στο βαθύ θλιμμένο
βλέμμα σου
δεν υπάρχει
δεν ήξερα
μόνο
δεν μπόρεσα
και με κομμένα γόνατα
τόση ανηφόρα
που λες
πότε θα τελειώσει
Θε μου
πότε θα βρεθώ
σε τόπο ίσκιωτο
ν' απλώσεις
τα μακριά σου χέρια
σ έναν χορό ικεσίας
για να βγούνε ξανά
νέα φτερά
να μην φοβάσαι
να πετάξεις
ανάξια τώρα
διπλώνω τα λιγοστά λόγια
όσα έχουν απομείνει
προσπαθώντας
να μην λυπάμαι για μένα
να βρω το νερό
που θα ξεδιψάσει
και να το αφήσω ήσυχα
στο περβάζι
όταν τη νύχτα λύνεις
τα μαλλιά σου
και βρέχει αστερόσκονη
ξύπνησα μετανιωμένος
δεν ήταν που δεν ήξερα
αλλά αυτό το
δεν μπόρεσα
πόσο παλιά
θα με στοιχειώνει
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου