Πρόσκληση σε δείπνο
λιτό και σύντομο
όπως και κάθε βράδυ
τα σύννεφα γοργά στροβιλιζόμενα
την ώρα, όπως όλα, περιμένοντας
όταν τα σκούρα τα ρολά θα κατεβαίνουν
με πάταγο απ' το χέρι γυναικώνε
και οι βαριές μακρές κουρτίνες
θα σκεπάζουν
τη θλίψη μίας μέρας που δεν ήρθε
τα όνειρα μετέπειτα
που θ' ανεβαίνουν τον ανήφορο
με απελπισία οικτρά αγκομαχώντας
ως να μη δύνανται, να λες, ή να μη θέλουν
να πιάσουν τόπο στο ημιφώτιστο κομμάτι
του άλλου εκείνου εαυτού
επαναλαμβάνονται
έρχονται φεύγουνε και γυρνάνε
σαν σβούρες άηχα και ξέψυχα
την ώρα εκείνη που επανέρχεται το σώμα
βαρύ και βιάζονται γοργά να ξεγλιστρήσουν
δεν καταφέρνω να τα πιάσω, αερικά
δεν είμαι ούτε εκεί ούτε και πουθενά
και την ημέρα που όλα αρχίζουνε και πάνε
σαν το κουβάρι μα και πλέκονται ομαλά
κινούμαι αργά, ανεπαισθήτως υπογείως
σε ένα λεπτό στρώμα κομμάτι αμφιβολίας
κι αν σπάσει αυτό το πιο λεπτό και βυθιστώ
στο έρεβός μου του υπάρχω- δεν- υπάρχω
τότε το μόνο που με σώζει και ξανά
πα στον αέρα ανεβαίνω ξεπνοώντας
είναι μονάχα ό,τι απ τα χείλη σου πνοηθεί
ό,τι από σένα
τόσο γήινο με αγγίζει
και να μου λέει πως είμαι αλλού
ενώ είμαι εδώ
κι έχω μονάχα από σένα
ελπίδα για να κρατηθώ
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου