Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Φεβρουάριος, 2018

Σβήνοντας το χρόνο

Είναι το σώμα μου δεμένο με σχοινιά δεν μου φτάνει μια εικόνα' δεν μου φτάνει σε έχω κάνει εικόνισμα καίω το λάδι μου για σένα μέσα σε σένα όταν σ' έχω δεν το ξέρεις μα προσεύχομαι κρυφά όχι ότι ντρέπομαι αλλά φοβάμαι μην ξυπνήσω μια μέρα και δεν έχω πια λόγο' υπάρχω γι' αυτό και ζω κι όσο ποτέ δεν το φαντάζεσαι τόσο βαθιά μέσα από σένα ζω κι ούτε σκέψεις θολές ούτε υπερβολές πάνε πια' τα χρόνια  που ξεγελιόμασταν με ψέμματα κι άλλα λόγια τώρα ο κάθε χτύπος μετρά διπλά τώρα ο χρόνος δεν είναι μια θάλασσα πλατιά παρά ποτάμι που τραβά στις εκβολές του να σε κρατήσω' λίγο ακόμα]παραπάνω πόσο σωστά πόσο σοφά μη μ' αφήνεις στιγμή να ξεχαστώ έλα και κέρνα' ξανά και ξανά ζωή για άλλη μια φορά γι' αυτές τις ώρες που μηδενίζει ο χρόνος σ' ευχαριστώ

Άνδρας με σκυλάκι

Άνδρας που κρατά σκυλάκι στην αγκαλιά του πέρασαν κι αυτές η μέρες χωρίς φως ανάμεσα σε δυο βροχές και δεν πρόλαβα ούτε τα ρούχα μου να στεγνώσω περνούσαν τη διάβαση κι ήταν τόση η φροντίδα κι η τρυφερότης που σου ερχόταν να γελάσεις αλλά δεν γελάς αυτές οι μικρές εντυπώσεις οι μεγάλες στιγμές έπεσα και σηκώθηκα με την ίδια κούραση ούτε μία αγκαλιά ναι ξέρω δεν κάνει να είμαστε αγνώμονες η πλεονεξία του θέλω παραπάνω από αυτό που θέλω σαν ισχυρή ουσία καταλύειες μέσα στο αδρανές σώμα μου σε αναμονή  ως και η επιθυμία που αναστέλλεται ως την ώρα το σκυλάκι που' κοίταζε ανήσυχα δεξιά αριστερά έτοιμο να χυμήξει στο σφαγείο του δρόμου άραγε να ξέρει πώς είναι να σ' αγαπούν και με ασφάλεια ν' αφήνεται στα σίγουρα χέρια ας είναι ας χλευάζουν οι δυνατοί θα χωθώ με την πρώτη ευκαιρία στη γνώριμη αγκαλιά σου θ' αναζητήσω κι εγώ το γνώριμο σαρκικό άρωμα άρωμα ψυχής μετουσιωμένο σε δέρμα και υφή ως τότε θα γλιστρώ κρυφά σαν πλ...

Αμαχητί

Στο βλέμμα το γλυκύτερο ημερεύει η ψυχή βρίσκει τον τρόπο της κι όλα γίνονται σωστά μέσα του γαληνεύω δεν ζητάει κανείς πολλά όταν ζει έχοντας όλα το ελάχιστο άγγιγμα προανάκρουσμα  για το πιο ωραίο που ακολουθεί σταθερά θα έρχομαι σε αυτό και κάθε μέρα θα δυναμώνει του πόθου η προσδοκία κρατώντας την κάθε απειροελάχιστη εντύπωση με αυτά τρέφεται η κάθε μύχια αίσθηση σε αυτά το σώμα αποκτά το νόημά του βλέμμα υγρό και βαθύ σε σένα παραδίδω τις επιθυμίες μου για σένα παίρνω το δρόμο με τη χαρά  του ταξιδιώτη που επιστρέφει στα γνώριμα τοπία που ανθίζουνε μέσα μου σ' αναγνωρίζω από τον τρόπο τον υγρό και λαγαρό ας μην το στερούμαι αυτό το υπέροχο που μέσα μου βαθαίνει πιο πολύ και διαστέλλεται στο στήθος  στου έρωτα την ανταπόδοση όλα τα παραδίδω αμαχητί

Ενσαρκώνεις

Η βροχή στα στιλπνά κοχύλια τ' απλώνω στην αυλή μέσα μου αναδεύονται οι στιγμές το λίγο γίνεται πιο πολύ που όσο κατακάθεται μπορώ και μιλώ γι αυτό ξεχύνεται από μέσα  ορμητικά και ξέφρενα η καρδιά ηρεμεί κι ο νους  όμορφα μένει εκεί στα πιο περίτεχνά σου σμιλεμένες μου ώρες σας ανακαλώ ο ύπνος έρχεται γαλήνιος και γλυκός όπως σε είδα να κατεβαίνεις από κάπου αλλού σ' αυτό τον κόσμο αποφασίστηκε πως θα διαβαίνεις με νόημα και σκοπό να βαθαίνει κάθε αίσθηση κάθε εντύπωση να έχει νόημα και πληρότητα σαν να περπατάς σε πλακόστρωτο βουλεβάρτο όπως μετά τη βροχή όλα μέσα μου  καθρεφτίζονται πιο καθαρά και διάφανα το σπίτι ανακαλεί κάθε πάτημα το άρωμα γίνεται συνθήκη του βίου απεκδύοντας κάθε τι προσωπικό και μικρό όλα βιώνονται υπέρτερα γιατί εσύ το θέλησες να υπάρξεις στη σφαίρα του αληθινού από ποια πύλη έκανες την είσοδο κι έγινε ο κόσμος αυλαία στα πόδια σου να υποτάσσετ...

Ώρες

Δε θέλω θρόνο ψηλό λόγια, φωτογραφίες,  φιοριτούρες τα δέκα σου δάχτυλα ένα- ένα  να βυζάχνω και ν' ανέβω  στο πιο εμφανές άμβατο γυμνός κι αποστερημένος από κάθε περίσσεια ο ήλιος τα γυμνά μεριά μου να φιλεί περίπαθα να σου επιστρέφω κάθε θωπεία να καιγόμαστε λαμπεροί και ωραίοι επάνω στον αλαβάστρινο βράχο ήλιος, ουρανός και γη χαράδρες, βουνά ένα κορμί ξύπνησα με κούραση και βάρος στα βλέφαρα δεν ήμουν ούτε υπήρξα ποτέ δεν ήθελα τον κόσμο γιατί τον κουβαλούσα μέσα μου από τα πριν μέχρις τα έσχατα κυλούσα κι εγώ μαζί του χωρίς σκοπό χωρίς κοίτη χυνόμουν μέσα σε μια μαύρη, αφρισμένη άβυσσο στη γης κι απ το χαμό και το σκοτάδι μ' εξέμεε το φως κι ο αλαλαγμός  των φυσικών πραγμάτων είπα τότε, θεέ μου βοήθησε να μη χαθώ σ' αυτό τον ορυμαγδό κι ένιωσα ν' αρπάζουνε  το κορμί μου και να στροβιλίζουμαι και ξύπνησα ξανά αποζητώντας σε αυτή τη φορά απεγνωσμένα αγγίζοντας το κ...

παλίμψηστο

Με τα μήλα από τα δάχτυλα να διατρέχω τον αυχένα το γυναικανδρόγυνο οργασμικό απώγειο ποιο είναι αυτό το πιο έντονο πιο τελειωτικό μια αμφησιμία αλληγορία με το σώμα κι ωστόσο ό,τι πιο όμορφο κι αληθινό αχ, θα χαθώ πάλι σε αποπλάνησης της αίσθησης το μυαλό μου θα καίγετΑΙ εκκωφαντικά εξυμνώντας θέλω να το φωνάξω και κόβεται η φωνή μου να 'χα κι άλλο χωρίς κανένα όριο δίνε κι άλλη μου φωτιά σκοτάδι και φως θέλω να εξερευνώ απτικά σύμπαντα ασύμμετρα όλα να συγκλίνουν στο ιερό που εισέρχομαι υπέρτερο θέλω μια ζωή να κατακτήσω μη μ' αφήνεις μόνο να φτάνω ως εκεί κι ο Σίσσυφος πόθος λίγο πριν πάλι να ξανακυλά θεε μου' να χω τη δύναμη να ξαναρχίζω χωρίς σταματημό μη φτάσω ακόμα ψηλότερα έλα να πάμε το πιο όμορφο φύλαγέ του διαρκώς ένας διακαής κι ανίκητος πόθος σ' αυτό να πιστεύω μόνο σώσε με μη με σώζεις....

Από εσένα κι από μένα

Να με κοιτάς βαθιά με το πιο γλυκό σου βλέμμα από τα χείλη σου να διαχέεται το περίγραμμα του κόσμου δεν έχω βρει τίποτα άλλο τόσο αληθινό ένα παιδί που τα θέλει όλα έχω γίνει κι ας μην καταλαβαίνουν τι με νοιάζει ας μην υπάρξω πιο έξυπνος πιο ικανός αν με περιβάλλεις με τον τρόπο σου αν σε βλέπω να λικνίζεσαι χαρούμενα μ' ένα χαμόγελο υγρό όλα τότε είναι καλά καμωμένα ακόμα και τα δύσκολα κι όσα μας δοκιμάζουν σε στιγμές μοναχικές δεν μ' ενδιαφέρει κανείς ας μην καταλαβαίνει με νοιάζει μόνο το θρόισμα και τ' άρωμά σου να διαπερνούν την πόρτα μου και τη ζωή μου δεν έχω πει τίποτα σπουδαία κι ούτε και πρόκειται ποτέ μα θα 'ναι για μένα δώρο μου ακριβότερο ν' αναλωθώ στην επανάληψη των ακριβών αισθήσεων που αστείρευτα κυκλώνουν από εσένα κι από μένα

Τα δικά μας πράγματα

Μερικές φορές κοιτάζω τα χαμηλά σπίτια σπίτια που βλέπουν ίσια στα μάτια αυτά που γίνονται πίσω από κλειστές πόρτες ανοίγονται δρόμοι κι όλο νομίζεις πως κάνεις νοερούς κύκλους βλέπω μπροστά μου τα θαυμαστά πράγματα που μπορεί να μην είναι τίποτα πιο λίγο ή πιο πολύ από έναν ανθισμένο κήπο σφηνωμένο ανάμεσα στο οκτάωρο της λήθης τότε, με ευγνωμοσύνη κι απέραντη τρυφερότητα κοιτάζω προτού ξεκινήσω' πέρα μακριά κατά τη θάλασσα ή εκεί που σμίγουν οι βουνοκορφές και βλέπω όλα που δεν είναι ευθείες αλλά ρευστές καμπύλες κι ευχαριστώ τη ζωή για το χάδι το ζεστό' και την ανάσα ό,τι ζω είναι καλό γιατί με φέρνει' με χιλιάδες διαφορετικούς τρόπους όλο και πιο κοντά σου πέφτω να κοιμηθώ με μια γλυκιά αγαλλίαση κι ευχάριστη προσμονή η ψυχή μου πλέει χαρούμενα θέλω να πάρω και να δώσω κι άλλο επιστρέφω έτσι στα δικά σου πράγματα που είναι πιο πολύ δικά μου συν τω χρόνω

έχω

έρχεται εκείνη η ώρα λες καλά ως εδώ διανύσαμε λίγη ακόμα διαδρομή κλείνοντας τα παράθυρα αφήνω μέσα ό,τι καλύτερο συμβαίνει μέσα σ' αυτό το χώρο που λέμε δικό μας θωπεύοντας γλυκά μικρές στιγμές ζώντας ξανά μέσα σ' αυτό το μικρόκοσμο που γεμίζει μόνο με αγάπη το σπίτι αυτό δεν θέλω καμία θλίψη να το περιχαρακώνει μόνο οι καλύτερες ώρες θα φορτωθούμε πάλι το σακίδιο με τα χρειώδη της ημέρας μέσα σ' αυτά τα πράγματα κρατώ - και είμαι ευγνώμων - τα γλυκά τα χείλη τα χέρια που κράτησαν χέρια το δέρμα που έσμιξε ζεστό ερμητικά σαν το πιο πολύτιμο άρωμα ψάχνω και το βρίσκω στο μυαλό μου που γαληνεύει κι εκρύγνηται αυτά τα υλικά του έρωτα είναι ολόγυρά μου δικά σου και δικά μου γι' αυτά και ζω γι' αυτά και τραγουδώ μη χλευάζετε δεν υπάρχει κάτι πιο πολύτιμο το ορυκτό αλάτι από το σώμα και το μεθύσι από την έξαψη το ξαναζω και δική μου σε  κάνω καταθέτοντας αλήθεια και τη φωνή μου γυμνή βρεμένη από το λάδι της ψυχής σο...

να έρχεσαι...

Αίσθηση υγρή μου σε κρατώ μέσα  στα δάχτυλά μου για λίγο και ξεγλιστράς σαν την άμμο δεν προλαβαίνω κι έρχεσαι  κατά κύματα με συνταράσσεις στον ύπνο και πιο π[έρα ακόμα σ' ένα αβέβαιο μετέωρο [που ποθώ να βρεθώ να μείνω εκεί  λίγο παραπάνω δώσε μου τον χρόνο κλείσε με' σ' έναν ελειψοειδή κύκλο κάμπτοντας προς εμέ τ' αχείλι σου πόσο....  ένα νεφέλωμα στο μυαλό μου, μωβ και ασημένιες συνάψεις στο μεταίχμιο της έκρηξης όχι, όχι βασανίσουυ' και βασάνιζέ με ανήλεα παραδίδομαι εγώ ούτε ταυτότητα ούτε υπόσταση ούτε ίσως ή  υποθέτοντας όλα μια  φωτεινή  εκτυφλωτική  κατάφαση ήμουν η γεύση σου ήσουν το τέλος μου και κατεβήκαμε μετά τις σκάλες χαμογελώντας τα πιο απλά  πράγματα ήταν γεμάτα φαντασία διάφανα σαν νερό καθαρό να έρχεσαι πάλι

Ακολουθώντας

Ημέρα επίπεδη ο δρόμος του ήλιου δεν συναντήθηκε βιαστικά γλίστρησες στο βουερό φως και χάθηκες στο πρωινό πού να σε βρω απ' το παράθυρό μου δεν φτάνω σκύβω κι απλώνομαι μα τα φιλιά μου καίγονται μακριά σ΄αναζήτησα και πάλι κάνοντας σκέψεις ακατάλληλα ονειροπολώντας περιμένοντας τον καιρό για τη συγκομιδή ξέρω πως επαναλαμβάνομαι και στην επανάληψη ο λόγος γίνεται απτή χαρά άγγιγμα που περιμένω τόσο μαζεύοντας μέσα μου το υλικό της έξαψης εικόνα μου που βασανίζεις τη σκέψη και το σώμα μου θ' απλώσω όλα μου τα επιχειρήματα πάνω στην πλάτη σου θ' ακουμπώ κι ύστερα θα κάνω ένα βήμα πίσω για να βλέπω και να βλέπω ν' αγγίζω και να βλέπω σχεδόν γυμνή άσε με να ορίσω το πεδίο των πιο αχαλίνωτων κι άλλα πολλά που θα θελα να σου κάνω δεν θα σου πω αίσθησή μου πόσο μένεις κενή κι αναζητάς το νόημα που αν δεν το χω μέσα στα δυο μου χέρια όλα μοιάζουν λιγότερα να δείχνεις στον ήλιο όλα από σένα να φαίνονται λαμπρά να πάλλετα...

Στο ενδιάμεσο

οι γραμμές του ηλεκτρικού σηματοδότες περαστικοί από πάνω τα πέτρινα φωτισμένα κτήρια σχεδόν τρυφερά στις απαλές πτυχώσεις των μια διαυγής δήλωση ύπαρξης είναι εδώ όλα τόσο εύγλωττα ένιωσα και τόσο επιτακτικά  παρούσα την ύπαρξή τους λες και περνούν διαδοχικά σαν τους σταθμούς μέσα απ' το κορμί σου σαν μια διασύνδεση με το άπειρο του άχραντου μυστήριου η αιδοία εκδοχή του χρόνου ό,τι πιο αληθές μπορεί η ανθρώπινη φύση τι λέω ποια ανθρώπινη, ανοησίες, γυναίκα από σένα όλα ξεκινούν σε σένα καταυγάζουν σε σένα καταλήγουν στο ενδιάμεσο μια αγωνιώδης προσπάθεια να λατρέψουμε και λατρεύοντας να ενθεωθούμε στην αποκάλυψη της πιο βασικής ουσίας που γεννάται από μέσα σου μόνο

γυναίκες

γυναίκες με μια πετσέτα βρεγμένες κι αλλέγρες γυναίκες που γεννάτε του έρωτα τις μέρες γυρίζοντας με τ' αυτοκίνητο σας βλέπω πίσω απ' τις ριγμένες γρίλιες να νταντεύετε μωρά ν' απλώνετε τα πάθη σας στο στήθος επάνω το γάλα των εραστών δουλεύοντας σκληρά στα ημερομίσθια του πόθου που διαχέεται παντού το  μέλι που ρέει έξω απ' το βάζο ξεχειλίζει τ άρωμα διασχίζοντας το δρόμο περνάει τη διάβαση γλύκα κι ανάσα μου πόσο είναι ποθητός ο πόθος σου σαν το θεριό που το μεθά η έξαψη πόσο σε  νιώθω χωρίς να ξέρεις θα τα κλείσω όλα ερμητικά φυλάγοντας όλους τους ανθούς ορέγοντας μόνο τους καρπούς σου μόνο εκεί την πείνα μου θ' αφήσω να ξεσπάσει κάνε μου ό,τι είσαι το πιο ακριβό μου δώρο είναι στα χέρια σου κι όλα ωραία κι έτσι απλά απόλυτα δεν γίνεται αλλιώς