Εντάξει τώρα
και συ
έγραψες
τις πέντε γραμμές σου
και κάτι έκανες
δεν είναι ίδιες
όλες οι μέρες
δεν το καταλαβαίνεις
δεν με καταλαβαίνεις
κάνουμε κύκλους
τα σύννεφα πετάξανε
πιο χαμηλά
σκεπάσανε
τη λεμονιά στην αυλή
έβλεπα τους περαστικούς
κι είχα μέσα μου
ένα κρύο
ξαφνικά
σαν να με άγγιξε
μια παγωμένη ανάσα
δεν βλέπεις πως
κουράζομαι
πέντε σκαλιά ουρανό
πώς να τ ανέβεις
άπλωσα τα προχθεσινάσου κύματα
αντικρίζοντας την ανατολή
κι έλεγα πως πετάω
απλώνω τα πόδια μου
στο χώμα
τυλίγομαι τ αρώματα
που επάνω μου αναγνωρίζεις
ως κι η φωνή μου
είναι κόπος μεγάλος
κι έχω μια κούραση
που με κυριεύει
τι αλαζονεία
μάταια προσπαθείς
δεν υπάρχει κάτι
για να καταλάβεις
κι όσα δεν καταλαβαίνεις
τόσο το καλύτερο
ποιος μάζεψε ποτέ
τόσα πολλά όστρακα
και ορυκτά
όσες κι οι σκέψεις
που μαίνονται υπογείως
ταίριαξες πάνω σου
μια παλιά μου φωτογραφία
μη με κοιτάζεις
δεν θα δεις τίποτα
από μένα
μην ψάχνεις σημεία αναγνώρισης
άφηνέ με
πότε πότε
να χάνομαι στο χρόνο
και μη ρωτάς πια περισσότερα
ίσως να μη χρειάζεται
κάποτε
να εξηγούμε
ποιος ο λόγος
για όλα
να υπάρχει κι ένας λόγος
είναι μικρά τα μάτια σου
δεν φτάνουν πιο μακριά
δεν φτάνουν
τόσο κοντά
όσο μέσα μου
πόσο πολύ θέλω
να μείνεις εδώ κοντά μου
και πόσο θέλω
να βυθιστώ μόνη
εξάλλου
δεν είσαι για πολλά πολλά
κι όσα καταλαβαίνεις
και γίνονται έτσι ώστε
ένα κι ένα
και πάλι καλά
ένα πέπλο
που το παίρνει ο αέρας
παρασέρνοντάς το
σε μια σκοτεινή θάλασσα
αφέγγαρη νύχτα
που τα σιωπηλά φεγγάρια
στέκουν σκεφτικά
επάνω μας
στον ανήσυχο ύπνο μας
έγνοιες, κόποι
σήκω, τρέξε,
το πρωί
τι ώρα
μπαίνουμε
καφέ
και είκοσι
παρά τέταρτο
δεν περνά
δεν περνάς
θα σε δω
δεν θα σε δω
θα τα πούμε
τα λέμε
ναι, μετά
πάντα σχεδόν μετά
βαρετά
τρέχω έξω
βλέπω τον εαυτό μου
να ορμά
στην παραλία
ανοίγοντας τα παράθυρα στο κρύο
τι έχω κάνει
πού έχω φτάσει
δεν περιμένω να μου πεις
μόνο έλα
μη με ακούς
μάζεψε τα πιο όμορφα τραγούδια σου
και έλα
εγώ είμαι δω
πες μου
κάνε μου
δώσε μου
και πάρε μου
σήμερα
και συ
έγραψες
τις πέντε γραμμές σου
και κάτι έκανες
δεν είναι ίδιες
όλες οι μέρες
δεν το καταλαβαίνεις
δεν με καταλαβαίνεις
κάνουμε κύκλους
τα σύννεφα πετάξανε
πιο χαμηλά
σκεπάσανε
τη λεμονιά στην αυλή
έβλεπα τους περαστικούς
κι είχα μέσα μου
ένα κρύο
ξαφνικά
σαν να με άγγιξε
μια παγωμένη ανάσα
δεν βλέπεις πως
κουράζομαι
πέντε σκαλιά ουρανό
πώς να τ ανέβεις
άπλωσα τα προχθεσινάσου κύματα
αντικρίζοντας την ανατολή
κι έλεγα πως πετάω
απλώνω τα πόδια μου
στο χώμα
τυλίγομαι τ αρώματα
που επάνω μου αναγνωρίζεις
ως κι η φωνή μου
είναι κόπος μεγάλος
κι έχω μια κούραση
που με κυριεύει
τι αλαζονεία
μάταια προσπαθείς
δεν υπάρχει κάτι
για να καταλάβεις
κι όσα δεν καταλαβαίνεις
τόσο το καλύτερο
ποιος μάζεψε ποτέ
τόσα πολλά όστρακα
και ορυκτά
όσες κι οι σκέψεις
που μαίνονται υπογείως
ταίριαξες πάνω σου
μια παλιά μου φωτογραφία
μη με κοιτάζεις
δεν θα δεις τίποτα
από μένα
μην ψάχνεις σημεία αναγνώρισης
άφηνέ με
πότε πότε
να χάνομαι στο χρόνο
και μη ρωτάς πια περισσότερα
ίσως να μη χρειάζεται
κάποτε
να εξηγούμε
ποιος ο λόγος
για όλα
να υπάρχει κι ένας λόγος
είναι μικρά τα μάτια σου
δεν φτάνουν πιο μακριά
δεν φτάνουν
τόσο κοντά
όσο μέσα μου
πόσο πολύ θέλω
να μείνεις εδώ κοντά μου
και πόσο θέλω
να βυθιστώ μόνη
εξάλλου
δεν είσαι για πολλά πολλά
κι όσα καταλαβαίνεις
και γίνονται έτσι ώστε
ένα κι ένα
και πάλι καλά
ένα πέπλο
που το παίρνει ο αέρας
παρασέρνοντάς το
σε μια σκοτεινή θάλασσα
αφέγγαρη νύχτα
που τα σιωπηλά φεγγάρια
στέκουν σκεφτικά
επάνω μας
στον ανήσυχο ύπνο μας
έγνοιες, κόποι
σήκω, τρέξε,
το πρωί
τι ώρα
μπαίνουμε
καφέ
και είκοσι
παρά τέταρτο
δεν περνά
δεν περνάς
θα σε δω
δεν θα σε δω
θα τα πούμε
τα λέμε
ναι, μετά
πάντα σχεδόν μετά
βαρετά
τρέχω έξω
βλέπω τον εαυτό μου
να ορμά
στην παραλία
ανοίγοντας τα παράθυρα στο κρύο
τι έχω κάνει
πού έχω φτάσει
δεν περιμένω να μου πεις
μόνο έλα
μη με ακούς
μάζεψε τα πιο όμορφα τραγούδια σου
και έλα
εγώ είμαι δω
πες μου
κάνε μου
δώσε μου
και πάρε μου
σήμερα
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου