-
Θέλω
να σου πω
για κάτι που μου συνέβη πριν λίγο καιρό:
-
Περπατούσα
κάτω
απ' τον απογευματινό ήλιο
και σκεφτόμουν πόση ζωή
αφήνουμε να κυλάει σαν το νερό
μέσα απ' τα χέρια μας…
Ήμουν έτσι
ώρα πολλή
χαμένη μέσα στο πλήθος
μέχρι που
ούτε άκουγα
ούτε πρόσεχα πια
τίποτα γύρω μου….
Ακούγονταν μόνο τις φωνές και το βουητό
της αποβάθρας
μέσα μου χτυπούσαν μυστικά
οι ώρες που
αναγγέλλουν τον ερχομό
ή το γυρισμό…
-
Ξέρετε,
είναι τυχεροί όσοι προχωρούν
έχοντας ένα σκοπό
ή μια προσδοκία...
-
Κι όπως
περπατούσα
είχα, πώς να
το πω,
την αίσθηση ότι
βυθιζόμουν όλο και πιο πολύ
μέσα μου
Ένιωθα την ανάσα μου
να βαραίνει
χανόμουν
σ' αυτές τις σκέψεις
απροσδιόριστα
και χωρίς σκοπό
Λένε πως όταν παύεις να έχεις
έναν προορισμό
αυτό σ' ελευθερώνει ίσως
μα πάλι
ποιος ξέρει
είναι τόσα τα πράγματα
που κουβαλάμε πάνω μας
και μέσα μας
μικρές εμμονές…
-
Να,
εγώ, που λες,
το χω πια πάρει συνήθεια
να κουβαλάω πάνω
μου
αυτό το παλιό
αντρικό ρολόι…
ένα βαρύ Ζenith,
με ασημένιο μπρασελέ
-
Χώνω
τα χέρια
στις τσέπες
το νιώθω στα δάχτυλά μου
και τότε σε
θυμάμαι….
-
Θυμάμαι
που μου χες πει:
«μη σε νοιάζει
χάνει δυο τρία λεπτά»,
λες κι έχει σημασία
όταν ξέρεις πως όλα
βαδίζουν προς
ένα αναπόδραστο τέρμα…
«χάνει δυο τρία λεπτά
μη σε νοιάζει...»
-
Και την
επόμενη στιγμή
νιώθω το χέρι
σου να με αγκαλιάζει
την ανάσα σου
στο λαιμό μου
στιγμές ανέμελες,
ταξίδια
μικρές απολαύσεις
και το
καθησυχαστικό σου χαμόγελο
-
Όλα
αυτά
τα νιώθω πια τόσο
δικά μου
που δεν
ξεχωρίζω
την αρχή απ’ το τέλος
-
Κάτω
στο σταθμό
περπατώ τώρα άσκοπα κι αναπολώ
οι γραμμές
απλώνονται
σαν μεταλλικοί ορίζοντες.
Κοιτάζω το τελευταίο βαγόνι
που ξεμακραίνει
οι ώρες χτυπάνε
στο διάκενο
ο επόμενος σταθμός
ο επόμενος προορισμός…
-
Πόσο
ζηλεύω τους επιβάτες
που ξεμακραίνουν
πού να είσαι τώρα
άραγε…..
-
Θα σε
κρατήσω για πάντα εδώ
δεν θέλω αποχαιρετισμό
οι
αποχαιρετισμοί
είναι το προοίμιο της μνήμης
που αποκοιμιέται
μέσα μας
και βαλτώνει
με τους ίσκιους
-
«Κράτησέ
το»
μου είχες πει,
το παλιό σου
ρολόι
«Δεν το χρειάζομαι πια»
Τα λόγια σου μέσα μου αντηχούσαν:
«Δεν σε χρειάζομαι πια»
μα δεν τ’ ομολόγησα ποτέ
στον εαυτό
μου
-
Ξέρω πια
πως όσοι φεύγουν
κι αφήνουν πίσω τους ενθύμια
είναι αυτοί που
δεν κοιτάνε πια πίσω
-
Όμως
εγώ, να,
έμεινα εδώ
κάνοντας κύκλους
σαν ένας λεπτοδείκτης
που χάνει μια στροφή
κάθε τόσο
κι ούτε επιστροφή
ούτε καν έστω πόνος
μόνο ένα παράξενο
κενό σημείο πια
στον ορίζοντα
και μέσα μου
-
Να ‘μαι
τώρα εδώ
στην αποβάθρα
κάπνισα το τελευταίο τσιγάρο
αρχίζω και κρυώνω
καθώς ο ήλιος
δύει
Κι αυτή η παγερή αναμονή
της αναχώρησης…
-
«Ξέρεις»,
θέλω να σου πω
«έτρεξα να το
φτιάξω το ρολόι σου»
νόμιζα πως ήταν
το αγαπημένο σου
«κοίτα
δεν χάνει πια ούτε χτύπο»
-
Δεν
πειράζει
θα σε θυμάμαι έτσι
ν’ αργείς πάντα
στα ραντεβού μας
Άργησες
είναι αλήθεια
τι σημασία έχει πια…
-
Βάζω
το χέρι στην τσέπη
και δίχως να το σκεφτώ
αφήνω το παλιό σου Zenith
να γλιστρήσει
απ' την παλάμη μου
στο χαρτόκουτο
του πρώτου άστεγου που συναντώ
-
Θα
μου λείψει…
αντίο μικρό
μου ρολόι
ας έφευγα κι εγώ ανέμελα
με το απογευματινό τρένο
σαν αυτό που σε πήρε από μένα
οριστικά μακριά…..
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου