Κορίτσι με τα χρυσάνθεμα
στα μικρά χεράκια
αγκαλιάζει τον ίδιο τον ήλιο
χαμογελάς αμέριμνα
δεν βλέπεις τα σημάδια
της καταιγίδας που μαίνεται
πόσο σε ζηλεύω
στη ζεστή αγκαλιά της μαμάς
στο λεωφορείο
πηγαίνοντας στο σπίτι
μετά από μια όμορφη βόλτα στο πάρκο
πόσο κοντά είναι η ευτυχία
θεέ μου
τα πράγματα που μας κάνουν
και χαμογελάμε
ποτέ ξανά
δεν θα βρούμε
αυτό το αθώο κοριτσίστικο
χαμόγελο
ποτέ ξανά, μητέρα,
δεν θα γεννηθούμε μόνο
για ν' αγαπάμε το φως
να σκαλίζουμε με τα χέρια το χώμα
και να επιστρέφουμε ευτυχισμένα
στο μεσημεριανό τραπέζι
με κάνεις τόσο χαρούμενο'
σε βλέπω και θέλω να κλαίω
δεν μπορώ ν' αντικρίζω
την αθωότητα
στα ξανθά σου μαλλάκια
ταιριάζουνε τόσο
τα χαρούμενα χρυσάνθεμα
πόσα πράγματα
όμορφα και μοναδικά
περνάνε δίπλα σου
ενώ τρέχει το λεωφορείο
δεν χρειάζεται να καταλάβεις τίποτα
όχι τώρα
αργότερα,
προσπαθούμε να παραστήσουμε
έναν κόσμο που μαραίνεται μεγαλώνοντας
πόσο σε ζηλεύω για τη μικρότη σου
βλέπεις, εμείς,
δεν μπορούμε πια να σταματήσουμε
να κυλάμε
όλο και πιο γοργά
όλο και πιο μαυλιστικά
να μπορούσα μια στιγμή
να ξαναδώ τον κόσμο
μέσα απ' τα μάτια σου
καθώς απομακρύνεσαι
πάρε μαζί σου
ως εντύπωση παράξενη
της μέρας
ένα αχνό, αμήχανο χαμόγελο
του περαστικού ποδηλάτη....
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου