Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2023

οικαλοιανθρωποιφευγουντοδειλινο

Οι καλοί άνθρωποι φεύγουν το δειλινό αποχαιρετώντας το φως γλιστράνε ήσυχα στους υπήνεμους βυθούς θεληματικά αφήνονται στην ελεητική απουσία το βλέμμα τους χάνεται στα αποσμέτρητα δεν θα υπάρχω μα θα είμαι άφησε το χέρι μου στο εξής θα βαδίσω μόνη λουσμένη στο πηχτό σκοτάδι και τους βαθείς αναστεναγμούς των πηγαδιών λίγο νερό λίγο νερό μόνο στέγνωσαν πια τα λόγια μου καμιαν αξία δεν έχουν μήτε και σημασία κοίταξέ με ήδη ξεκινώ τώρα που πέφτει το δείλι στην καλύτερή μου ώρα κρίμα μονάχα που δεν θα ξέρω πια να λέω το πόσο σ' αγαπώ μα η σιωπή μου θα το φωνάζει μα η σιωπή μου θα είναι όλη πια δική μου μα η σιωπή μου- πες μου, ακούς;-  θα είναι το πιο πολύτιμό μου το ακριβό το υστερνό μου μα η σιωπή μου- δεν μου μιλάς-  θα κλείνει μέσα την αγάπη μου για όλους εκείνους και για εμάς όμορφο δείλι σαν μια σταγόνα θα κυλήσει πάνω στα χείλη κι ύστερα εσύ ύστερα εσύ θα με σκουπίσεις απ' τα μάτια σου με το απαλό σου το μαντήλι

Θάλαμος

https://d3ctxlq1ktw2nl.cloudfront.net/staging/2023-11-17/360316721-44100-2-42d7a37638cfc.m4a

Επανάληψη

https://open.spotify.com/show/46HOo2X1tNuy4NmLkklQfh?si=0bdcd891fc654997  

Gentrification

Από σήμερα, εγκαινιάζω μία σειρά podcasts, τα οποία αποκαλώ "poetcasts".  Καλή ακρόαση:  https://d3ctxlq1ktw2nl.cloudfront.net/staging/2023-10-30/357823012-44100-2-cca90381c5978.m4a     

Ενεστώτες

Έχανε τελευταία κάτι ενεστώτες εκεί στα καλά καθούμενα αυθαδιάζανε όλο κάτι παρατατικοί και αόριστοι φαντάσου, λέει, κάποια έρμα ρήματα να περιπλανώνται άσκοπα στο διηνεκές του άχρονου χρόνου εγώ δεν ήξερα πολλά και προσπαθούσα μάταια να δώσω εξηγήσεις που να μην προσβάλουνε τη λογική δηλαδή στον ηλεκτρικό -τώρα κοιτάζει το βιβλίο- τώρα κοιτάζει στο κινητό της- τώρα ελαφρύ μειδίαμα -τώρα μα διάολε όλα αυτά  γίνανε συνέβησαν ολοκληρώθηκαν πριν καν ξεκινήσουν και πες μου τώρα πες μου πώς γίνεται να σε γνωρίζω αφού ήδη σε ξέρω αφού όλα εκκολάφθηκαν  μέσα στους νευρώνες μου πριν καν αναγγελθούν λόγια πολλά περιττά άγγιξέ με δεν θέλω πια  τίποτε άλλο  ν ακούσω   ή να πω  

Πατησίων

θα ήταν δύσκολα το ήξερε Πατησίων απόγευμα με τα χλωμά φώτα των Πακιστανικών κουρείων περπατούσε Άνω Πατήσια Κολιάτσου Κυψέλη γνωρίζοντας πως είχαν γίνει από παλιά οι ίδιες διαδρομές να, σε λίγο ίσως εμφανίζονταν στο τοπίο εκείνο το γκρίζο ταξί  και το παράξενα διάφανο προφίλ της ποιήτριας στα πεζοδρόμια οι μελαμψές πληθωρικές γυναίκες τα μωρά στα καροτσάκια περνούσε ανάμεσά τους κι από μέσα τους με υπνωτισμένο βήμα μια ευθεία  που όλα τα ενώνει κυλώντας υπόγεια σε ποτάμια που κοιμούνται όταν τότε ξεπλέναν με τις μάνικες τους δρόμους σαρώνοντας τ' αποκαϊδια σβήνοντας την ηχώ των σειρήνων τ' αποσβολωμένα άηχα 'αχ' των παιδιών ήταν πέντε χρόνων θα βολούσε να μην θυμάται όμως θυμάται άλλα τα ξέχασε μετά χωρίς δικαιολογία αυτοί οι δρόμοι δεν ξεπλένονται ποτέ αυτά τα ποτάμια αντηχούν στον πιο βαθύ ύπνο χειμώνιαζε κι οι άνθρωποι θα έρχονταν σιμά να ζεσταθούνε έτσι  με μια ξαφνική ελπίδα και μια ανείπωτη κούραση σάλταρε στο λεωφορείο για την επιστροφή στο σπίτι

Torschlusspanik

τέλεια, τέλεια όλο και καλύτερα όσο δεν πάει όσο δεν υπάρχει προχωράμεπάμεγαμάμε για μισό μισό μισό λέω κοίτα να κλείνει απομακρύνεται σηκώνεται ο γαμημένος ο καταπέλτης καμιάφορά συνειδητοποιείςότι η πόρτα  δενκλείνει απλώς φεύγει απομακρύνεται εξαφανίζεται καιπώςναπιαστείς πώςνακολυμπήσεις στασκατόνερα πάνω που μόλις έμαθες το άλφαβήτα τοβήμαβήμα δεν γίνεται να φεύγουν έτσι ν' απομακρύνονται οι πόρτες δεν γίνεται το ταξίδι με τόσο κακούς οιωνούς να τελειώνει πριν καν ξεκινήσει δεν γίνετΑΙ ΝΑΜΗΝΜΕΝΕΙΧΡΟΝΟΣ ΓΙΑΤΙΔΕΝΥΠΑΡΧΕΙΧΡΟΝΟΣ

im zwischen

Θα 'ρθει μια μέρα που δεν θα βλέπουμε τα πλοία να φεύγουνε  χωρίς εμάς θα στέκεσαι στην πλώρη ο αέρας θα φυσά το μαντήλι στο λαιμό σου ως τότε πορευόμαστε γυμνοί και αδαείς οι επιθυμίες μου  είναι αγάλματα βυθισμένα βαθιά στην ιλύ της λήθης έπειτα αν το καλοσκεφτείς περπατάμε πάνω στα βήματα αυτών που περάσανε αττική- πειραιάς στην ίδια διαδρομή στα χνάρια του πατέρα τα βραδινά πλοία είναι υποσχέσεις που λαμπυρίζουνε σαν μακρινοί αστερισμοί κάποια μέρα κάποιοι άλλοι θα στοχάζονται για μας καθώς θα σβήνουμε αχνά σαν ήχοι της ανατολής στα βραχέα αργόσυρτοι αμανέδες παρασυρμένοι από κύματα μακρινά κάποτε θα ξενυχτήσουμε  με καφέ καραβίσιο της συμφοράς στο πρώτο φως της ανατολής κάπου εκεί στο ενδιάμεσο αναπολώντας

traum

 Χωρίς να το θέλω - ή ίσως  να είναι αυτό ακριβώς που πάντα ήθελα-  βρίσκω ένα κομμάτι σου εδώ μια χειρονομία εκεί σχήμα χειλιών μια μικρή ελιά την όμορφη ρυτίδα του χαμόγελου ποτέ δεν θα μπορέσω όμως να σ' έχω ολόκληρη εκπλήσσομαι διαρκώς σαγηνεύομαι και φρίττω πώς γίνεται να μην μπορέσω ποτέ να σε βάλω σε ένα σχήμα μια μορφή και να σε χωρέσω αλλίμονο πάνω που πάω να δώσω μια μορφή κι όλο μου διαφεύγεις σαν φωτεινή ωραία ανάμνηση που γίνεται σκιά κι όσο μακραίνει τόσο πιο έντονα με διασχίζει σαν δρόμος γνώριμος κι ωστόσο ξεχασμένος

αναμενόμενοι

δεν έχω τίποτα αν με γυρίσεις ανάποδα και με τινάξεις θα πέσουν κάτι ψίχουλα σαν αυτά τα κομματάκια που είχε ο πατέρας στις τσέπες του σακακιού του ταϊζω με αυτά κάτι αδέσποτα σπουργίτια για να κρατάω επαφή με τη συμμετρία του κόσμου δεν ξέρω πολλά αν καθήσω και μετρήσω θα βρω δυο τρεις λόγους για να 'χω να δικαιολογούμαι ίσως να φταίνε οι προδιαγραφές αυτό το 'χω ξαναπεί δεν βαριέσαι ούτως ή άλλως όλα έχουν ειπωθεί κι όλα όσα πρόκειται  τα ξέρω αυτή είναι η μοίρα των εκτοπισμένων μέσα στο πλήθος έναν καιρό τώρα τίποτα πια δεν με αγγίζει ε και ποιος δίνει σημασία τι έχει σημασία δεν κατόρθωσα ως τώρα κι ούτε μάλλον θα καταλάβω ποτέ έτσι  ας συνεχίσουμε κι όπου βγει αν και το ξέρεις πως στη στροφή καραδοκεί η μεγάλη φυγή που έρχεται όλο και πιο αναμενόμενη  

υποκριτής

 Γεια με λένε... είμαι ηθοποιός αναζητώ ρόλο τρέχω από σκηνή σε σκηνή απρόσκλητος απρόσιτος ζω για τα φώτα πίσω απ' αυτά πέρα απ' αυτά είμαι ένα κοστούμι κρεμασμένο σε περίοπτη θέση ας είναι β ας είναι γ έστω ένα πέρασμα θα το κάνω διακριτικά ξέρεις αλλά και δραματικά συγχρόνως μια ατάκα ή και καμία πόσα λόγια δεν σκορπίζονται ανέξοδα αναζητώ ρόλο από τότε που θυμάμαι υποδύομαι μπροστά σε έναν καθρέφτη εσύ είσαι ο καθρέφτης αλλιώς μπουρδουκλώνομαι σαν ξεχαρβαλωμένη μαριονέτα α πόσο τα ζηλεύω νέα παιδιά που περιφέρονται λαμπερά και άσκοπα για χάρη της όρασης όλα γι' αυτή γίνονται τι νομίζεις δεν έχω ατζέντη δεν έχω σενάριο αυτοσχεδιάζω την αυτοκαταστροφή μου με τη σπουδή νεοφώτιστου διάττοντα

έκθεση

ξεχάστηκα μέσα στον κόσμο δεν ξέχασα ζήτησα συγγνώμη με χίλιους τρόπους κανείς δεν αποκρίθηκε δεν ένιωσα πικρία μόνο αφόρητη θλίψη που περιέφερα  σαν ξεχασμένη αποσκευή κι όλοι περνούσαν ο καθένας ζητούσε τα δικά του να ζήσω τις χίλιες ζωές των ξένων τόσο που έχασα το σώμα μου και ξέχασα να ζω για μένα και ρωτούσαν  ρωτούσαν επίμονα αναμένοντας μία θετική απάντηση κι έβγαζα κι έδινα πιστοποιητικά αθανασίας για τον καθένα που δεν ίσχυαν βέβαια έπειτα,  εξαντλημένος από το βάρος των αλλότριων κρύφτηκα στο κέλυφος της μετάνοιας και των παράξενων συνειρμών ως την επόμενη μέρα κι ως την επόμενη κι έτσι πηγαίναμε λέγοντας και κάνοντας ό,τι ήταν δυνατόν ως το κλείσιμο μέχρι να μαζευτούν τα υπολείμματα των περασμένων ωρών και να πέσουμε ένδοξα  στα πιο βαθειά όνειρα

Άγγελος

σε βλέπει και σε χαιρετά είτε θα κάθεται στην καρέκλα του δίπλα στο περίπτερο ή θα βαδίζει σιγά ένα γύρο σαν ν' αναζητά κάτι χαμένο σε χαιρετά με  μια έκφραση απορίας μπα, αλαφροϊσκιωτος θα είναι ίσως όμως λέω ίσως να είναι  ο εκπεσών άγγελος ξέρεις όπως στην ταινία του Wenders χωρίς όμως τα φτερά έτσι παππούλης που είναι  και λιπόσαρκος σίγουρα θα 'χει εκπέσει από βαρύ έρωτα χρόνια πολλά πριν στην αρχή ντρεπόμουν να τον αντικρίζω τώρα πάλι ντρέπομαι  να μην αντιχαιρετώ δεν ζητά, δα, και τίποτα μόνο ένα στιγμιαίο βλέμμα που μπορεί όμως να σ' αιχμαλωτίσει μια ζωή αν κάπνιζα θα το πρόσφερα τσιγάρο τώρα τι να προσφέρω τι  πέρα από τη φευγαλέα αμηχανία μου να δεις δεν θα με εκπλήξει καθόλου αν κάπου ακούσω  πως αυτός εκεί είναι ο κυρ Άγγελος και το πιο παράξενο ακόμα είναι πως λίγο πιο πέρα στη Νέα Ιωνία κάπου τριγυρίζει ένας σαν δίδυμός του χαμένος κι αυτός στον κόσμο μ' ένα μόνιμο αδικαιολόγητο καλοσυνάτο χαμόγελο ένα παιδί σε σχήμα γέρου ένας άλλος άγγελος α...

αποκαταστάθηκε

  Η κίνηση αποκαταστάθηκε τα δρομολόγια διεξάγονται κανονικά ήμουν εκεί μόνη  δεν έβλεπα κανέναν κανείς δεν με έβλεπε δεν είχα το κουράγιο  φοβόμουν ήθελα να γυρίσω πίσω  ήθελα από κάπου δεν με έβλεπε κανείς δεν καταλάβανε δεν τόλμησε κανείς δεν έβλεπα  είχα αργήσει  δεν με περίμενε κανείς μέρες τώρα που έπαψα δεν με κράτησες δεν είχα τίποτα δεν είχα ούτε ένα εγώ κάθε τόσο μία σκέψη πισωπατούσα εκκρεμούσα  δεν ήθελα πήγα στην άκρη μια ζάλη μια φευγαλέα στιγμή δεν κατάλαβα εκκρεμούσα μέσα μου ,,,,,…….-----------

θα 'μαι

κάτω απ΄το σύννεφο θα δραπετεύω από τον θόλο που τριγυρνώ και πάλι ψηλώνουν χίλιοι ανέμοι που με σκορπάνε στον ουρανό κι όλο λέω θα κατεβώ θα ξεκινήσω εδώ θ' αφήσω κι όλο φεύγω και γυρνώ ξανά στον ίδιο τον γυρισμό ό,τι πονάω το ξεχνάω τ' αγαπάω μα δεν το βρίσκω είναι που ξέρω πως δεν ξέρω κι ούτε θα μάθω όσο κι αν ζω κι η αλήθεια ούτε βοήθεια μια συνήθεια που υποφέρω αν καταφέρω να περάσω κι όταν φτάσω ίσως να δω ν΄ ανεβαίνεις να διαβαίνεις κι αν ποτέ μου σε συναντήσω να πληρώνω να μη σώνω και να σβήνω κάθε λεπτό που περνάει δεν γυρνάει, μα γερνάει δες λίγο λίγο το φεγγάρι ούτε μια χάρη μια σκιά για να σκεπαστώ να κοιμάμαι να θυμάμαι πως φοβάμαι ό,τι μου λείπει με τη λύπη που μου σφίγγει σαν θηλιά το κάθε μισό που δεν βρίσκω τόσο ρίσκο που δεν πήρα ούτε μια στάλα μια ψιχάλα δυναμώνει κάθε βράδυ στον γυρισμό είναι μόνοι με θυμώνει το παιδί το αγαπημένο εδώ δε μένω κι υπομένω να ξοδεύω και να χρωστώ τ΄ασυμμάζευτα τα λάθη τι έχεις πάθει τι μου θυμίζεις ό, τι χτίζεις το γκρεμίζεις ...

νησί

 Αν ήταν έτσι θ' αναχωρούσαμε μ' ανυπομονησία ανείπωτη απ' το προηγούμενο βράδυ μόνο τα απαραίτητα μόνο ό,τι χωράει ανάμεσά μας και καλύτερα να μην χωράει τίποτα όλα να είναι περιττά  και να μένουν πίσω καθώς θα ξεμακραίνουμε απ' το λιμάνι τι κι αν ξέρεις πως αργά ή γρήγορα η επιστροφή θα σου χτυπά την πλάτη καμιά σημασία για μια φορά καμία σκέψη μόνο προσδοκίες μόνο αναμονές ούτε υποσχέσεις ούτε απολογισμοί μόνο πάνω στο κύμα λικνίζοντας με τον αέρα στα μαλιά έγνοια καμιά ώσπου η χώρα να φανεί κι ίσως να γενηθούμε πάλι μικροί κι αθώοι σ' ένα νησί

όνειρο revised

ίσως εκεί που όλα αρχίζουν εκεί και πάλι να γυρνάν κ έτσι απάντηση να βρίσκουν  για τούτο βρίσκομαι συχνά πίσω εκεί στο πατρικό μου στο σκοτεινό δωμάτιό μου  που ήταν δεν ήτανε δικό μου σε μια ηλικία ακαθορίστου σα να 'ταν χθες σα να 'ταν τώρα κι είμαστε όλοι εκεί μαζί νεκροί αλλά και ζωντανοί όλα επιστρέφουν στην πηγή είτε το θες είτε και  όχι και σε τραβάει μια απόχη κι είναι το σήμερα σαν χθες εκεί το βράδυ τρομαγμένος απ' όνειρο ή από λογισμό ξύπνησα πάλι ναρκωμένος στο έρεβος το αλαργινό κι ήσουν εσύ' γλυκειά μου μάνα μια αγκαλιά παρηγοριάς έλα μαζί μου μη φοβάσαι έτσι απάντησες  μεμιάς μες στα σκοτάδια μου παρούσα κι ίσως καιρό να το χρωστούσα ίσως βαραίνανε πολλά μ' ένα παράπονο ένα κλάμα  που όλο το δούλευα καιρό βρήκα στον κόρφο σου αντάμα παρηγοριά και νυχτωρό έπειτα με υγρά τα μάτια έτσι αξημέρωτα θαμπά  καθόμουν και συλλογιζόμουν κι όλα τα έκλωθα ξανά  στο σύνορο στο αποϋπνι κι ούτε που ξέρω πια γιατί τι ήταν και πάλι τι δεν ήταν κι αναρωτι...

θα περάσει

επιχειρώ σε μία  ουδέτερη ζώνη που ούτε είναι  ούτε δεν είναι  ξέμαθα τα μεγάλα παραμύθια και τώρα δεν έχω να λέω παρά κενές πρόζες κι ανομοιοκατάληκτα πλήγματα καταφέρνοντας να απομυζώ και να πορεύομαι με ένα τίποτα απλές διαπιστώσεις απλές κοινοτοπίες σε ξορκίζω σε ό,τι πιστεύεις μείνε σ' αυτό μην έρθεις ποτέ εδώ στο μη έχει μείνε σε κάτι ας είναι κι υπολείμματα δεν πειράζει σου μιλάει ο ειδικός στις αντωνυμίες ή μήπως ήθελα να πω στις αντινομίες δεν βαριέσαι θα περάσει το καλοκαίρι ούτε θα καταλάβεις πώς ούτε και θα ξέρεις γιατί

ποιότητες

Ας το αποδεχτούμε κάποιες ποιότητες με τα χρόνια  εκπίπτουν ας πούμε  θα ήθελα να μπορούσα να ψιθυρίσω μέσα στο ημίφωτο με την πηχτή ζέστη κάποια λόγια τρυφερά ίσως και παρηγορητικά ίσως και διεγερτικά αυτή η ποιότητα όμως παρέλκει σαν προσφυγή που δεν θεμελιώνεται σε πρόδηλο  έννομο συμφέρον τι τα θέλεις τουλάχιστον θα μας μείνουν κάποιες θεωρητικές διατυπώσεις σαν σε χοντρούς παλιούς δερματόδετους τόμους τα άπαντα\ των παλιών αισθήσεων

Αθώοι

Θέλω να μιλήσω  για τους αθώους γι αυτούς που δεν αντέχουν μια στιγμή μόνοι  σ' αυτόν τον ορυμαγδό θέλω να μιλήσω αλλά δεν ξέρω αν μπορώ με καθηλώνουν  τα μάτια τα μάτια που ζητάνε το σίγουρο άγγιγμα της μητέρας που θα στρώσει το μανίκι θα φτιάξει το γιακαδάκι θα δέσει την αγκράφα στα πεδιλάκια πώς να μιλήσω μετά προσπαθώ να καλύψω την αναξιότητά μου να την αντικαταστήσω με βούληση και σύνεση μα νιώθω ένα βήμα από το να βουρκώσω μέσα στο βαγόνι όχι εξ ονόμάτός τους όχι δεν ξέρω αν δικαιούμαι δεν ξέρω αν μπορώ μόνο αυτό ξέρω πως αν μέσα στην ανεπάρκειά μου κάτι μπορεί να σημαίνει ελπίδα αυτό βρίσκεται στων αθώων τα άδολα βλέμματα στο ντροπαλό μειδίαμα και μόνο που γράφω γι' αυτό νιώθω πως το λερώνω με τα στραβά μου γράμματα τα λίγα που έμαθα κι ανέντιμα πολλαπλασιάζω' λες και δύνανται να με σώσουν καθαυτά αντίο λοιπόν αθώο μου κορίτσι σ' αυτή τη στάση θα κατέβω και θ' αποστρέψω με ντροπή τα μάτια μου στην αντανάκλαση της σκοτεινής ψυχής που υποδύομαι ακαταπόνητα επιτ...

σαν

 ακροβολιστήκανε σαν σκοπευτές στο νταμάρι και πέφτανε πάνω μου τα λόγια τα λόγια που δεν θα ειπωθούν που δεν αντρεύονται και εν τη γενέσει θρυμματίζονται έτσι που πια\ μήτε εσύ μήτε εγώ έχουμε έναν λόγο στέρεο να πατήσουμε έτσι που άνυδρα κλείνουμε ερμητικά  τις νύχτες κι αφουγκραζόμαστε φωνές που δεν θα υπάρξουνε ποτέ έτσι απλά έτσι ανυπεράσπιστα σαν ξεχασμένες παιδικές υποσχέσεις σαν ξεφτισμένες μνήμες σαν θολά όνειρα στο αποϋπνι

δεν μπόρεσα

στο βαθύ θλιμμένο βλέμμα σου δεν υπάρχει δεν ήξερα μόνο  δεν μπόρεσα και με κομμένα γόνατα τόση ανηφόρα που λες πότε θα τελειώσει Θε μου πότε θα βρεθώ σε τόπο ίσκιωτο ν' απλώσεις τα μακριά σου χέρια σ έναν χορό ικεσίας για να βγούνε ξανά νέα φτερά να μην φοβάσαι να πετάξεις ανάξια τώρα διπλώνω τα λιγοστά λόγια όσα έχουν απομείνει προσπαθώντας  να μην λυπάμαι για μένα να βρω το νερό που θα ξεδιψάσει και να το αφήσω ήσυχα στο περβάζι όταν τη νύχτα λύνεις τα μαλλιά σου και βρέχει αστερόσκονη ξύπνησα μετανιωμένος δεν ήταν που δεν ήξερα αλλά αυτό το δεν μπόρεσα πόσο παλιά θα με στοιχειώνει 

πικρό και γλυκό

ηλικιωμένη στην εξώπορτα κρακ κρακ οι αρμοί κρακ κρακ τα κοκκαλάκια να κλείσουν οι λογαριασμοί να κλείσουν τα παράθυρα αυτή η ζέστη το κενό καίει η βροχή καίει ο τοίχος γερνά χαϊδεύω του ξεφτισμένους σοβάδες διαλύοντας σε σκόνη τον χθεσινό όρκο οι υποσχέσεις κλεισμένες στο σκοτάδι με την υγρασία οι αναμονές για τον όροφο που δεν σηκώθηκε ποτέ χαλκοσωλήνες αρτηρίες το βράδυ αργά οιμώζουνε με αργόσυρτο παράπονο θα βγει στην αυλή θα σαρώσει την αυλή θα σαρωθεί ηλικιωμένη στην εξώπορτα μετέωρη\ μεταξύ του εντός και εκτός μεταξύ του εμείς και αυτοί την επόμενη μέρα θα έχει ξεθωριάσει θα έχει θρυμματιστεί σαν τους ωχρούς σοβάδες αν όχι θα ζητήσω καφέ ελληνικό και βανίλια υποβρύχιο στο πλατύ ποτήρι του καφενείου δεν κλείνουν έτσι οι λογαριασμοί χωρίς το πικρό και το γλυκό και το κρύο το νερό στο δισκάκι.

επιφυλάξεις

ναι  είμαι πολύ επιφυλακτικός καταλαβαίνεις δεν μας παίρνει και οι μέρες μεγαλώνουν μαζί μας με πόση έκπληξη νοσταλγώ λιγότερο φως ένα μικρό σκοτάδι να χωράει το λιγοστό μας συγγνώμη δεν το κανόνισα έτσι απλώς δεν βγαίνει αλλά έτσι είναι\ έρχεται ο καιρός\ που οι πλειοδοσίες διαψεύδονται έρχεται ο καιρός της απομείωσης όχι ότι το χρέος μικραίνει\ όχι αυτό ανατοκίζεται σταθερά και πόσες φορές είπα\ δεν πα να θα τα βροντήξω για μια μπύρα αλλά μετά βαραίνεις μόνο βαραίνεις αυτό κουβαλάς στο εξής κι αυτό σε κουβαλά εξ ου  η επιφύλαξη

Ναυάγια

Θάλασσα μητέρα και μήτρα ανοίκεια μητριά που γεννάς  ψυχές παιδιών  σαβανωμένων με φύκια και φληναφήματα ημών των ημετέρων κύμα που συστρέφεις βοστρύχους και παραδίδεις  φιλεύσπλαχνα στη γη τα τιμαλφή ανείπωτων θρήνων πόσο μισώ σε που λικνίζεις άωρα χείλη μαβιά μάτια φαγωμένα μνήμες αγέννητες των αθώων  

backstage

I like to work at the backstage no you aint give a shit I like to hide in haze there's a point of no return I wont come back it's for sure and that''s my pledge no worries won't bother it's getting worse and remorse it's getting distant incomprehensive shivering in the scatered space between me and them between us haunted by forgotten thougts that tear us apart in a blink of the eye it ll all vanish deep down at the backstage

αναβολή

όλο λέω να καθήσω να μετρήσω τα χρέη κι όλο τ' αναβάλλω δε βαριέσαι ούτως ή άλλως δεν υπάρχει δυνατότητα οδός Λάμψα κατηφορίζοντας πάλι έκανα αυτές τις σκέψεις τι αύριο τι μεθαύριο ξέρεις τώρα απ' αυτά που λέμε ναι, ναι μείνε ήσυχος... τελικά ήταν ενδιαφέρων ο περίπατος κατέληξε σε μια ακόμα αναβολή έτσι θα πάει το πράγμα με σκοπό την τελική παραγραφή

ουδέν νεώτερο

ισως τα έχουμε πει  όλα ίσως δεν είπαμε ποτέ τίποτα κάποτε κάτι ψελλίσαμε λίγα κρυφά λόγια στα σκοτεινά πιο πολύ ανάσες και μια θέρμη που άλλοτε ίσως δεν υπήρξαν ευκαιρίες ίσως δεν υπήρξαμε παρά μόνο στο ένα επίπεδο εκεί που βλέπει το μποι  του καθενός χωρίς να πέσουμε κάτω να δούμε από χαμηλά να συρθούμε  στα έγκατα νοήματα ουδέν νεώτερο από το ατελέσφορο όπου ορίστηκα να υποδύομαι ίσως και να πρέπει να σωπάσω δια παντός ανάξιος ακόμα και για τα λογής ίσως

αμνοερίφια

συμπράττω με τα απανταχού  αμνοερίφια ούτως ή άλλως μηρυκάζω συστηματικά τις σάρκες μου τόσο που τείνει πια να γίνει  μια ανυπόφορα οικεία και μαυλιστική συνήθεια τουλάχιστον αυτά τα κακόμοιρα δεν έχουν επίγνωση της επiκείμενης σφαγής απ' το χορτάρι στο μαχαίρι μια βελασματιά δρόμος εσύ όμως που πας ολόισια στη λεπίδα βελάζοντας φωνήεντα ή απίθανες σειρές  από τσέχικα σύμφωνα απ' το Μπρνο ως τον ουρανό πας καταπάνω στο ξυράφι κι είναι γλυκύς ο πόνος ή πιο πολύ η προσδοκία του αναρριγώντας στο ενσκήπτον μακελειό εις τους αιώνας

εκτοπισμένοι

οι εκτοπισμένοι ζουν την ήσυχη ζωή της εξορίας τόσο κοντά τόσο μακριά σέρνωντας διπλό φορτίο σε αναμονή τυφλή  όπως στα σtρατόπεδα που στέκεις στο προαύλιο χωρίς λόγο χωρίς χρόνο όντες επικίνδυνοι συσσωρεύοντας αναστολή ώσπου κάποιος θα κοιτάξει μια στιγμή ψηλά κι ο ήλιος θα είναι οργή θα σημάνει επιστροφή σε έναν άγριο χορό μεταμφιεσμένων και τότε ουαί και αλίμονο σ' αυτούς που νόμιζαν πως θα βουλιάζουν μια ζωή στην εξορία ουαί και αλίμονο στους ανυποψίαστους θεσμοθέτες τους ψοφοδεείς κήρυκες και τους φαύλους φύλακες δικαιοσύνη δικαιοσύνη δικαιοσύνη

ερημην

Δεν έχω ιδέα ειλικρινά ο,τι πιο γνήσιο νιώθω αηδία κι απογοήτευση που μεγαλώνουμε κι όλο βουλιάζουμε στην ευδαιμονία της παραίτησης δίχως μια βαθειά και δίκαιη έσω γνώση δίχως παραδοχές επίπονες μα ωφέλιμες τίποτα μόνο αδράνεια και φωνές πολλές λόγια εύκολα λόγια άχρηστα εγώ, εγώ κι οι άλλοι χαμένος κόπος μόνο μερικές φορές ένας ίλιγγος και τρόμος τι θα ανακαλύψουν οι επίγονοι ήγουν τι θα μας καταμαρτυρήσουν ερήμην

ζυμώματα

αχ της καρδιάς η ξενητειά βαθειά είναι ριζωμένη τι με τις πίκρες της ζωής καλά είναι ζυμωμένη αχ της σιωπής η μοναξιά παντά μενει κρυμμένη γιατί με πόνους και καημούς είναι αδερφωμένη

ρωγμή

Πέφτω το βράδυ πάντα με την ίδια αγωνία ένα κρακ εδώ ένα κρακ πιο μετά ύστερα χάνω τον ειρμό ωστόσο κάτι μου λέει  πως σίγουρα εκεί στο βάθος αυτό δουλεύει σιωπηλά και μεθοδικά το ακούω το ξέρω και δεν κάνω τίποτα περιμένοντας ν' ανοίξει επί τέλους η ρωγμή κι όλα να τα καταπιεί σαν μαύρο φως

μΙκρά Βαυαρία

οι δίδυμες εκκλησιές στέκουν η μία αντίκρυ απ' την  άλλη με κάποια συγκατάβαση και αξιοπρέπεια παρακαλώ τι λέτε τώρα υποχρέωσίς μου κ.τ.τ. στο βάθος το επίμηκες πεπλατυσμένο στην άνω πλευρά κουτί στέκει αμήχανα ούτε τεθλιμμένοι συγγενείς ούτε γόοι και οιμωγές μόνο έξω στο παγκάκι κάτω απ' τον θεσπέσιο ήλιο δύο κομψές μαυροφόρες μεγαλοκυρίες ρεμβάζουν επιμελώς τον εξ Εσπερίας εμφανώς  κοσμοπολιτισμόν των είπα να πλησιάσω να δω την τοιχογραφία στο κοίλο εντράπηκα ωστόσο τον μοναχικό νεκρό που ήσυχα επιθεωρούσε τον άδειο θόλο του καθολικού άσε λέω μιαν άλλη φορά κι επήγαμε παραπλεύρως στην εξοχική οικία νομίζω  ότι καλώς δεν εσκοτίσαμε τον καλό νεκρό Σάββατο περί την μεσημβρία στην Μικρά Βαυαρία

πομπή- Ελευσίνα

είμαστε τρελοί δεν βλέπετε; ένας φρικτός  περιφερόμενος θίασος άτακτα χωρίς σενάριο στην τύχη υπάρχουμε ρίχνοντας τη μία ατάκα μετά την άλλη να φάμε να πιούμε να πέσουμε ξεροί δαιμονικές μάσκες περνάνε γύρω βοήθεια δεν μπορώ να ανασάνω ξέχασα να αναπνέω μέσα σε όλη αυτή την αποφορά μια εφιαλτική πομπή - πώς δεν τη βλέπετε; -  αντίθετα προς τη φορά των καταχωμένων προσκυνητών που φρικιά δυο μέτρα κάτω από την άσφαλτο δεν μπορώ να προχωρήσω ξέχασα να βαδίζω μία λευκή αρκούδα τρίβεται πάνω μου ο κινητήρας σταματά σιγή σε αργή κίνηση  ένα θολό ποτάμι ένα ποτάμι λερά δάκρυα ξεραμένα ερπετά οι ιερές πέτρες αποσβολωμένες να περάσω σε μιαν ερμητική κάψουλα το ερμητικά κλεισμένο έμβρυο δεν είναι παρά ένας εφιάλτης να ξυπνήσω να βγάλω το κεφάλι έξω από τη μήτρα κι αν πάλι δεν είναι καλή ιδέα πολύ αργά πολύ αργά να πάρουμε ξανά τον δρόμο προς τα πίσω ολοταχώς εξορισμένοι σ' έναν μη τόπο

Τζόσουα

Με λένε Τζόσουα ανέβηκα σ' ένα τρένο και, τι παράξενο, ανήγγειλε τον τερματικό σταθμό ενώ νόμιζα πως ήμουν κάπου στη μέση της διαδρομής έπειτα οι σταθμοί αναγγέλλονταν με αντίστροφη πορεία κι εγώ έλεγα πως πάω μπροστά ω θέ μου μήπως ανέβηκα σε λάθος συρμό; μήπως τα υπολόγισα όλα λάθος; κι αν απλώς αυτή είναι η σειρά ή δεν υπάρχει σειρά ή απλώς όλα δεν είναι παρά μια φαντασία παράξενο όμως έτσι νομίζω πως πορεύομαι αντίστροφα σαν να κυνηγάω την αρχή στο τέλος με λένε Τζόσουα είμαι μια τυχαία παράμετρος μια περιφερόμενη πιθανότητα μπορεί κάπου να διασταυρωθήκαμε τόσο το καλύτερο δεν θα υπάρχει τίποτα να κρατήσεις από μένα πέρα από ένα όνομα γραμμένο στην είσοδο μιας πολυκατοικίας σαν πρόσκληση ή μήνυμα χωρίς αποδέκτη

Ο τερματισμός

Ο Ανδρέας πέρασε τη γραμμή του τερματισμού φορώντας την παλιά του ταλαιπωρημένη καπαρντίνα επάνω στην ακόμα πιο ταλαιπωρημένη  βέσπα του με τα αιωνίως στραβά γυαλιά του και με ακουστικά υπό τους ήχους του άρχοντα Dvořák έκανε όμως πρώτα μια στάση στη Βικτώρια κι άλλη μια Αχαρνών και Σουρμελή ήθελε να πει δυο λόγια σε κάτι ρεμπεσκέδες παλιούς μαθητές του που μόλις άρχιζαν να νιώθουν την αδυσώπητη ομορφιά της μουσικής πριν το αχνό πίσω φανάρι σβήσει αργά και σταθερά πέρα στο βάθος της γραμμής

λανθάνων

πάει να βγάλει λογαριασμό και σκάει πάλι το έλλειμμα φαίνεται πως έτσι θα είναι δεν υπάρχει εξήγηση πάλεψε πάλεψε και δεν κατάφερε τον ισοσκελισμό ίσως να μην ισοσκελίζονται απώλειες κακές προδιαγραφές εξ αρχής κάτι δεν ήταν σωστό δεν το ήξερε κι όταν τ' ανακάλυψε ήταν πια αργά για νέους σωστούς υπολογισμούς η απόκλιση ήταν πια οριστική αναπόφευκτη ας πιούμε λοιπόν φίλε μου και μην το συζητήσουμε άλλο ο γέγονε γέγονε καιταλοιπά ας πιούμε κι ας δούμε στον πάτο του ποτηριού τα υπολείμματα της αξιοπιστίας τα κατακάθια των αισθήσεων το ίζημα μιας ζωής που δεν ήσαν σωστές οι αναλογίες της τι να κάνουμε δεν διορθώνονται πια έλα ας πιούμε χωρίς άλλες ερωτήσεις χωρίς περιττές αναλύσεις χωρίς νόημα έτσι για την αλητεία του να υπάρχουμε σε πείσμα των λάθος υπολογισμών των λάθος απολογισμών των λάθος εν γένει

Περπάτησε

Περπάτησε χιλιόμετρα έπρεπε ν' αφουγκραστεί έπρεπε να βρει ξανά μία νέα ερμηνεία πράγματι τα παλιά σχήματα ήσαν πια ανίσχυρα ωστόσο κάποια κρυμμένη αίσθηση σιγόκαιγε στον αέρα το μόνο που είχε να κάνει να καλύψει την απόσταση να χαράξει άγνωστα βήματα να κατανοήσει τα μηνύματα μη νομίζετε τετριμμένα και χιλιοειπωμένα πράγματα δεν είναι καθόλου έτσι άλλοι χάθηκαν στην κινούμενη άμμο φορώντας τα βαριά ποδήματα της βεβαιότητας άλλοι πάλι ξεχάστηκαν πίσω σαν καταδικασμένοι τραυματίες κάποιοι επίδεσαν πρόχειρα νοήματα και με παρηγορητικές αγκαλιές προχώρησαν δύσκολα, δε λέω αλλά προχώρησαν στα ατομικά των καθαρτήρια όχι για τιμωρία όχι μόνον για εξιλέωση και για να λάβουν το κουράγιο ν' αδράξουν ένα χέρι που  εφάνη την ύστατη  ώρα πριν την άδοξη ήττα

αερας

φοβότανε και γινόταν έρμαιο της συνήθειας όλο και περισσότερο σαν άθλιο πρεζάκι κατακερματισμένες σκέψεις ανοργάνωτες λέξεις μια ομίχλη βυθιζόταν πιο πολύ σε αυτή και το πρωί ήταν βάσανο να πρέπει να σέρνεις το ένα πόδι πίσω απ' τ' άλλο κάπου άκουσε ότι η μουσική σώζει έτσι σαν ένα μάντρα σαν μία υπόσχεση από τις ανεκπλήρωτες ώσπου διαπίστωσε πως δεν ξεμακραίνανε οι μέρες εκείνος ξεκολούσε από πάνω τους ένα κέλυφος άχρηστο πια που τίποτα δεν προστατεύει τίποτα δεν κυοφορεί οι σημαία ανέμιζε απέναντι ή ήταν τα μαλλιά της πού να ξέρει δυσδιάκριτες μέρες μια ζάλη πάει κι έρχεται κι ούτε ένα παιδί να παίζει ούτε πολύχρωμες καρικατούρες μόνο μια ηχώ μακρινή σαν ξωκλήσι στο λόφο κι αέρας ξερός στο στερνό γλίσχρο φως  

maxi

περιφέρομαι στα παλιά ρηθέντα κάποιες φορές εκών άκων κι όλα μου φαίνονται σαν μπαγιάτικα μεθεορτινά φαγητά σε ταπεράκια που θα κρατήσουν καμπόσο έτσι δεν αντέχω συνήθως να περιφέρομαι ασκόπως σε όσα για κάποιον λόγο έχουν ειπωθεί ώσπου τυχαία  συναντάς την είδηση κι είναι σαν να σκοντάφτεις σε μια πλάκα που αυθάδικα προεξέχει από το λείο πεζοδρόμιο για να σου λέει πρόσεχε οι δρόμοι δεν είναι σταθεροί δεν υπάρχει πάντα αύριο ούτε και δεδομένο να πάρει δεν γυρίζει πίσω κανείς δεν σταματά κανείς όλοι φεύγουνε πριν καν φτάσει η γιορτή σε ένα αναγγελθέν τέλος