Δε θέλω
θρόνο ψηλό
λόγια, φωτογραφίες,
φιοριτούρες
τα δέκα σου δάχτυλα
ένα- ένα
να βυζάχνω
και ν' ανέβω
στο πιο εμφανές άμβατο
γυμνός κι αποστερημένος
από κάθε περίσσεια
ο ήλιος τα γυμνά μεριά μου
να φιλεί περίπαθα
να σου επιστρέφω κάθε θωπεία
να καιγόμαστε λαμπεροί
και ωραίοι
επάνω στον αλαβάστρινο βράχο
ήλιος, ουρανός και γη
χαράδρες, βουνά
ένα κορμί
ξύπνησα με κούραση
και βάρος στα βλέφαρα
δεν ήμουν ούτε υπήρξα ποτέ
δεν ήθελα τον κόσμο
γιατί τον κουβαλούσα μέσα μου
από τα πριν
μέχρις τα έσχατα
κυλούσα κι εγώ μαζί του
χωρίς σκοπό
χωρίς κοίτη
χυνόμουν μέσα
σε μια μαύρη, αφρισμένη άβυσσο
στη γης
κι απ το χαμό
και το σκοτάδι
μ' εξέμεε το φως
κι ο αλαλαγμός
των φυσικών πραγμάτων
είπα τότε, θεέ μου
βοήθησε να μη χαθώ
σ' αυτό τον ορυμαγδό
κι ένιωσα ν' αρπάζουνε
το κορμί μου
και να στροβιλίζουμαι
και ξύπνησα ξανά
αποζητώντας σε
αυτή τη φορά
απεγνωσμένα
αγγίζοντας το κορμί μου
κι ανταλλάσσοντας το άγγιγγμα'
με το πιο γλυκό μεθύσι
απ' τα χείλη τα ζωντανά
κι έριξα απάνω μου
δυο πρόχειρα σαρκία
και κάθησα
να μετρώ τις ώρες
που να σμίγουμε
στο ημίφωτο
του απογεύματος
που μακραίνει
στ' αφρισμένα ακρογυάλια
με τα λαμπυρίζοντα κοχύλια
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου