Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Δεκέμβριος, 2017

ξαναζω

Ζω σ' ένα λεπτό καταφέρνοντας βήμα το βήμα να κρατηθώ από τα χείλη αγγίζοντας ό,τι ποθώ και με ποθεί τόσο που δεν προφταίνω να ξυπνώ απ' τ' όνειρό μου και συνεχίζω υπνοβάτης βγαίνω στο δρόμο σαν ακροβάτης δεν ξέρω αν μαζί σου ακολουθώ δεν  ξέρω αν ξέρω ή αν θυμάμαι κι αποθυμώ και πέφτω και κοιμάμαι με αρπάζεις απ' το λαιμό ας μου έπαιρνες τη ζωή ας μου έπαιρνες την πνοή θα ήμουν ακόμα εγώ εδώ παραδομένος στα χέρια τα δικά σου για τη χαρά για τη χαρά σου για τα φιλιά μπροστά στο τζάμι μπροστά στα πόδια σου εγώ θα έπρεπε να γονατίζω κι όσα μου δίνεις να φέρνω πίσω να σου θυμίζω αντί γι αυτό τώρα καπνίζω ξανά και πάλι αρχίζω όσα θυμάμαι τόσα να ζω να ξαναζώ και να ελπίζω

Πηγή

Κινούμαι, αλλάζω διαρκώς από πηλό σε πέτρα απ' την πιο άγρια χαρά σε ξέφωτα και δέντρα είδα γαλάζιο άνεμο και σύννεφο λουλούδι ζέφυρος πέταξε η καρδιά και γέννησε τραγούδι το τραγουδώ και στη βροχή το λέω και στα δέντρα πάνω στην πιο ψηλή κορφή που λιώνουν οι χειμώνες και πάνω κει στα χείλη της που ανθίζουν ανεμώνες δεν περπατώ, ακροβατώ ψηλά σαν υπνοβάτης και της αλήθειας το νερό το ξεδιψώ κοντά της να γίνομ' η στάμνα εγώ πηγή η αγκαλιά της

Αγαπημένα

Είμαστε εδώ και προχωράμε στο μαζί κι οι δυο μας ακουμπάμε και κρατάμε στα δύσκολα στα λίγα μ' ένα χαμόγελο τα τραγουδάμε τόσο ωραία που καμιά φορά απλώς φοβάμαι μην η ζωή πεισμώσει κι ό,τι μας χάρισε πίσω το δώσει και δεν κοιμάμαι όμως την άλλη εκεί στιγμή τα μάτια ανοίγω βλέπω δύο θάλασσες γαλήνιες φωτεινές και πάμε! πάνω τους ακουμπώ μέσα τους κολυμπώ το χρόνο αμέσως σταματάμε! αν είναι έτσι μέσα σ' αυτά τα μελωμένα μάτια λατρεμένα τότε, ας δώσει, θε μου, μέσα τους να χαθώ αγαπημένα...

Επιστρέφοντας

Χάρτινα Χριστούγεννα επιστροφή το δώρο  αγνώστου παραλήπτη μετέωροι στα φώτα στα ντεσιμπέλ προσπερνώντας ανοιχτά παράθυρα φωτεινά δεν υπάρχουν παιδιά κάποιος ακύρωσε την παιδική ηλικία να βγω έξω και πάλι έξω ν' αναμιχθώ στην κίνηση των δρόμων όταν όλα αραιώνουν κατακάθονται στην αναπόφευκτη διαδικασία της πέψης Χριστούγεννα ξεχνώ να γελώ δανείζομαι ξένες αναμνήσεις το παιδί έχει χαθεί μπορεί να μην υπήρξε στ' αλήθεια ζούμε αντίστροφα σ' ατέρμονους ελικοειδείς βρόχους πρέπει  να κατεβαίνουμε πολλά σκαλιά κάτω με λάμπες αχνές υγρασία και μνήμη για να βρούμε την πηγή  του φωτός να ταξιδέψουμε τα χρόνια ανάποδα και να επιστρέψουμε στην αρχή μεγάλοι και κουρασμένοι Ένα από τα πιο αγαπημένα, νοσταλγικά ντουέτα επί σκηνής....

Χρόνια σεντόνια

Και πάλι θα γυρίσω  και θα βρω μες τ΄όνειρο τα μάτια σου να καίνε υγρά θα λαμπυρίζουν στο βυθό μαζί τους θα με πάρουν και θα λένε Αγάπη μου για σένανε χίλια κομμάτια σαν με κοιτάς μες την ψυχή μ' αυτά τα μάτια Αγάπη μου  για σένανε, ήλιος στο χιόνι τα χρόνια μας σεντόνια μας ποτέ πια μόνοι Η νύχτα θα σταθεί σαν ξωτικό που μέσα μου ξυπνάει κι απαντέχει για σένα σε καμίνι ερωτικό  θα λιώνει και τα χείλη σου θα βρέχει  Αγάπη μου για σένανε χίλια κομμάτια σαν με κοιτάς μες την ψυχή μ' αυτά τα μάτια Αγάπη μου  για σένανε, ήλιος στο χιόνι τα χρόνια μας σεντόνια μας ποτέ πια μόνοι Θ ανοίξω τα φτερά στον ουρανό κι η μέρα θα σκορπάει τ' άρωμά σου θα σ΄έχω ολοδικό μου σαν θεό και στο άγγιγμά σου ο ήλιος θα μεθάει Αγάπη μου για σένανε χίλια κομμάτια σαν με κοιτάς μες την ψυχή μ' αυτά τα μάτια Αγάπη μου  για σένανε, ήλιος...

Γιορτινά

Δεν θέλω γιορτές ούτε και φώτα θέλω μόνο ένα σινιάλο από την άλλη την πλευρά τη σκοτεινή και παγωμένη του άθλιου φεγγαριού δεν θέλω τραγούδια ούτε χαζοχαρές θέλω μια άγρια χαρά έναν χορό γυμνό χορό μεθυσμένα υγρά μάτια και θωπείες σκοτεινές θέλω αλμύρα του χειμώνα και γιορτινές δαντέλες ν' αγγίξω με τ' ακροδάχτυλα τις λεπτές μαύρες κλωστές που καμπυλώνουν κι εισχωρούν να ελευθερώσω στεναγμούς άγριες φωνές και μουγκρητά λόγια παράξενα μανιασμένα λόγια ασυνάρτητα και διαστολές να διατρέξω απ' άκρη σ' άκρη το μέσα ρούχο που πιέζει που αγκαλιάζει τα κορμιά θέλω τη γεύση που κεντάει και πλημμυρίζει τις αισθήσεις θέλω να σ' έχω ώρα πολλή και να με παίζεις με τα χέρια σου θέλω να σμίγουμε στο φόντο από τρελά μικρά λαμπιόνια και γερασμένους Αη βασίληδες το δώρο μου να είναι πόθος και παραισθήσεις και μια ζάλη θέλω αν είναι δυνατόν να παρατείνεται πιο πέρα όταν θ΄αλλάζουμε ευχές να σ έχω ακόμα σώμα κι αίμα νωπό επάνω μου να σε...

Σκοτεινό

Ένα σκοτεινό πέρασμα καραδοκεί απορροφά όλη την  ενέργεια κι η ζέστη απ' τον ήλιο δεν το αγγίζει μικροί κρύσταλλοι θρυμματίζονται στα δάχτυλα τα χείλη ξεραίνονται στα στόματα όποτε βρεθώ κοντά σ' αυτό παγώνει η καρδιά μου κι η φωνή δεν βγαίνει παρά σαν φάλτσο σφύριγμα ξερού κρωξίματος βοριάς που σαρώνει το πεδίο κι όλα τα σκορπά καίω τόσον καιρό χαρτιά που σκίζω κι άλλα άχρηστα προσωπικά υλικά και δε λέει να ζεστάνει τα δάκρυα παγώνουν' στις άκρες των ματιών κι όλα εγκαταλείπονται σαν εικόνες από το τελευταίο βαγόνι που όλο λυπημένα απομακρύνεται ώσπου ένα χέρι να σε τραβήξει πάλι μέσα όμορφα και μαλακά πίνοντας δυνατά ποτά κι ανασαίνοντας οικείες ανάσες χείλη γλυκά χείλη απαλά μακρινά μου χείλη μη με αφήνετε στο άσπλαχνο κρύο

Φωταγωγία

Ο,τι έχω πει κοίτα είναι λίγο είναι αβάσταχτο και σκοτεινό είναι η αγάπη που ανθίζει μέσ' στο χειμώνα σαν τη λεμονιά τα όμορφα φύλλα να κυλάνε επάνω τους σταγόνες της χαράς τι κι αν έρθει χειμώνας στην καρδιά έχει λιακάδα τα σύννεφα περαστικά μια ησυχία απλώνεται κι έρχεσαι μέσα στη νύχτα αργεί ακόμα η μέρα και το κορμί που αναζητά κι όλο και πιο πολύ σε νιώθω πριν ξημερώσει θα είσαι πια κοντά χωρίς το πιο πολύ να βασανίζεσαι χωμένη μέσα στα σεντόνια μου να βγεις έξω στο φως κι όμορφα να σημαίνουν οι μέρες και τα χρόνια έχω όλων την αίσθηση ευχή και κατάρα αναζητώντας διαρκώς τη διαρροή του χρόνου ανάβοντας τα μικρά φώτα κι οι καιροί να μιλούν και να μιλούν κάποιοι από μας σωπαίνουν κάποιος σφίγγει το χέρι κάποιος φεύγει το κερί τα λιγοστά του απομεινάρια σκορπώντας φίλησέ με άναψε κι άσε να καούμε φωταγωγώντας εξαίσια τα πιο βαθιά και σκοτεινά μακρυσμένα όνειρα

aurora

Έμεινα να αιωρούμαι μέσα σ' όνειρο τα μάτια πονούσαν κι η ψυχή πετούσε έφευγε κι ερχόταν όλα ήταν λεία κι ο χρόνος ο ίδιος χωρίς γωνίες ή κόμπους just floating το βουερό παρόν μιας πόλης υπνώτουσας τα φώτα τα νησιά οι στεναγμοί η αγρύπνια των αγίων και των αμαρτωλών κορμί διάχυτο αίσθηση ακέραια κι απροσδιόριστη με μάτια ανοικτά και κλειστά σε έχω στο στόμα και στα χέρια μου χάδια ανεπίδοτα θα ξαγρυπνάς  την ίδια ώρα πετώντας το ηλεκτρικό σου δίχτυ και με μια δίψα που καίει σαν δροσερό νερό θα με φέρνεις  στα χείλη σου...

Μέση ώρα

Μια πηχτή θάλασσα μέσα μου απλώνεται το ξημέρωμα όταν όλα τα καλύπτει ένας υπόκωφος υγρός βόμβος μπαίνει κάτω από την πόρτα και διαχέεται μέσα μου τότε, τη μέση ώρα πετάω από πάνω μου τα βαριά πετάσματα και με τα χέρια ψηλαφιστά ακολουθώ τον ρου της από τα χείλη της παίρνω ανάσα αναρριγώντας να τα χωρέσω όλα το κορμί είναι φορέας της κάθε μικρής αλήθειας που δαψιλά εναποθέτουν δεν είναι δικά μου μ' όλο που έχω την αίσθησή των παρά μόνο το μέσον που διαθέτω για να φτάσω ως εσένα ξαγρυπνώντας οι κινήσεις συγχρονίζονται και διαλύεται κάθε εγώ ιδανικά ερρώμενο πώς να ησυχάσεις ωστόσο ευγνωμοσύνη μόνο για αυτά όλα έχω και την επόμενη μέρα πιο πολύ ακόμα θ' αναζητώ ό,τι έχω κι ό,τι μου λείπει που δεν μου λείπει που είναι εδώ πάντοτε και παντού

Σύμπαντα

Να σταθώ δίπλα σου γυμνός να έχουμε ξεχάσει κάθε γλώσσα τώρα σκάβω στο σώμα μου τούνελ και περνώ αόρατα σύρματα στο κεφάλι μου λιώνουν γλυκά τα κύματά σου εκσφενδονίζομαι σ ένα γνώριμο τοπίο υγρά μου μάτια που κλείνεις παίρνεις την ανάσα μου και την κάνεις δέηση ποθώ να σε ποθώ κι αυτό γίνεται ένας κύκλος μέσα του ευχάριστα διαλύομαι κι ανασυντίθεμαι ψάχνοντας εκ των υστέρων' τα κάπως συναφή λόγια τι λέω τα λόγια η καύλα που εξακολουθεί να ηχεί κάτω απ' το μαξιλάρι μου διαρκής των αισθήσεων αποπλάνηση με μια γεύση υγρής σοκολάτας νευρική γλώσσα ακούμπησε πάνω μου το χέρι σου η αφή θα μας συνδέσει στα πια λαμπρά λιγωτικά μας σύμπαντα

