Ποιος μπορεί να δει
μέσ' απ' το κλείστρο
του χρόνου
το 68
πόσο μακρινό
στα μάτια των παιδιών
κατά κάποιον τρόπο
είμαστε ήδη
η παρωχημένη αντανάκλασή μας
το φως που φτάνει
με καθυστέρηση
ώρες ώρες
δεν αντέχω ούτε τη γάτα
επίμονα πέφτει στα πόδια μου
πώς ν' αντέξω τον εαυτό μου
οι μέρες που μέλλονται
να περάσουν
βαραίνουν ήδη επάνω μου
σαν το τελευταίο φως
σαν προπομπός της άλλης μέρας
έφυγαν ώρες και ώρες
στην αναμονή
στο περιθώριο
άτομα 1
επάνω κάτω
επάνω κάτω
ανεβαίνω σκάλες
και θυμάμαι
καλοκαιρινά απογεύματα
ν' ακολουθώ την αρμύρα
στη φτέρνα σου
κάτι να με τραβά
ίσια κατά πάνω σου
μετωπική
μη με λυπάσαι
έλα να συντριβούμε γλυκά
εκφέροντας
ερωτικά ολοφυρόμενα μέλη
αν μπορούσε να φυτρώσει
απ' όλο αυτό το αλάτι
η ρίζα μου
πάνω σ' αυτό το βράχο
θα έβγαινα κάθε βράδυ
ατενίζοντας τα μπάρκα
τη γραμμή των φώτων
ίσια στα ντοκ
μόνο που δεν έχω
θαλασσινά φύλλα
είμαι μονάχα μία ρίζα
τα κλαριά μου δέονται
μια ρίχνονται χάμου
μια υψώνουν στο θεό
δεν έχουν μέτρημα σωστό
ή θα περσσεύω
ή θα ζαρώνω απ' το κρύο
τώρα όμως να
κατά τα μέρη της άνοιξης
θα ξεπετάξουμε ωραία φορέματα
και με το πέδιλο
τη γάμπα στον ήλιο προσάναμμα
θα διαλυθεί μονομιάς
ετούτη η ανάγκη
θα γελάμε ξανά
με όλο το σώμα
θα βγαίνουμε μετά
στους εξώστες γυμνοί
καπνίζοντας τα κορμιά μας ακόμα
αναμμένα θ' αχνίζουνε
και θ' ανεβαίνει σαν θυμίαμα ο καπνός
αντανακλώντας στο πρόσωπό σου
τα λευκά σου δόντια
το ασημένιο θάμβος
αργά η ώρα δύο
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου