Ποιος νοιάζεται για το λίγο
για το πολύ
όταν σε έχω μέσα στα χέρια μου
ανθίζω
σαν τους ανθούς που έχουν σκεπάσει
την αυλή
τη δική μου και κανείς
δεν το γνωρίζει
Σε ξέρω τόσα χρόνια πριν
ήσουνα πάντα
εδώ κοντά μου με κάθε βήμα
πιο κοντά
αυτή η άνοιξη που άργησε να ρθει
μα πια κανείς μας
δεν φοβάται τους χειμώνες
έριξα πάνω μου τα δυο στερνά φιλιά
και των ματιών σου το γλυκύτατο
το φέγγος
πήρα τους δρόμους και κοιτούσα
εκεί ψηλά
μέσα απ' τα σύννεφα τους ήλιους
τους κρυμμένους
ας σ' είχα πάλι εδώ απόψε αγκαλιά
έχω μονάχα τη μυρωδιά
που παραστέκει
κι αν η καρδιά μου είναι γεμάτη και πονά
γλυκά πονά κάθε στιγμή μας
ανασταίνει
οι άνθρωποι φεύγουν, φωνάζουν και θυμώνουν
όλοι είναι μόνοι
κανείς στα μάτια δεν κοιτά
κι αυτό το χέρι που γλιστρά
απ' το τιμόνι
στα γόνατά σου μεθυσμένο
ακουμπά
γλυκό κρασί εγώ δεν ήπια, μόνο μια στάλα
από τα χείλη σου
απόσταγμα ακριβό
τώρα τυλίγομαι με πόθο το σεντόνι
και με μια άφατη χαρά
σε αγαπώ
ξέρω κοντά μου θα ξανάρθεις
περιμένω
με αγωνία ο σφυγμός μου
θα χτυπά
κι όταν ακούω στα σκαλιά
αγαπημένη
το βάδισμά σου
φτερουγίζουνε πουλιά
που απ' την καρδιά μου παίρνουν νερό
να στο προσφέρουν
κι από τα χείλη σου ανάσα
και φιλιά
κάθε φορά πρώτη φορά
θα ναι για μένα
κι όλο καλύτερα
θ' απλώνω τα φτερά
μείνε κι απόψε λίγο εδώ να σε κρατήσω
και κοίταξέ με όπως κοιτάς
έτσι βαθιά
αγαπησέ με είναι η νύχτα ερωτευμένη
σαν ξημερώσει πάλι θα σ΄ έχω
αγκαλιά
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου