Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Δεκέμβριος, 2016

Στο περιστύλιο

Στο περιστύλιο το φως και η σκιά τα πέπλα που υφαίνουν σκοτεινοί ακροβάτες σαν φωτάκια που κρέμονται από τις στέγες των σπιτιών διαβαίνοντας πέρασαν πολλά λόγια που ειπώθηκαν και άλλα με την ορμή των αβέβαιων πολλαπλών ειδώλων στάθηκα με βεβαιότητα πίσω από τους καθρέφτες με την ψευδαίσθηση του βάθους να μην κάμπτει τη θέλησή μου στο περιστύλιο επανέκαμψαν οι γυμνές χορεύτριες οπάλινα σώματα στη σμίλη του χιονιά το αληθινό και το μη ένα διάχυτο μεσημέρι' ο χορός και η σκιά τα μέλη ή ο άνεμος να είναι που λικνίζονται ονειροπόλοι χαρταετοί αντιφεγγίζουν στα χαρούμενα μάτια των παιδικών χρόνων κι ο αιώνας κυλάει κυλάει εμείς γλιστράμε απαλά επάνω στο φρέσκο χιόνι χωρίς να βρέχουμε τα ρούχα μας πετάμε επάνω από τα βαριά σύννεφα ανάλαφρες οι καρδιές μας φτερουγίζουν κι ο ήλιος λάμπει πίσω από τα μάρμαρα γιατί θα έρθω να σε βρω γιατί θα έρχομαι υμνώντας στο ναό σου χωρίς να χρειάζεται ν' αρθρώνουμε το παραμικρό πια ανόητα λόγια μόνο να χορε...

Πες μου ταξίδι

Ένα ταξίδι σαν αυτά που όλοι οι άνθρωποι δικαιούνται στη ζωή ας μην πάμε μακριά ας δούμε τους γλάρους να πετάνε χαμηλά χωρίς έπαρση τις μέρες να μακραίνουν γλυκά με τον καφέ στο χέρι και ρούχο ελαφρύ να φυσάει λίγο ένα δροσερό αεράκι ο ήλιος ν' αντιφεγγίζει στα γυαλιά ας μη γράψουμε πολλά χιλιόμετρα δεν έχει σημασία η απόσταση πόσο μακριά και πώς αρκεί να ξεκινήσεις μην πεις ποτέ πως άργησες δεν δειλιάζουμε μπροστά στην ίδια τη ζωή δε ρωτάμε πώς και τι μόνο να όπως και τώρα δώσε μου το χέρι είμαι έτοιμος δεν ακολουθώ για μια φορά δεν με πάει κανείς εγώ πηγαίνω κι όσο στρέφεις και βυθίζομαι στα μάτια σου λίγο πριν ανάψουν όλα τα φανάρια τότε ξέρω πως πηγαίνω με βήμα σίγουρο την καρδιά γεμάτη με μιαν άνοιξη κρυφή που μέσα μου ανοίγει ένα δρόμο ρίχνοντας φως η αγάπη μου είναι ένα χρυσό λιβάδι που απλώνεται ζεστό απομεσήμερο πίσω απ' το τζάμι τρέχοντας με ταχύτητα εκεί που θα ναι το σώμα λεύτερο με τη γύμνια του καθαγιάζοντας  το...

Το βλέμμα

Να πάμε μία βόλτα ακόμα παραπέρα λίγο ακόμα σχεδόν φτάσαμε άφησέ με να σε παρατηρώ με την άκρη του ματιού κοίταζέ με ευθεία στο κέντρο της όρασης θα δεις έναν αληθινό άντρα που ενδύεται το παιδί τον νέο το μεσήλικα τον άνου ηλικιωμένο ήρθαμε σ' αυτή τη ζωή μόνο και μόνο για να αναζητήσουμε αυτά τα λίγα τα μέγιστα του νοήματος ποιος τρελός ή θεός  - ίσως ένα και το αυτό - το βρήκε ποτέ μόνος του; ποιος περιπλανήθηκε ως την άκρη της γης ή μέχρι το κοντινό ακρογιάλι αντικρίζοντας μόνος έναν ήλιο που μόνο με την έκσταση των σωμάτων μόνο με τα σήματα υγρά ανασαίνοντας γρήγορα μόνον έτσι μπορείς να δεις μέχρι που φτάνει αυτό το βλέμμα που με τόσο θέλγος και τόση γλυκιά αλήθεια χύνεται επάνω μου απόγευμα της μέρας που ήδη κερδίζει λεπτό το λεπτό πιο πολύ κι από τα χείλη που άγγιξα πιο πολύ με γέμισε ως τα βάθη της ψυχής μου αυτό τόσο πλήρες που σχεδόν με γλυκό πόνο αναπολώ

Ακόμα

Όλοι γυρίζουν έξω στις πλατείες φωταγωγημένες περιφερόμενες περσόνες με χαμόγελα άσκοπες συναναστροφές ξόδεμα σώματος  ένας κύκλος που  δεν κλείνει πουθενά τα γιορτινά τραπέζια η θλίψη του μετά κάποιος πρέπει πάντα να μαζεύει τ' απομεινάρια της μέρας πεταμένες συσκευασίες χρυσές κορδέλες εχθές είδα στην άκρη του δρόμου ένα φτηνό αρκουδάκι πεταμένο κούκλες χωρίς χέρια τα παιχνίδια που ξεχάσαμε ίσως και να κείτονται κάπου ίσως κρυμμένα σε κούτες καταχωνιασμένα στο πατάρι δεν θέλω να μείνω μόνος αυτή η δίνη φωτός με αποξενώνει αν δεν σε αγγίξω εδώ αν δεν βεβαιωθώ πως η αίσθησή μου είσαι ακέραια αν δεν μεταγγίσεις μέσα μου και δεν σου μεταγγίσω δεν ξέρω αλλιώς τι υπάρχει θα βγω να περπατήσω κι άλλη μια μέρα σαν όλες τις άλλες θα κλείσει ένα γύρο από τα Τουρκοβούνια την ώρα που το κρύο θαμπώνει το τζάμι κι η γάτα χώνεται κάτω απ' το καλοριφέρ μετά γυρνώντας θα σε φέρω ξανά κοντά μου όσο πι...

Εικονολάτρης

Να στόλιζα τα χέρια και τα πόδια σου να σε φιλώ γλυκά να σε φιλώ να μην αφήσω  ούτε μια τόση δα σπιθαμή απ' το κορμί ν' αγγίζω με πόθο  και χαρά κάθε σου άκρη και κρυφή πτυχή τίποτα που να μη γευτώ να μην αφήσω ρουφώντας κάθε σου πηγή τα χείλη μου διψάσανε για σένα κι έσκυψα να σου ψιθυρίσω τα λόγια μου να νιώσεις την κάθε μου δόνηση μέσα σου να ενσταλάξω χωρίς κανένα όριο τίποτα μη μετράει σε χρόνο σε λεπτά μόνο σε χάδι  και φιλί πώς να χορτάσω  αυτή την πείνα πώς να ημερώσω πες μου πώς γίνεται να πάψω  μέσα από σένα ν' ανασαίνω σε έβλεπα το βράδυ απ' τη μισάνοιχτη την πόρτα σημάδευα τα χείλη με το βλέμμα μου επάνω σε κάθε σου καμπύλη κρυφά και λάγνα έτσι που ερωτεύομαι την κάθε σου εικόνα που μπορώ να αποσπάσω μετά αργότερα σε βλέπω και αφήνομαι χαράζω μέσα μου το χείλος σου στα μάτια που κοιτάζουν που τόσο σίγουρα μιλάνε για τον έρωτα που απ΄τη μορφή σου ξεχειλίζει...

Μαντήλι

Το μαντήλι επάνω του έχω αφήσει τα υγρά μου αποτυπώματα άλλοτε στα κλεφτά σε μια ωριαία απόδραση μ' αρέσει έτσι να σκέφτομαι πως είμαι μαζί σου ως υπόμνηση που φυλάσσεται βαθιά χαραγμένη μέσα στις ίνες του μεταξιού ένα μικρό στίγμα εκεί δίπλα στο λαιμό σου την ώρα που βαδίζεις ή στο αυτοκίνητο όταν με άλλον κόσμο ανυποψίαστα κανείς δεν γνωρίζει και δεν μπορεί να διακρίνει αυτά τα σημάδια αλλά πόσο επικίνδυνα σαγηνευτικά με τυλίγει έτσι απλά γύρω σου κι εγώ απλώνομαι ανεπαίσθητα κατεβαίνω από το λαιμό αγγίζω απαλά τα χείλη όταν φοράς τ ακουστικά σου νιώθεις μέσα σου το δικό μου παλμό μισανοίγεις τα χείλη κ αφήνεις να ξεφύγει ένας μικρός αναστεναγμός μια ανάσα κάπως κοφτή ή και πιο βαθιά εκείνη τη στιγμή θα είμαι απόλυτα εκεί δικός σου ψίθυρος ανάσα που καίει στα κάτασπρα δόντια θα λάμπει σφοδρός αυτός ο πόθος ακόρεστα θα ανεβαίνει επίμονα ζητώντας λύτρωση ο  έρωτας δεν θα ζητάει παρά μονάχα όλα όσα μπορεί να έχει σ ένα μαντήλι τυλίγοντας...

Αποθυμώ

Άκουσέ με είμαι εγώ που μιλώ κάποτε τα λόγια μας θα πάρουν τη χροιά  του επείγοντος κι όμως δεν θυμάμαι πια τι σημαίνει χρόνος ένα εύθραυστο απομεσήμερο ή το τρεμάμενο φως από δεκάδες κεριά χαμηλώνουν τα φώτα και οι καλοί άνθρωποι πέφτουν σε ζεστές αγκαλιές χωρίς καν να υποψιάζονται το κρύο που χτυπάει στο τζάμι σαν επίμονη επανάληψη ένα μοτίβο που το λένε μείνε λίγο ακόμα μετά θ' ανέβουμε το δρόμο και θα κάνουμε έναν κύκλο όχι από τη σύντομη διάβαση όχι σύντομα να ξεντυθώ να ετοιμάσω το αυριανό μου απαράλλαχτο ρούχο στην κρεμάστρα θα έβρισκα τα παρήγορα ανταλλάγματα της μνήμης μη μου στερείς άσε με να εισχωρώ στα άδυτα που σ' αγκαλιάζουν εγώ αποκτώ  ξανά\ τη χαμένη μου όσφρηση μόνο και μόνο για να σε ξαναβρίσκω κάθε βράδυ τίποτα ακόμα δεν έχω μάθει θέλω ξανά όλα να μου τα ορκιστείς μόνο στα χείλη σου θα  υπάρχω ακέραιος γελώντας θα σε υποδεχτώ ανάβοντας τα φωτάκια με δυο κού...

Θα σε βρίσκω

Ο χρόνος είναι πόνος ένας περιφερόμενος αγύρτης στιγμές που θέλω  να σε κατακτώ κι άλλες σαν παιδί να κρύβομαι στην αγκαλιά σου να κατοικώ σε αυτό το σώμα που ελλείπω χρόνια που  άστεγο μένοντας έριξε τις ρίζες του βαθιά αναζητώντας διψούσε τόσο ρίζωσε στην πικρή πέτρα ένα ελάχιστο πέρασμα μια σχισμή  ώσπου να ρθει το φως κι όμως μέσα απ' το πιο άνυδρο τοπίο αναδύθηκαν  τα πιο λαμπερά χρώματα ένα καλειδοσκόπιο  η καρδιά μου αντανακλά σ' αυτό  το φωτεινό χαμόγελο στο ελπιδοφόρο βλέμμα είμαι εγώ μου λέει - μη λέμε τίποτα είμαι εδώ με το κλειδί κάτω από τη γλάστρα το παράθυρο ανοιχτό και τα ποτήρια στο τραπέζι θ' ανάψω ένα βράδυ όλα μου τα κεριά που φυλάω για σένα και θα τ' απλώσω στο δρόμο απ' το βουνό ως την ακτή να βλέπει η αγάπη μου να φτάνει ως εμένα μετά θα φυσήξουμε μία κι όλα τα φώτα της πόλης θα σβήσουνε μεμιάς δεν θα υπάρχει άλλο τίποτα παρά μόνο εμείς καθώς ...

Στην άλλη πλευρά

Περιφερόμενοι αενάως όμορφοι και ορμητικοί\ υψιπετείς των εραστών ψίθυροι εστιάζοντας στο βλέμμα μέχρι που τα μάτια πονούν\ αγγίζοντας  ανακαλύπτω μέσα μου ένα καυτό κύμα\ διαπερνάει ακέραιο\ δεν κλείνω ούτε\ ένα βλέφαρο υπερβατικά η εικόνα σου\ αποκτά κίνηση με πλαστικότητα θεληματικά όπως υποδηλώνει  η γραμμή του κάτω χείλους\ χείλη που έσκυψα' για να σας φτάσω ανεβαίνοντας ανάποδα\ στην ορμή του χρόνου κάθε φορά ολοένα ανακαλύπτοντας το σαρκώδες υπόστρωμα σχεδόν νιώθω\ το σφρίγος τους και με ένα ρίγος να διαπερνά από πάνω ως κάτω βυθίζομαι περισσότερο σε αυτή την πραγματικότητα της όρασης\ δεν καίονται μόνο τα μάτια\ οι κόρες διαστέλλονται στα σίγουρα\ όλη η ύπαρξη τεντώνεται για να φτάσει λες λίγο πιο πέρα να διαπεράσει το κλικ της στιγμής και σαν φως που τυφλώνει αλλά και δίνει μια διαύγεια εκθαμβωτική  στα πράγματα\ να θρυμματίσω το χρόνο να μπω μέσα στο πλαίσιο\ να τα φιλήσω ' να τα...

Τα φώτα της Κυψέλης

Κοίτα το βράδυ τα μικρά και μεγάλα φώτα στα στενά της Κυψέλης τα μαγαζάκια τον καθημερινό μόχθο και τα ευτυχισμένα μάτια των ανθρώπων που ευόδωσαν στον καθημερινό τους κάματο να κρατήσουν στα χέρια τους αγαπημένα χέρια όμορφα στολισμένα με τη στοργή των οικείων τα πρόσωπα που μας κάνουν και κλείνουμε ήσυχα τα μάτια μας γλυκαίνοντας το σκοτάδι να μην ξυπνάμε μέσα στη νύχτα υπνοβάτες ακόμα' κι όταν πια έχει ξημερώσει τα κορμιά μας γίνονται αγωγοί του φωτός εμείς τα παραγεμίζουμε καπνούς κι άναρθρα λεξιλόγια είναι τόσο απλό το αλφάβητο του έρωτα όλα ταιριάζουνε όλα στη θέση τους αρκεί ν' ανηφορίσουμε ξανά τα στενά της πόλης μας εδώ έχεις αφήσει να περιφέρεται ένα κορίτσι με κοντά μαλλιά πέντε έξι δρόμους παρακάτω στρίβοντας τη γωνία πάντοτε βρίσκω μπροστά μου ένα πέτρινο σπίτι χωρίς παράθυρα ερμητικό και λυπημένο θέλω από καιρό να μπω μέσα ν' ανοίξω ένα πέρασμα για να περνάει ο ήλιος από τη μια μεριά μέχρι την άλλη ν...

Γυμνές ψυχές

Ναι επαίρομαι επάνω σου διασχίζω χιλιόμετρα υγρά ολισθαίνοντας στο εσώτερο σημείο που ένα σημάδι αφικνούμαι με την αποσκευή του έρωτά σου κατάφορτη τόσο που δεν με φτάνει πια το σώμα μου μισό χωρίς την έκτασή σου μέσα στο χώρο δεν γίνεται να μετράω τις αποστάσεις τις σκέψεις και τις επιθυμίες έξω από τη δική σου γεωμετρία με τον πηλό στα χέρια ένας κόκκινος κύκλος τα χείλη δαχτυλίδια φωτιάς σαν το γύρο του θανάτου σ'  ένα κλειστό βαρέλι αυξάνοντας τους παλμούς ανεβαίνοντας όλο και πιο ψηλά τόσο που φτάνοντας στο χείλος με κίνδυνο να εκτοξευθείς στο χάος εκεί έξω μην με αφήνεις στο εχθρικό πεδίο των διάσπαρτων νοημάτων δεν τα καταλαβαίνω αν αν μείνω και πρέπει λέει να να λύσω αυτό το γρίφο δεν θα τα καταφέρω λιγοστεύω απότομα όταν πρέπει να γίνω πάλι το ατομικό μου κέλυφος δυο στιγμές αλήθειας όλες κι όλες ίσως και τρεις προλαβαίνουμε μετά βίας ας είναι η μία απ' αυτές να κρατά -  θεέ μου - όσο τα σώματά μας δεν είναι πια σώματά...

Ανείπωτα

Ήλθες\ όπως ακριβώς όταν σε περίμενα\ περιέχυσες ένα γύρο τα ιάσματα στο σώμα μου\ πήρες από πάνω μου\ όλη την κακουχία της ανυποψίαστης καθημερινής απουσίας διέρρηξες όλα μου τα κρυφά διπλωμένα επιθυμητικά επιφωνήματα και είπα με αλαλαγμό θεέ μου και ξανά θεέ μου εκλιπαρώντας να\ μην οριστικοποιηθεί ποτέ αυτή η μέθεξη ιερό απόγευμα και οι λύχνοι ίσα που  αχνοφέγγιζαν μέσα διακαής  συνειδητός έμπυρος\ ακόλουθός σου ήλθες ως ήθελες λέγοντας και διατυπώνοντας δυνατά  τον ίμερο που  εκβάλλει  από τα σωθικά σου καίονται τα δάχτυλά μου ολόκληρος διέρχομαι\ από την κάμινο εκλύοντας ένα περίβλεπτο θέλω τυφλός κι ευγενής διαυγάζομαι στον κόλπο ηττώμαι και βγαίνω συνάμα νικητής τροπαιοφόρος πώς να μιλήσω αλλιώτικα\ γι' αυτό κάθε φορά σημαίνεται\ εκ νέου κι εμείς βγαίνουμε  απ' αυτή την πάλη λαμπρύνοντας  το μέσα και το έξω στον κόσμο αλάθητοι\ θεοί θνητοί ημερ...

orgasm

Μ' αρέσει  να χώνω τη μεγάλη μύτη μου σαν τον τυφλοπόντικα και να ανασύρω αρώματα παιχνιδιάρικες γιρλάντες εκεί στις ραφές στο τελείωμα στο σμίξιμο των δύο άκρων εκεί που διαγράφονται  τα χείλη το φέρνω επάνω μου επιτακτικά αφήνοντας και το δικό μου σημάδι σαν το κατακτητικό ζώο διαγράφω και κατακτώ την περιοχή μου αυτή είναι μέσα ανάμεσα στα πράγματα ή κρυμμένη μισοεπιμελώς σε συρτάρια κρύπτες λυσσαλέα τρίβοντας  καταγράφοντας κάθε ίνα και κόμπο υφάσματος τη στυφή γεύση του υλικού στη γλώσσα κι αυτά είναι αρκετά για να πυροδοτήσουν ξανά μια εν υπνώσει έξαψη έναν πυρετό που αναγκαστικά καταλαγιάζει για να μπορείς να συνεχίζεις καθημερινά σαν να μη συμβαίνει τίποτα κι όμως πίσω από κλειστές πόρτες ή μισάνοιχτα παράθυρα η μάχη αυτή μαίνεται τιμωρώντας κάθε ίχνος  περιφέρω γι' αυτό το σώμα μου γυμνό στο όνειρο κι αλλού βγαίνω εκτεθειμένος στο δικό σου παρανάλωμα και γίνομαι φίλος μ...

Δεν πιστεύω

Μου αρέσει να βλέπω γυρνώντας το βράδυ τα φώτα ν' ανάβουν μικρές λιτανείες  στα μπαλκόνια με γιρλάντες, καραβάκια κι ηλεκτρικά έλατα με ηλεκτρικές καρδιές στους δρόμους συντονίζονται ποιος είμαι εγώ που θα πω αν είναι ολόφωτη η ζωή ή πέρα ως πέρα σκοτεινή έπειτα θα κατεβάσω κι εγώ τα λιγοστά μου στολίδια θα παρατηρώ με τις ώρες το πλαστικό μου φως στη τζαμαρία στο μπαλκόνι θυμάμαι που κρεμούσαμε απ' τα κλαδιά  μικρά φαναράκια σαν αυτά που δείχνουνε το δρόμο μέσα στην ομίχλη και το κρύο τώρα περνάνε Σάββατα και Κυριακές γιατί να έχω διάθεση αν δεν μπορώ να σου δώσω στο χέρι τα φωτάκια αν δεν πίνουμε ντυμένοι τα μπουφάν μας ανίκητοι εμείς μέσα στο χαλασμό και τον χειμώνα  στα μικρά ποτήρια του λικέρ που ακόμα περιμένω να ανοίξουμε έπειτα να ανάψουμε όλα τα μικρά φαναράκια και τα φώτα στην πικροδάφνη το  σκυλί να μπλέκεται  στα πόδια μας και να ανεβαίνει επάνω μα τι κάθεσαι τώ...

Όμορφα ναυάγια

Στον όρμο σου θα ήθελα εισχωρώντας προσαράζοντας \ σαν παλιό, γερό, ταξιδεμένο σκαρί\ εκεί να δέσω με την πέτρα\ όμορφα να σκουριάζω λύνοντας την άγκυρα αιωρούμενη στο βυθό να σκάει επάνω μου το κύμα κι ο κατακτητής άνεμος λίγο λίγο να γίνομαι η πρώτη αρχέτυπη ύλη που δένει με την πέτρα στο βυθό σου παροπλισμένος να καταποντίζομαι όμορφα σταδιακά να περνάνε οι μέρες και τα βράδια χωρίς να νοσταλγούμε ταξίδια ή άλλα που αποζητούν μονάχα τυχοδιώκτες να με φιλεί μόνο τ' αρμυρό σου χείλι να το γνωρίζω μόνο εγώ να είναι το φιλί\ στο χρώμα της σκουριάς γλυκό σοκολατένιο αλλά και σκοτεινό\ να μην μπορώ ποτέ λέει\ να το χορτάσω\ ω δείξε μου αυτή την έκφραση με το ζεστό χαμόγελο\ γέλα τρανταχτά, αγάπη μου δεν υπάρχει πιο σίγουρο προσήλιο να ναυαγήσω\ από τα χέρια σου τους λαγαρούς μηρούς το θερμό στόμα σε αυτό το κάτω χείλι που τόσες φορές χωρίς να θες με έχει ταξιδέψει άφησέ με τώρα να ναυαγήσω οριστικά\ μέσα σου είναι όλη η ιστορία μου\ ...

Ξαφνικά

Δεν είμαι θαυματοποιός δεν ξέρω πώς γίνονται τα θαυμαστά και παράξενα ξέρω όμως πώς είναι μια καλή μέρα μ' αρέσει να  περιφέρομαι μ  ένα χάρτινο ποτήρι μυρωδάτο τσάι κι όμως να που ανακάλυψα τις μυρωδιές  από τότε ζω με αυτές τις αναζητώ  στα ρούχα στα σεντόνια μερικές φορές ακόμα κι όταν περνάω την είσοδο κάτι με καλεί κι οσμίζομαι τον  έρωτα δεν μου αρέσουν τα δικά μου ανοίγω τα παράθυρα για να καθαρίσει ο κρύος αέρας τα απομεινάρια της καθημερινής μου ύπαρξης που καθιζάνουν σαν σκόνη επάνω στις επιθυμίες επαναστατώντας το σώμα άλλα βράδια αναζητά με επιμονή ένα σημείο για να πιαστεί μια ελάχιστη ενέργεια τα πατήματα που αφήνεις ή τα μικρά αντικείμενα στο μπάνιο στο ράφι με τα βιβλία στα ρούχα που φυλάω στη ντουλάπα κι οι μυρωδιές θέλουν τον τρόπο τους δεν εμφανίζονται πάντα  ή το οσφρητικό κέντρο δεν εστιάζει άλλοτε όμως είναι εδώ με τόσο ενάργεια που ξαναβιώνοντα...