Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάρτιος, 2018

Πατέρας και δύο παιδιά

Ο χρόνος ο ανύπαρκτος ο ανυπόστατος ο μέγας βασανιστής ακόμα έρχονται εικόνες το πατρικό μου σπίτι ο πατέρας να κόβει το ψωμί στο τραπέζι απλώνουμε τα  κλαδιά μας κι ανοίγουμε τα φύλλα μια ωραία ηλιόλουστη μέρα κι η ρίζα γαντζώνεται στο χώμα το υγρό και σκουλικιασμένο από το λίπασμα των πτηνών και τα καύκαλα των αγίων πατέρας με δύο παιδιά με φόντο το σεληνόφως πόσο γρήγορα θ' αφήσουν το χέρι που αγαπημένα τα κρατά εμείς θα ταξιδέψουμε στην άλλη πλευρά του φεγγαριού και τα παιδιά θα χαμογελούν σε παραλίες στο τελευταίο βραδινό φως που γι' άλλους σημαίνει έρχομαι ζεστή αγκαλιά στιγμές που ούτε καν σκέφτεσαι πως θα θελες να κρατήσουν α, φενάκη της νιότης γιατί όταν αρχίζεις και το σκέφτεσαι τότε καθώς η μέρα χαιρετά το φως κάποιοι γλιστράνε μακριά στο θαμπό ορίζοντα καθώς τα πρώτα φώτα στη γέφυρα μοιάζουνε σαν γιορτή που ξεμακραίνει

Μύρο

Γυμνοί και διάφανοι να υπάρξουμε στο χώρο που μας αναλογεί διαστέλλοντας τον χρόνο μας αυτό που μας δίνεται να το κάνουμε ένα πολύτιμο διάδημα να το φοράς μόνο αυτό κι όλα δικά μας ό,τι είμαστε τα σώματά μας να ψηλαφίζουμε και το ακριβό άρωμα να το φυλάμε καλά έτσι όπως τώρα μέσα μας ανταλλάσσοντας με λόγια και βλέμματα απόλυτα κι απλά το είδα στο πρώτο ξύπνημα της μέρας δεν χρειάζομαι κάτι άλλο ας μείνουμε εδώ στην αυτάρκεια μιας αγκαλιάς τι άλλο είναι ο χρόνος παρά η στιγμή που διαρκεί έχω πολλά ακόμα να μάθω αρκεί να με καθοδηγείς σωματικά και με το έντστιχτο αγαπώντας τον έρωτά σου γίνομαι κάθε φορά ο εαυτός που  μπορώ πάνω στα πόδια σου να εναποθέτω ό,τι έχω μέσα μου και το φυλάω ευλαβικά σαν άγιο μύρο μόνο για σένα

Κυριακή

Το βλέμμα είπε όσα δεν ειπώθηκαν μέσα σε φως άπλετο και με καθαρή την κάθε λεπτομέρεια δεν πρέπει να λέω γι' αυτά δεν είναι δυνατό να εκφραστεί γιατί δεν περιγράφεται το αίνιγμα αυτό του έρωτα - κι ας ήταν για λίγο - όταν μετουσιώνουν την αγάπη τα σώματά μας δεν είναι απλά το κέντρο της ηδονής είναι το κέντρο όλης της γης το πιο ιερό και ακατάλυτο ένα δυο σώματα που φέρουν μέσα τους τη δυνατότητα του άπειρου κάτι μέσα μου διέφυγε από μένα χωρίς να πω τώρα ή πότε κι έγινε δικός σου λόγος τόσο που να μπορώ να μιλώ μέσα από σένα ν' ανασαίνω μέσα σε σένα σαν ένας νέος ομφάλιος λώρος δεν έχουμε πάψει ποτέ σ' αυτό το σμίξιμο απλώς ανασυστήνουμε το άπειρο μέσα μας τόσο βαθύ τόσο χαώδες που χάνω κάθε λογικό ειρμό περιδινίζομαι απ' την αρχή της ύπαρξης μέχρι το τέλος μέσα σου αναγεννημένος στο χείλος της ανυπαρξίας και του παντός στο μεταίχμιο του ενός και του τίποτα μετά επανέρχομαι σταδιακά και ζαλισμένος σε ρωτώ που ...

5'

ενα όνειρο απ' τα ωραία κλείσε το παράθυρο να μη φύγει' μαζί με το κελάηδισμα των πρωινών πουλιών και σκορπίσει στο σκληρό φως της μέρας αλλά τι λέω το φως αυτό σε κάνει και φαίνεσαι πόσο πιο αληθινή είναι ίσως και θέμα οπτικής γωνίας όταν γλυκά με κοιτάς γερμένη πάνω στο μαξιλάρι σου δεν χρειάζεται να λες τίποτε άλλο όταν πάλι θα σηκωθούμε όλα θα μπούνε στην αναπόφευκτη τροχιά - α, να μην ξεχάσω αύριο και τούτο και κείνο...- σταμάτησέ με κάνε την καρδιά μου για λίγο να σωπάσει άγγιξέ με βαθιά όπως εσύ μόνο γνωρίζεις βγάλε από μέσα μου κάθε πικρή ρίζα που πάει να πνίξει τη χαρά μου όλα αυτά είναι πολλά το ξέρω καλά μα αν μπορείς για πέντε λεπτά ακόμα - γιατί έχεις τόσο δίκιο πάντα- να μη σηκωθούμε πέντε λεπτά ακόμα αγκαλιά ν' αφηγηθούμε ο ένας το όνειρο του άλλου γιατί έξω σαν βγούμε το φως με καθηλώνει κι οι τροχιές μας σπασμένες μέχρι να ζυγιστούν ξανά μόνο πέντε λεπτά λίγο ακόμα μέχρι να γεμίσει το δωμάτιο με των ματι...

Ξανά

Πώς με κατέχεις πώς κυριαρχείς επάνω μου και με χαρά απαντέχω τη γλυκιά τυραννία της αναμονής πρέπει να έχω τα χείλη σου πρέπει να έχω το δροσερό στόμα και το γλυκό τριαντάφυλλο να πέσουμε μαζί και να σηκωθούμε σε έναν κόσμο που δεν θα χωρά παρά τα θέλγητρα του έρωτα μη μου πεις ουτοπίες ο,τι ζει μέσα μας ζει για πάντα κι εκεί έξω κι ας μην- εμείς τυφλοί- το βλέπουμε μπροστά στα μάτια μας τόσο κοντά που είναι καμιά φορά όλα όσα χρειάζεται κανείς και να μην μπορεί το χέρι να απλώσει αυτό το χέρι είναι δικό μου απόψε και θα με συντροφεύει και αύριο γιατί μ' αυτό αγγίζω το σώμα που κουβαλώ όλον τον άλλο καιρό κι εδώ τώρα τόσο απλά μαζί σου ζει ξανά! και είναι τόσο απλό΄ να σ' έχω μέσα μου βαθιά για πάντα ασίγαστη φωτιά!

δίχως λόγια

όταν αποθαρρύνεσαι να προσπαθείς να επιστρέφεις στα βασικά να θυμάσαι ας πούμε την εντύπωση που σου  έκανε όταν ανέβηκες τη σκάλα σ' αυτό το σπίτι άδειο ακόμα με τη σκάλα στη μέση και το σκαμπό στη γωνία τα σπίτια γεμίζουν με την παρουσία μας και χτίζονται μαζί με την ιστορία μας θυμήσου, λοιπόν, την πρώτη φορά που βγήκαμε στη βεράντα όλα χαρά να σου δείξω που' φαίνεται η θάλασσα θυμήσου τα απόβραδα που καθόσουν και χάζευες τα φέρι της γραμμής ή τα νησιά απέναντι πόσος αέρας φαινόταν να κυκλοφορεί απ' την κουζίνα ως το σαλόνι θυμήσου τις πρώτες μισάνοιχτες γρύλιες ή την άμμο που βιαστικά αποθέσαμε στα σεντόνια τότε δεν μας κουράζανε  οι διαδρομές ερχόμασταν από μακριά και φτάναμε πιο μακριά για να βρεθούμε πιο κοντά θυμήσου τον πρώτο καφέ στο τραπεζάκι  της πλατείας ή ένα βροχερό απόγευμα άσκοπα γυρνώντας στη Νέα Σμύρνη ή το μπαρ με τα αστικά μεγάλα μπαλκόνια τη συνέντευξη στον κήπο το πρώτο αμήχανο βραδινό ραντε...

Οικεία

Οικεία ακροβατώντας ανάμεσα στο βέβαιο  - που δεν υπήρξε ποτέ - και στα σύννεφα που φευγαλέα μεν ήρκεσαν για την ξαφνική νεροποντή Οικεία αναγνώριση αφής μεταίχμια μνήμης νύχτες που καίγονται χωρίς φωτιά ζωντανές διαφυγές αλήθεια έχουμε καιρό να πούμε για τα περίεργα όνειρα ή μήπως γίνανε έναν αναβαθμό πιο ιδιωτικά κι ερμητικά; Οικεία σε κουτιά υποδημάτων και φιαλίδια αρωμάτων διασκορπισμένα στα συρτάρια με τάξη καλυμμένες υποσχετικές για καλοκαιρία αύριο θα σηκωθώ πριν το φως φωνήσαι το ξέπνοο χάδι σου αναζητώντας στα ζεσταμένα σκεπάσματα και θάλασσες αναπολώντας να τις φέρουμε πιο κοντά μια μέρα έστω κοντύτερα και με τον ήλιο στο κατόπι μας βόλτα στο κύμα κι όσο φοβάμαι τόσο μένω πίσω τόσο που φοβάμαι πως θ' ανοιχτείς καμιά φορά προς τα ζεστά του νότου μικρολίμενα

Πρωι

Όλα μετράνε όλα καταγράφονται ένα αόρατο κοντέρ παρόν συνεχώς οι εικόνες περνάνε δίπλα από ένα αυτοκίνητο που τρέχει πιάσε με μέσα σ' αυτό το χαμό χάιδεψέ με καθώς διασχίζουμε άγονες πεδιάδες με κουφάρια εργοστασίων έχω ανάγκη να φύγουμε οδηγώντας βλέποντας μία δύση οσφρητικό κενό ένα τοπίο αναζητά τη μυρωδιά της μνήμης κι η μνήμη είναι κνήμες, λαγόνες τεντωμένα σε έκσταση κι αλαλλάζοντα μέλη ζητώντας λύτρωση κι οδύνη ηδονική έρχομαι κάθε βράδυ' καραδωκώ μέχρι το ξημέρωμα που πεθαίνοντας κάθε αντίσταση κι αναγεννώμενος ο νέος παλιός πόθος ω, είμαι εγώ στ' αλήθεια μέσα σου πριν με ξεβράσει η αντίσταση του δοσμένου χρόνου έτσι λίγο στο ενδιάμεσο τον ξεγελάω και σε φέρνω στα δικά μου μέτρα πριν σκορπίσεις μαζί με τον άσπονδο ύπνο πάνω στο αποσταμένο σώμα μου

πλέον

Καταγράφοντας ανακαλύπτεις ενίοτε με έκπληξη πόσο είμαστε ευγνώμονες για τις πιο οδυνηρά κοινότοπες ημέρες και τη σημασία των λεπτομερειών η αναμονή με έκανε να γίνω λάτρης του ολίγου και του συγκαλυμμένου ή το αντίθετο; μέσα από τα μικρά μου εμμονικά μοτίβα βρίσκομαι επαναλαμβανόμενα στη δίνη της φευγαλέας  αίσθησης και το παράδοξο: όσο πιο φευγαλέα τόσο πιο εμμονική η επανάληψη η πίστη μου είναι η ηδονή της προσμονής κι ο έρωτας μεταμορφώνεται σε χίλιες μορφές και μετουσίωση απροσδόκητη δεν είναι το αντικείμενο καθαυτό είναι η σταθερή υπόμνηση μιας αφήγησης μέσα από εξαίσια πράγματα εξαίσια σφραγισμένα στη φόρμα και την πνοή του κορμιού σου για πάντα πλέον

Αναχωρήσεις

-          Θέλω να σου πω για κάτι που μου συνέβη πριν λίγο καιρό: -          Περπατούσα κάτω απ' τον απογευματινό ήλιο και σκεφτόμουν πόση ζωή αφήνουμε να κυλάει σαν το νερό μέσα απ' τα χέρια μας… Ήμουν έτσι ώρα πολλή χαμένη μέσα στο πλήθος μέχρι που ούτε άκουγα ούτε πρόσεχα πια τίποτα γύρω μου…. Ακούγονταν μόνο τις φωνές και το βουητό της αποβάθρας μέσα μου χτυπούσαν μυστικά οι ώρες που αναγγέλλουν τον ερχομό ή το γυρισμό… -          Ξέρετε, είναι τυχεροί όσοι προχωρούν έχοντας ένα σκοπό ή μια προσδοκία... -          Κι όπως περπατούσα είχα, πώς να το πω, την αίσθηση ότι βυθιζόμουν όλο και πιο πολύ μέσα μου Ένιωθα την ανάσα μου να βαραίνει χανόμουν σ' αυτές τις σκέψεις απροσδιόριστα και χωρίς σκοπό Λένε πως όταν παύεις να έχεις έναν προορισμό α...

Οριστικά

Περπατούσα κάτω απ' τον ήλιο κι αναλογιζόμουν πόση ζωή αφήνουμε να κυλάει σαν το νερό μέσα απ' τα χέρια μας έμεινα έτσι ώρα πολλή χαμένη μέσα στο πλήθος μέχρι που ούτε άκουγα ούτε πρόσεχα πια τίποτα γύρω μου οι φωνές και το βουητό της αποβάθρας οι ώρες που αναγγέλλουν ερχομό ή γυρισμό τυχεροί όσοι έχοντας ένα σκοπό ή μια προσδοκία... βυθιζόμουν όλο και πιο πολύ μέσα μου ένιωσα την ανάσα μου να βαραίνει χανόμουν σ' αυτές τις σκέψεις απροσδιόριστα και χωρίς σκοπό όταν παύεις να έχεις έναν προορισμό λένε πως αυτό σ' ελευθερώνει ίσως μα πάλι ποιος ξέρει είναι αυτά τα πράγματα μικρές εμμονές που κουβαλάμε πάνω μας και μέσα μας χώνω τα χέρια στις τσέπες νιώθω στα δάχτυλά μου το δροσερό μπρασελέ μου χες πει μη σε  νοιάζει χάνει δυο τρία λεπτά λες κι έχει σημασία όταν ξέρεις πως όλα βαδίζουν προς ένα αναπόδραστο τέρμα χάνει δυο τρία λεπτά μη σε νοιάζει... κάποτε όλα γίνονται τόσο δικά μας που δεν ξεχωρίζεις πια την αρχή κα...

Είμαστε πια

Είμαστε πια αρκετά μεγάλοι για να μοιάζουμε του καθεμιανού αν περπατήσω έξω εκθέτοντας το σώμα μου σαν να βγάζω στο σφυρί γυμνή την ψυχή μου θα είναι αληθινό όσο ο πόνος που ενίοτε φαντάζει η μόνη αλήθεια γιατί ο πόνος η έλλειψη η απαντοχή είναι σαν τους  καρπούς που εκκολάπτονται μια φευγαλέα τάχα άνοιξη και σκάνε με πάταγο καταμεσίς του Απρίλη πόσο μεγάλο αμάρτημα πόσο άγιο πάθος να ξυπνά' της σάρκας ο ολολυγμός καθώς στο δρόμο σκορπίζουνε τα ροδοπέταλα απ' τον εξαίσιο επιτάφιο

Δε βγαίνω

Δεν βγαίνω έξω δεν θέλω να πάω πουθενά εδώ θα μείνω να μετράω τα χρόνια μου διπλά στου κρεβατιού την άκρη στα πράγματα τα λιγοστά τ' αγαπημένα που φυλάω καλά κρυμένα να έχω να κρατιέμαι από σένα από μένα να έρχεται το αύριο απλά με λόγια μικρά λόγια αγαπημένα ό,τι από αυτά είναι καμωμένα είναι σωστά όλα είναι γεμάτα εικόνες, παραστάσεις στιγμές κι ενθύμια που μόνο το σώμα αναγνωρίζει ότι παίρνει το δωρίζει το κάθε τι στα σίγουρα κρατά αν μ' αγαπάς και τώρα και αύριο' δεν θα ζητήσω άλλο τίποτα σβήνω το φως και περιμένω τα ρούχα μου πετάω στη σκέψη σου γυρνάω όλο γυρνάω εδώ θα μείνω στο σπίτι θα σαι εδώ μαζί μου σβήνω το φως θα κοιμηθώ στο πρόσωπο χαμόγελο η μέρα τελειώνει σ' αγαπώ

Τα ρούχα

Τα ρούχα αυτών που έχουν φύγει στέκονται σε κρεμάστρες κι όσο αδειάζει το μέσα εγκαθίσταται σταθερά στο κενό η σκόνη σακάκια άκαμπτα και αυστηρά δηλώνοντας το παρόν της διαρκούς απουσίας δεν βγαίνουν ποτέ στο φως εκτός κι αν ενίοτε τα δεις να περιφέρονται πάνω σε σώματα ξένα ή να λιώνουν στην αρμύρα κάποιων ξεχασμένων απόμερων βράχων

Ορθρινό

τα χείλη σωτηρία και κατάλυση πρέσβευε για μένα στόμα που βρίσκεσαι σε κάθε ίνα φανερώνεσαι σε κάθε νευρική σύναψη τυραννώντας με  αναπάντεχα πρωινά ώρες μικρές και λίγες που δεν περνούν μόνο στη φαντασία όταν στέλνοντας μηνύματα, έντονα εμφατικά καιγόμουνα πες μου αν το νιωσες και συ όλα μέσα μου εξεγείρονταν μια υπόσχεσή σου τι λέω μια νύξη καν είν' αρκετή παραδόθηκα σε αυτό το δικό σου που ορίζεις απόλυτα - τι μυστήριο κι αυτό- είσαι και δεν είσαι είναι μια παράξενη κι επίμονη κυκλωτική κίνηση ο βρόχος του έρωτα που αναπάντεχα σε ζώνει και δεν σ' αφήνει να ησυχάσεις ακόμα και μέσα στην πιο απόλυτη κούραση και πρωινή ακινησία ω, τα μέλη μου τα νιώθω τόσο βαριά όταν μαίνονται καθ εαυτών εκλιπαρώ εν ζωή και σε τόπους ονείρων για των χειλέων το απομυζώντας κλέος και ανάγκη και θεοί οι ίδιοι δεν αντιμάχονται με τίποτα, κάνε τη σπονδή σου μη δείχνοντας έλεος κανένα υπόφερέ  με και φέρε με μέσα σου κάνε με να πονώ για σένα και ...

Όντως ον

τα λόγια εξανεμίζονται ευτελές το βάρος τους κι όμως καμιά φορά τείνουν να παίρνουν την αξία που δικαιωματικά ανήκει στη γλώσσα των χεριών υποκαθιστώντας με την ανάμνηση αυτό που τελεσφορεί μόνο ανάμεσα σε δύο σώματα που εγκυμονούν το φως αλήθεια δεν έχω μπορέσει κι ούτε πρόκειται ποτέ να υπερβώ την υπόσταση που λαμβάνουνε τα άρρητα που σμιλεύεις επάνω μου και δεν μπορώ όντας στην έξαρση που με οδηγείς παρά μετά από χρόνο ικανό να προσπαθώ αδέξια ν' αποκρυπτογραφήσω το μυστήριο που με μυείς είναι πολύ φτωχό το λεξιλόγιο σαν όνειρο μόνο ίσως κι αυτό αποσπασματικά μα τόσο ενίοτε ζωντανά να επαναφέρω εμπρός στα διψασμένα μάτια μου και στο σώμα που αναζητά τις νέες λέξεις που κάθε φορά μαθαίνει χωρίς να μου λες τίποτα μόνο να ξεδιπλώνεις ένα εξαίσιο μονοπάτι για να περνώ μέσα από σένα σε ό,τι όντως είναι

Απ' την αγάπη

μπορώ να κουβαλάω τη θλίψη της πέτρας το μούδιασμα από το σκίρτημα της πρώτης άνοιξης ν' ανάβω και να σβήνω μαζί με τα φανάρια των πεζών και να κυλάω στην άσφαλτο σαν μαύρο σύννεφο σταλάζοντας δάκρυα κ ευγνωμοσύνη μόνο και μόνο γιατί μπορώ αυτό τουλάχιστον όμως υπάρχουν αιτίες που δεν μ' αφήνουν να ησυχάσω σαν να πρέπει ν' απολογηθώ για τα λάθη άλλων το κορίτσι με το φευγαλέο πρόσωπο το έχω μαζί μου θα με ακολουθεί πια σαν ξεχασμένη αποσκευή που ξέρεις όμως ότι είναι εκεί καλά κρυμμένη γιατί στο αίνιγμα αυτό στο τρυφερό το χέρι που κρατάει μ' εμπιστοσύνη το χέρι που οδηγεί είδα όχι πόνο ούτε συμφορά είδα αγάπη άφατη' άδολη που δεν ζητά τίποτα μα τίποτα παρά να είναι αυτό που είναι έτσι έκλαψα ήσυχα όχι από πόνο ούτε από χαρά έκλαψα απ' την αγάπη

οπου πατάς

όπου πατάς να το φέρω στα χείλη μου με τη γλώσσα το σχήμα των δαχτύλων να ψηλαφίσω ω. αφήστε με δεν υπάρχει άλλος τρόπος αφήστε με να οδηγηθώ με την αίσθηση και τον πόνο3 της επιθυμίας σαν ν' ανεβαίνουμε  μια κατάφυτη πλαγιά το φως απόλυτα διάφανο και πλήρες να λες σήμερα, τώρα όλα τα έχω πια αλλά και πάλι να πρέπει να κατεβείς ένα δρόμο σκονισμένο πέτρα και χώμα ένα σπίτι έστεκε άδειο τα παράθυρα έχασκαν σαν άδειες μνήμες έπειτα πάλι αναζητώντας το δρόμο για την επιστροφή στο φως ω, αφήστε μου το προνόμιο της ανείπωτης αίσθησης να μην μπορώ καν  να διηγηθώ αυτό που το κορμί μεταλαμβάνει δεν είναι αυτό είναι η ψυχή μου που φλέγεται μένει μετέωρη στα πιο πάνω στρώματα του συνειδητού επανέρχεται μέσα μόνο απ' το δικό σου σώμα κι αυτό το αδιάκοπο  πήγαιν'  έλα είναι το δώρο σου το ακριβό που ακέραιο το φυλάω αναβιώνοντας αλλά και ζώντας το εκ νέου στο δικό σου σώμα ω, αφήστε μ...