Ω, τυλίγομαι
τη νύχτα
το σκοτάδι την αγωνία
εκείνοι που αγαπούμε
θα δίνουν πάρτι στις ταράτσες
τρέχω και πάλι
όλα με προσπερνάνε
ελλειπτικές τροχιές
και το φεγγάρι
λάμπει στην άσφαλτο
ακολουθώ ένα σύννεφο
κι όλο διψάω
πίνω το αίμα
καυτό που ρέει κάτω
υπόγεια
κι όλο οσφρίζεται
αυτό που αφήνεις
εκ προμελέτης
να με ξυπνά
να με τελειώνει
το ακριβό μου
το κρατώ
είναι ένα κάτι
είναι τα πάντα
είσαι με όλα
μέσα τους μέσα μου
ατέρμονη και μαγική
δεν σε λέω νοσταλγία
σε λέω κόκκινο
όλες μου οι διαδρομές
προς αυτό το κόκκινο
τα αγριοκέρασα
κάτω απ΄τη βρύση
θεέ μου πώς δίψασα
μη με μαλώνεις
ξέρω καλά
πώς να κρατάω
απ τη δροσιά σου'
και να πορεύομαι
μη με μαλώνεις
παραμυθάκι μου
δεν είμαι ο ήρωας
είμαι η σκηνή
η γραμμή απ' τα λαμπιόνια στην άκρη
και πάνω μου περνάνε
τρέχουνε ασταμάτητα
ακούω την ηχώ των πραγμάτων
όταν το βράδυ πέφτω
όλα ζούνε
μια δεύτερη ζωή μέσα μου
γι' αυτό νοσταλγώ
πριν ακόμα νοσταλγήσω
ζώντας στο περιθώριο του χρόνου
με μια μικρή καθυστέρηση
κράτα μου το χέρι
όπως στην παράσταση
γιατί ακόμα
τα δάχτυλα θυμούνται
Για εμάς, τα παιδιά της λαϊκής, μικροαστικής συνοικίας, με τις αναμνήσεις των "ελαφρολαϊκών" , τα απογεύματα της Κυριακής, από μικρά φορητά τρανζιστοράκια, αυτή η αναχώρηση σημαίνει κι ένα τέλος εποχής, όπως και να το κάνουμε...
τη νύχτα
το σκοτάδι την αγωνία
εκείνοι που αγαπούμε
θα δίνουν πάρτι στις ταράτσες
τρέχω και πάλι
όλα με προσπερνάνε
ελλειπτικές τροχιές
και το φεγγάρι
λάμπει στην άσφαλτο
ακολουθώ ένα σύννεφο
κι όλο διψάω
πίνω το αίμα
καυτό που ρέει κάτω
υπόγεια
κι όλο οσφρίζεται
αυτό που αφήνεις
εκ προμελέτης
να με ξυπνά
να με τελειώνει
το ακριβό μου
το κρατώ
είναι ένα κάτι
είναι τα πάντα
είσαι με όλα
μέσα τους μέσα μου
ατέρμονη και μαγική
δεν σε λέω νοσταλγία
σε λέω κόκκινο
όλες μου οι διαδρομές
προς αυτό το κόκκινο
τα αγριοκέρασα
κάτω απ΄τη βρύση
θεέ μου πώς δίψασα
μη με μαλώνεις
ξέρω καλά
πώς να κρατάω
απ τη δροσιά σου'
και να πορεύομαι
μη με μαλώνεις
παραμυθάκι μου
δεν είμαι ο ήρωας
είμαι η σκηνή
η γραμμή απ' τα λαμπιόνια στην άκρη
και πάνω μου περνάνε
τρέχουνε ασταμάτητα
ακούω την ηχώ των πραγμάτων
όταν το βράδυ πέφτω
όλα ζούνε
μια δεύτερη ζωή μέσα μου
γι' αυτό νοσταλγώ
πριν ακόμα νοσταλγήσω
ζώντας στο περιθώριο του χρόνου
με μια μικρή καθυστέρηση
κράτα μου το χέρι
όπως στην παράσταση
γιατί ακόμα
τα δάχτυλα θυμούνται
Για εμάς, τα παιδιά της λαϊκής, μικροαστικής συνοικίας, με τις αναμνήσεις των "ελαφρολαϊκών" , τα απογεύματα της Κυριακής, από μικρά φορητά τρανζιστοράκια, αυτή η αναχώρηση σημαίνει κι ένα τέλος εποχής, όπως και να το κάνουμε...
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου