Σαν κανονικοί
τώρα θα δεις
θα φυσήξει ένας αέρας
από τα δυτικά
και θα φέρει
εδώ μέσα στο πιάτο
όλη τη θλίψη
της μεθεόρτιας κόπωσης
τα μάτια σου
δεν θα 'ναι πια
υγρά
κάποιες σκέψεις
θα περνάνε
σαν σύννεφα βιαστικά
το παιχνίδι
θα είναι βαρύ
θα γελάμε, ναι,
και θα 'μαστε
στο τελείωμα της έκφρασης
κομμάτι σκεφτικοί
τα παιδιά μου
μαθαίνουν ν' αναδεύουν
το πιο βαθύ χρώμα του δειλινού
κάνοντας κούνια
στην ακροθαλασσιά
κι ούτε που μπορέσαμε
λίγο να βαδίσουμε
κοιτώντας πέρα στα νησιά
το κύμα ερχότανε ορμητικά
κι όμως δεν έσκαγε
την τελευταία στιγμή
μόνο έσβηνε με κρότο υπόκωφο
τα δάκρυα ήρθαν αργά
και ξέπλυναν
τα χτεσινά ποτήρια
με το κόκκινο κρασί
δεν είχαμε γιορτή
δεν πλαγιάσαμε κουρασμένοι
με το χνώτο μας βαρύ
απ' τ αλκοόλ
και την καύλα να οσμίζομαι
μέσα απ' τ ανοιχτό σου ρούχο
μαζέψαμε τα πολύχρωμα δώρα
τα πιο ανέμελα χαμόγελα
και τα πιο περιττά
περιτυλίγματα
κι όλα ανακατεύτηκαν
στην παχιά άμμο της μνήμης
είχες δίκιο
δεν ένιωθα πια πάνω μου
παρά ένα άκαιρο κρύο
εγώ που βγαίνω
φορώντας μόνο ανοιξιάτικα επίθετα
Σαν να ήταν όλα
κανονικά, συνηθισμένα:
το μεσημεριανό τραπέζι
ο ήλιος αντίκρυ στη τζαμαρία
οι γλάροι ζαλισμένοι στην προκυμαία
τα σπίτια με τα στολίδια ακόμα...
Μόνο που
ανεβαίνοντας την Κηφισίας
πώς μεγάλωσε δες η μέρα
πώς μεγάλωσα κι εγώ
και δεν βρέθηκε
παιδί μου
ένας άνθρωπος
να μου το πει
να παίρνω το κουράγιο μου
που ερωτεύομαι και ζω
και ξαναζώ
κάθε φορά
κάθε χρονιά
εγώ στο εσύ
κι εσύ εγώ
σαράντα οκτώ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου