Η μνήμη είναι
ένας δρόμος
μια ανηφόρα
μια εσωτερική αυλή
ένα σπίτι που κατοικήθηκε
κάποτε, ο χρόνος μας
κι εμείς ξαφνικά
ακόμα να σχεδόν
παίζουμε στο δρόμο
όχι δεν ξέχασα βλέπεις
δεν ξέρω αν είμαι
εγώ που μεγαλώνω
ή αν είναι η μνήμη
που έρχεται
κρυφά
κι απροειδοποίητα
να μου φωτίσει
τα κοριτσίστικα μάτια μου
βλέπω αυτό το
κλειστό πια παράθυρο
και νομίζω ότι
είμαι ακόμα
εκεί
να σε λίγο θ' ανοίξει
η πόρτα
και θα δω
εμένα
να βγαίνω
τρέχοντας
να συναντήσω τη ζωή
που σαν
να με περιμένει ακόμα
σαν να γυρνώ πάντα
εκεί
με την ορμή των
δεκάξι χρόνων μου
που έζησα
κι αγάπησα
κι ας μην έκανα
όνειρα τρελά
κι ας ήμουν απλά
ένα κορίτσι
που δεν το βλεπες
σαν όλα τ' άλλα
τώρα καταλαβαίνεις
περισσότερα
τώρα μαζεύω με επιμέλεια
όλο και πιο συχνά
όλο και πιο επιτακτικά
ψηφίδες χρόνου
πρόσωπα και εικόνες
σπίτια που αναγνωρίζω
κι άλλους τόπους
που δεν υπάρχουν πια
παρά μόνο
στο δικό μου χάρτη
ανθρώπους που πέρασαν
που χάθηκαν στο αναπάντεχο
που δεν άντεξαν
που δεν γνωρίζω πια
κι όμως
κάπου εδώ γύρω
νομίζω σε λίγο
θα με δω να στρίβω
στη γωνία
είναι η Κυψέλη
ένα βουβό ποτάμι
δεν το βλέπεις
αλλά σε παίρνει μαζί του
και σε βγάζει ξαφνικά
στο γνωστό από πάντα
παντοπωλείο
που πεισματικά
στέκει ως σηματωρός
και καταφύγιο
- δεν είχατε τότε γεννηθεί-
κι όμως τα γνωρίζω
πολύ καλά όλα αυτά
- μαμά δεν θ' αργήσω
- να προσέχεις
να προσέχεις
η μνήμη
θα σ' αναζητήσει
πάλι
περαστική
άλλη φορά
στα στενά της
περάσματα
για μια ακόμα
ενηλικίωση
ένας δρόμος
μια ανηφόρα
μια εσωτερική αυλή
ένα σπίτι που κατοικήθηκε
κάποτε, ο χρόνος μας
κι εμείς ξαφνικά
ακόμα να σχεδόν
παίζουμε στο δρόμο
όχι δεν ξέχασα βλέπεις
δεν ξέρω αν είμαι
εγώ που μεγαλώνω
ή αν είναι η μνήμη
που έρχεται
κρυφά
κι απροειδοποίητα
να μου φωτίσει
τα κοριτσίστικα μάτια μου
βλέπω αυτό το
κλειστό πια παράθυρο
και νομίζω ότι
είμαι ακόμα
εκεί
να σε λίγο θ' ανοίξει
η πόρτα
και θα δω
εμένα
να βγαίνω
τρέχοντας
να συναντήσω τη ζωή
που σαν
να με περιμένει ακόμα
σαν να γυρνώ πάντα
εκεί
με την ορμή των
δεκάξι χρόνων μου
που έζησα
κι αγάπησα
κι ας μην έκανα
όνειρα τρελά
κι ας ήμουν απλά
ένα κορίτσι
που δεν το βλεπες
σαν όλα τ' άλλα
τώρα καταλαβαίνεις
περισσότερα
τώρα μαζεύω με επιμέλεια
όλο και πιο συχνά
όλο και πιο επιτακτικά
ψηφίδες χρόνου
πρόσωπα και εικόνες
σπίτια που αναγνωρίζω
κι άλλους τόπους
που δεν υπάρχουν πια
παρά μόνο
στο δικό μου χάρτη
ανθρώπους που πέρασαν
που χάθηκαν στο αναπάντεχο
που δεν άντεξαν
που δεν γνωρίζω πια
κι όμως
κάπου εδώ γύρω
νομίζω σε λίγο
θα με δω να στρίβω
στη γωνία
είναι η Κυψέλη
ένα βουβό ποτάμι
δεν το βλέπεις
αλλά σε παίρνει μαζί του
και σε βγάζει ξαφνικά
στο γνωστό από πάντα
παντοπωλείο
που πεισματικά
στέκει ως σηματωρός
και καταφύγιο
- δεν είχατε τότε γεννηθεί-
κι όμως τα γνωρίζω
πολύ καλά όλα αυτά
- μαμά δεν θ' αργήσω
- να προσέχεις
να προσέχεις
η μνήμη
θα σ' αναζητήσει
πάλι
περαστική
άλλη φορά
στα στενά της
περάσματα
για μια ακόμα
ενηλικίωση
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου