Αν η ρωγμή
ανοίξει
και χάσκει
από κάτω
απειλητικά
τότε καταλαβαίνεις
πώς είναι
να ακροβατείς
πάνω από ένα
λεπτό στρώμα πάγου
δεν μιλάει κανείς
και η σιωπή
αποπνιτική
να θέλεις να βγάλεις
τ' αντερά σου
αλλά ούτε κι αυτό
να μην έρχεται
για ανακούφιση
το κενό που έλκει
το κενό που καλεί
μαυλιστικά
μη σταθείς ποτέ
στο χείλος του
όλα ανακατεύονται
όλα είναι επίφοβα
όπως τα έφτιαξες
κι έτσι
θα πέσεις
να κοιμηθείς
ξερά βαριά
σαν να περνούν
βιαστικά από πάνω
δέκα φορές
χειμώνες
αν δεν πιαστώ
το χέρι σου
αν μείνεις μετέωρη εκεί
να με βλέπεις να γκρεμίζομαι
δεν έφτιαξα πολλά
όμορφα αγαλματάκια
από πηλό
να έχουμε να παίζουμε
έλα ξανά
σε μια ατέλειωτη
αυγουστιάτικη νύχτα
τι έχει το φως
και αρρώστησε
γιατί το απόγευμα'
είναι κίτρινο
τι έκανα
θεέ μου
και τα σκοτεινιασα όλα
γιατί δεν μπορεί
από μόνα τους
μέσα βαθιά
πόνος και
αίσθηση
αναπόδραστου
φεύγουνε όλα
σαν σύννεφα
βιαστικά
κι η βροχή
μισή, μισερή
και ανεκπλήρωτη
αφήστε με
να πληρώσω τα χρέη μου
και στο φανταστικό μου
ναυάγιο''
τελευταίος
να καταποντιστώ
πότε θα μάθουμε
πότε
θα συγκλίνουμε
προς έναν
τρυφερό
ορίζοντα
φοβάμαι
να πέσω να κοιμηθώ
γιατι θα ξυπνήσω
μια μέρα
ήδη καταποντισμένος
και θα ναι αργά
γαμώτο άργησα
περάσαμε συμπληγάδες
και μείναμε να
λίγο πριν την έξοδο
κρίμα
κρίμα
ο ορίζοντας στένεψε
τα μάτια σου
στένεψαν
κλότσησε η καρδιά μου
κι έμεινα
με την απορία
αλλά αν
δεν υπάρχει χρόνος
η μεταμέλεια
περιττή
αν δεν υπάρχει
διέξοδος
η κάθοδος
οριστική
δεν θέλω
να γυρίσω
στο κάθετο
κώμα μου
ζωή
σε αδικησα
και με πλήρωσες
σε αξία
αντίστοιχη
της αστοχασιάς μου
ανοίξει
και χάσκει
από κάτω
απειλητικά
τότε καταλαβαίνεις
πώς είναι
να ακροβατείς
πάνω από ένα
λεπτό στρώμα πάγου
δεν μιλάει κανείς
και η σιωπή
αποπνιτική
να θέλεις να βγάλεις
τ' αντερά σου
αλλά ούτε κι αυτό
να μην έρχεται
για ανακούφιση
το κενό που έλκει
το κενό που καλεί
μαυλιστικά
μη σταθείς ποτέ
στο χείλος του
όλα ανακατεύονται
όλα είναι επίφοβα
όπως τα έφτιαξες
κι έτσι
θα πέσεις
να κοιμηθείς
ξερά βαριά
σαν να περνούν
βιαστικά από πάνω
δέκα φορές
χειμώνες
αν δεν πιαστώ
το χέρι σου
αν μείνεις μετέωρη εκεί
να με βλέπεις να γκρεμίζομαι
δεν έφτιαξα πολλά
όμορφα αγαλματάκια
από πηλό
να έχουμε να παίζουμε
έλα ξανά
σε μια ατέλειωτη
αυγουστιάτικη νύχτα
τι έχει το φως
και αρρώστησε
γιατί το απόγευμα'
είναι κίτρινο
τι έκανα
θεέ μου
και τα σκοτεινιασα όλα
γιατί δεν μπορεί
από μόνα τους
μέσα βαθιά
πόνος και
αίσθηση
αναπόδραστου
φεύγουνε όλα
σαν σύννεφα
βιαστικά
κι η βροχή
μισή, μισερή
και ανεκπλήρωτη
αφήστε με
να πληρώσω τα χρέη μου
και στο φανταστικό μου
ναυάγιο''
τελευταίος
να καταποντιστώ
πότε θα μάθουμε
πότε
θα συγκλίνουμε
προς έναν
τρυφερό
ορίζοντα
φοβάμαι
να πέσω να κοιμηθώ
γιατι θα ξυπνήσω
μια μέρα
ήδη καταποντισμένος
και θα ναι αργά
γαμώτο άργησα
περάσαμε συμπληγάδες
και μείναμε να
λίγο πριν την έξοδο
κρίμα
κρίμα
ο ορίζοντας στένεψε
τα μάτια σου
στένεψαν
κλότσησε η καρδιά μου
κι έμεινα
με την απορία
αλλά αν
δεν υπάρχει χρόνος
η μεταμέλεια
περιττή
αν δεν υπάρχει
διέξοδος
η κάθοδος
οριστική
δεν θέλω
να γυρίσω
στο κάθετο
κώμα μου
ζωή
σε αδικησα
και με πλήρωσες
σε αξία
αντίστοιχη
της αστοχασιάς μου
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου