ηλικιωμένη στην εξώπορτα
κρακ κρακ οι αρμοί
κρακ κρακ τα κοκκαλάκια
κρακ κρακ οι αρμοί
κρακ κρακ τα κοκκαλάκια
να κλείσουν οι λογαριασμοί
να κλείσουν τα παράθυρα
αυτή η ζέστη
το κενό καίει
η βροχή καίει
ο τοίχος γερνά
χαϊδεύω του ξεφτισμένους
σοβάδες
διαλύοντας σε σκόνη
τον χθεσινό όρκο
οι υποσχέσεις
κλεισμένες στο σκοτάδι
με την υγρασία
οι αναμονές
για τον όροφο που
δεν σηκώθηκε ποτέ
χαλκοσωλήνες
αρτηρίες
το βράδυ αργά
οιμώζουνε
με αργόσυρτο παράπονο
θα βγει στην αυλή
θα σαρώσει την αυλή
θα σαρωθεί
ηλικιωμένη στην εξώπορτα
μετέωρη\
μεταξύ του εντός
και εκτός
μεταξύ του εμείς
και αυτοί
την επόμενη μέρα
θα έχει ξεθωριάσει
θα έχει θρυμματιστεί
σαν τους ωχρούς σοβάδες
αν όχι
θα ζητήσω καφέ ελληνικό
και βανίλια υποβρύχιο
στο πλατύ ποτήρι
του καφενείου
δεν κλείνουν έτσι οι λογαριασμοί
χωρίς το πικρό και το γλυκό
και το κρύο το νερό
στο δισκάκι.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου