουνε και δεν βλέπεις καθαρά τα γράμματα τα σύμβολα ακατανόητα σκοτισμένος νους ας ξημερώνει νωρίς κι ο ύπνος δεν έρχεται κι ο ύπνος δεν αρκεί ξυπνώντας τοσπίτι γεμάτο πέτρες και λευκά σεντόνια δεν υπάρχει πουθενά σκόνη αυτό δεν είναι φυσιολογικό ανοίγω την πόρτα διάπλατα'και δεν κρυώνω τρυπάνε το σώμα μου κεριά λιωμένα\, μωβ διάχυτα φώτα τραβάω τα ρούχα πιο πάνω ξαφνικά όπως θυμάσαι ένα φυλαχτό ή ένα τραγουδάκι που λέγαμε ή μια προσευχή μα τι πρόστυχα σκέφτεσαι στο συρτάρι στο συρτάρι όλα έξω κάτω, ανάκατα με τη μύτη χωμένη σαν λαγωνικό το ρούχο το εσώρουχο το ελάχιστο ύφασμα τρέξε, τρέξε υπάρχει χώρος ακόμα για μας κάτσε να πάω να προφτάσω δεν θα μας τον πιάσει κανείς το υπόσχομαι δεν θ αφήσω να μας τον πιάσει,.,.,...

Σκιές

Όταν τίποτα δεν φαίνεται σωστό ό,τι κι αν κάνω ό,τι πω όταν πέφτουν το βράδυ βαριές σκιές τίποτα πια δεν μοιάζει όπως χτες όταν ξυπνώ η ώρα τρεις και λέω πότε θα φανείς όταν τα λάθη μου μετρώ μου περισσεύουν τι να πω όταν πονώ γιατί πονάς δεν είναι τίποτα για μας είναι το σπίτι σιωπηλό και το ποτήρι μου θολό να συγχωρείς όσο μπορείς μα να μη σκέφτεσαι χωρίς γιατί περάσαμε πολλά και φτάσαμε ως εδώ, αλλά πόσα ακόμα δεν σου είπα κι απ τη ζωή μου ό,τι είχα εδώ μπροστά σου τ' αποθέτω στα μάτια μέσα όταν σε βλέπω όσα η καρδιά μου μόνο ξέρει να με κρατάς από το χέρι να μη φοβάμαι το σκοτάδι αν έχω το δικό σου χάδι ξέρω η ζωή πως δεν χρωστάει κι ό,τι καλό πίσω ζητάει λες κι είναι αμάρτημα μεγάλο ό,τι αγαπάς να θέλεις κι άλλο του έρωτα να 'χεις το σθένος μη μένεις στη ζωή σου ξένος φίλα με μόνο άλλα μην πούμε ποτέ ξανά μην κοιμηθούμε ποτέ μη βγούμε απ' το σπίτι μόνο στο φως του αποσπερίτη ν' αγαπηθούμε όπως ποτέ μας να μοιραστούμε τις ζ...

Χέρια

Ποιος είμαι εγώ που θα πω τι είναι τι δεν είναι όλα δικά μας κι όλα ξένα στο γνωστό στο άγνωστο μ' έναν κρύο καφέ στο χέρι περιπλανήθηκες δεν έχει σημασία πόσες ώρες μπορεί και χρόνια δεν ξέρω διαγράφοντας κύκλους κύκλους σιωπής όταν τίποτα δεν πάει χαμένη μέρα σκούπισμα σφουγγάρισμα έτσι περνά η ζωή απ' τη σκόνη στη βροχή το κρύο περπατάς περπατάς και δε λες να ζεσταθείς όλη αυτή η απόσταση για να γυρίζεις γύρω γύρω η μέρα φεύγει οι ώρες αδυσώπητα στη συνέπεια του τίποτα το εγώ ένα σκληρό κέλυφος για να προστατεύει από το τι ανηφόρα στο χιόνι να πηγαίναμε ναι εκδρομή λέει να παίζαμε αμέριμνα μα εγώ σου μιλώ κι εγώ, μα δεν με ακούς άνοιξε επιτέλους να μπει ο αέρας της νύχτας τώρα που θα μεγαλώνουνε πια τα βήματά μας θα πρέπει ν ακολουθούμε τα θέλω που μεγάλωσαν κι αυτά μωρό μου κατά το βουνό εκεί που ήμουνα και κρύωνα και δεν είχα ούτε τη σκέψη σου να σκεπαστώ' κλήση μήνυμα κλήση σαν συρμός σε σπασμένη γραμμή κλυδ...

ώρα

αυτή την ώρα που η κούραση υπερνικά όλοι έχουνε φύγει άλλοι  παρέα άλλοι τα παιδιά στο σπίτι στη βόλτα στα μπαρ οι φίλοι ανέβλεπα τον εαυτό μου απ' έξω θα αντίκριζα τι αλήθεια δύσκολο πράμα η νεότητα δύσκολη δουλειά να παλεύεις με το χρόνο \προσπαθώντας να δώσεις\ σχήμα να χωρέσεις\ σ ένα φιλί διαστέλλοντας πολύτιμες στιγμές μια απειροελάχιστη ένα πέρασμα ξυστά του θανάτου στο απόλυτο ποιος αποτολμά να εισχωρήσει να μείνει εκεί επιστρέφουμε στη μήτρα των πραγμάτων πορεία αντίστροφη ζάλη, πόθος δε νιώθεις μα όχι ίσα ίσα τόσο πολύ που ΄όπως το καυτό γίνεται παγωμένο πίσω και πέρα από κάθε λεκτικό γι αυτό και όσοι παλεύουμε με τα μικρά σφυράκια μας χτυπάμε στη μνήμη της πέτρας α, να πάλι παραλίγο να πω μνήμα γι αυτό ο έρωτας ορμή, κίνηση, αδιάκριτος ξεχειλίζει παντού στοπαρόνστοποτέ τι σημασία έχει ύστερα, μετά ναι, βρίσκω καυτό το μικρό σου δαχτυλάκι θα θελα σε μια στιγμή πλήρους παραφοράς στο στόμα πόσα λίγα σουζητώ τίποτα λ...

Στο νου

Τι τι σκέφτεσαι τι έχεις στο μυαλό σου για μένα για σένα βλέπω μόνο τα χρώματά σου άλλοτε κρυβόσουν πίσω από μια μάσκα τίποτα δεν άφηνες να ξεφύγει  απόλυτος έλεγχος μόνο εσύ ήξερες οι μέρες εναλλάσσονταν οι καιροί  άλλοι κάποτε ήταν κι η πολυτέλεια του σκορπισμένου χρόνου θα τα μαζέψω ύστερα δεν έγινε και τίποτα όχι, μην το λες μην  αργείς άργησες κι όμως αυτά τα χρώματα τα δούλευα χρόνια δεν ξέρεις εσύ δεν ήσουνα εδώ μάζευα το φως κάθε βράδυ το έκλεινα προσεκτικά σε μυστικά κάτοπτρα γι' αυτό βλέπεις τώρα και τα μάτια μου συχνά λάμπουνε αντανακλώντας σ' εσένα ό,τι πιο πολύτιμο έχω αποθησαυρίσει στη ζωή ό,τι αγαπώ το κατέχεις έτσι απλά χωρίς προσπάθεια δεν έχω παρά να απλώσω προς τα σένα και να σ' αγαπώ όπως σε φέρνω στο στόμα μου σαν το σταφύλι του χειμώνα και το μέλι  της πρώτης άνοιξης κι αν δεν με πιστεύεις δεν το 'χω σε τίποτα να βγω και να χορεύω στη βροχή ...

Πνοή

μικρό μου αγαπημένο κι άλλα πολλά κάνε το  όπως το είπες κι εγώ υπόσχομαι πως μ' ένα χαμόγελο να με θυμούνται όλοι έτσι αλλά το ζήτημα δενείναι τι θυμάσαι καιτι θα γίνει τότε τώρα είναι όλα αυτά  που ζητάνε επίμονα επανέρχεται κάθε πρωί μα και το βράδυ μπορείς και ζεις άντε λες μια μέρα ακόμα κι έχουν χαθεί τόσες όχι μην το λες ποιος τι έχασε εδώ κοίτα να εδώ κάτω από αυτό το δέρμα  με όλη μου την όσφρηση θα μπω και θα εισχωρήσω στους πιο κρυφούς πόρους ώστε και το πιο  σχολαστικό ψάξιμο να είναι περιττό] μπροστά στην τόσο επιμονή μα, το παιδί δεν είναι...  δεν μπορεί... πρέπει να το πάρετε απόφαση ναι, το παιδί θα ζει πέρα από τον δικό σας κόσμο ας είναι ευλογημένοι όλοι της γης οι απροσάρμοστοι οι ανερμάτιστοι όσοι δεν κατάφερανποτέ  ένακαιένα περήφανα  με όλους τους παλμούς  στο κόκκινο και την καρδιά να χοροπηδά κάνοντας τραμπάλσ σ...

Ανεξερεύνητος

Καταρτίζω σχέδια διαγράφω γραμμές επάνω στο κορμί σου απλώνεσαι μέσα στο σκοτάδι μου διαμπερής αχτίδα με διαπερνά το σχήμα των χειλιών σε οσμίζομαι γάλα και μέλι τα χείλη αυτά δεν μπορώ νακαταλάβω πώς διαγράφονται τόσο διαφορετικά όταν \το ζεστό καιγλυκό των μειδίαμα δεν καταλαβαίνω γυρίζω στο πλάι με την περιέργεια του παιδιού ή του εξημερωμένου\ μα τόσο διαφορετικά τόσο έντονα ένα περίγραμμα που δεν μπορώ να περιγράψω ίσωςμόνο να, μου θυμίζει κάτι θεσπέσιες γυναικείες υπάρξεις στα κόμικς δεκαετία ενενήντα πόσα χρόνια πέρασαν χαμένα ξοδεύτηκαν ' σε ένα τίποτα χαζεύοντας άσκοπα περιφέροντας ένα σώμα πρόσφορο αλλά χαμένο στη δική του παραφορά ένα άλμα στοχρόνο κέντρο, πιο νότια πιο ψηλά κι όσο ο καιρός εγγίζει το όριο τόσο ανεβαίνουμε και πιο πάνω ίσως όταν φτάσουμε στηνκορυφήπια ίσως τότε να μπορούμε να λέμε και να γελάμε αναδρομικά με ασφάλεια μη διακινδυνεύοντας πλέον να χαθούμε ξανά στο ερεβώδες σπείρωμα του ανεξερεύνητο...

Κυριακή

Κοίτα, εγώ που μένω εδώ και πάντα περιμένω εδώ ακόμα μια Κυριακή εγώ εδώ και συ εκεί Να σφίγγω το σεντόνι μου να σε θυμάμαι μόνη μου που μέσα μου σε κράτησα σ ένα κορμί σ' ανάστησα Πόσο σε θέλω δεν μπορείς να νιώσεις και να το σκεφτείς στο δρόμο σ' είδα να περνάς τα δύσκολα είναι για μας Ήταν το μεσημέρι μας που έλαμψε τ' αστέρι μας μας πήρε ως τ΄απόγευμα και βγήκαμε στο λιόγερμα Και σαν χαμογελούσαμε λες και μαζί ξεχνούσαμε της μέρας τα παράταιρα εμείς να ζούμε άκαιρα Γιατί ο καιρός μας άργησε που βρήκε πού μας άφησε να δέρνουμε τα κύματα με δυο κορμιά κι αισθήματα που όσοι δεν τα νιώσανε κι άλλοι τα μετανιώσανε δεν ξέρουν τι θα πει να ζει κάθε ψυχή χωρίς μαζί μα εγώ είμαι απ΄το αίμα σου πνοή και φως στο βλέμμα σου κι αν χάνομαι στη μέρα, δες, γυρνώ μες στο δικό σου χτες και παίρνω απ' τα χείλια σου νερό και τα κοχύλια σου τα κρύβω μες τα χέρια μου τα λάγνα μεσημέρια μου να τα χορτάσω δεν μπορώ αλλά και πάλι στο χρωστώ πο...