Θλιμμένη γυναίκα στο καφέ

Θλιμμένη γυναίκα στο καφέ κοιτώντας στο πλάι κάπου πιο πέρα κάπου αλλιώτικα όλα θα ήταν αν όλα και τώρα με μακρινές υποσχέσεις τρέχοντας σε άλλες ταχύτητες το κάτω χείλος αρχίζοντας να διαγράφει την καμπύλη του χρόνου δεν το καταλάβαινα όταν ήμουν μικρός έλεγα δεν μπορεί θα υπάρχει ένας τρόπος για ενήλικα πρόσωπα χαμογελαστά και μετά έρχεται πόνος κι άλλος πόνος μ' ενδιάμεσα ξέφωτα ν' αγγίζει ο ήλιος το κορμί μας και να παίρνει η ψυχή το θάρρος της όπως όλα τα ζωντανά που αποζητούν το εγγύτερα σηκώθηκα πάλι πρωί μάζεψα και συγύρισα όμορφα όμορφα τη ζωή μου έχοντας στον ύπνο και στον ξύπνιο όμοια την αίσθησή σου να βγω πάλι και να γυμνάσω όραση κι ακοή και κυρίως τη μέσα αίσθηση που βλέπω χρόνια τώρα και ψηλαφίζω με δέος κι ευλάβεια τα πάθη τ' ανθρώπινα και τα κάνω δικά μου Δεν είναι η πρώτη φορά που ένα τραγούδι που μιλάει για χαρά εμπεριέχει λεπτά στρώματα θλίψης....μα τόσο πετυχημένα. Εκπληκτικό debute EP και single, κατά...

Μόλις

μόλις πέσει το σκοτάδι γίνομαι η πόλη σου το κόκκινο μαντήλι σου τα περιδέραια φιλιά σου τα δουλεύω μέρες πολλές και νύχτες ακροβατώντας στο μεσοδιάστημα προσπαθώντας να είμαι ικανοποιητικά ο ελάχιστος εαυτός υποχρεωτικά ακολουθώντας ένα ρεύμα και μετά στέκομαι και ατενίζω εκστατικός το φεγγάρι που πάει κατά πάνω μου ανοίγω το γκάζι και φτάνω μέχρι την αυλή σου τρέχω κι έρχομαι τώρα να λύσω το λουράκι σου άνιση η μάχη θα με νικήσει η ίδια η επιθυμία μου και πάλι θα στέκομαι με τα μάτια ακίνητα προσηλωμένα στα μελωμένα και ζεστά μάτια σου σαν την άμμο του καλοκαιριού να νιώθω ακόμα ανάμεσα στα δάχτυλα

Κυριακάτικο βαρύ

πάει η Κυριακή να μαζέψω τα πλυμένα να στεγνώσω τα χαμένα Κυριακή, στολίζομαι και βγαίνω τίποτα δε μαθαίνω απ' την αρχή, τ' αθλητικά και το ραδιόφωνο τα λαϊκά τα ελαφρά στη διαπασών γυρνάω εκεί γυρνάς αλλού είναι το σπίτι γιορτινό με προσπερνούν, βάζω και πίνω απ' το φτηνό μου για να θολώσει το μυαλό μου παραμιλώ που έχεις φύγει δεν έχεις φύγει δεν είσαι εκεί μα ούτε είσαι εδώ δε θέλω φώτα και τραγούδια κλείνω το ράδιο στα βουβά και οδηγώ μαύρα πουκάμισα καινούρια πάνω στην πίστα όλα σβήστα μ' ένα τανκγό αν κοιμηθούμε όχι πια χώρια και με αντέχεις το βράδυ αυτό μονάχα αυτό θα πάρω πίσω τη στεναχώρια και με το γέλιο σου μονάχα θα σκεπαστώ.....

όποτε θελήσω

είδα ένα όνειρο δεν μπορώ να θυμηθώ ήμασταν καλά κάπου όταν πέφτουν οι σκιές γύρω απ' το τετράγωνο βλέπω κάτι κόκκινα σύννεφα σαν χαρακιές από φιλιά που έμειναν κοιμάμαι επάνω στα μυστικά σου έγκατα κάτω μου περνά ένας πηχτός χείμαρρος ζεστό αίμα και σάρκα που χιμάει κατά πάνω στο χρόνο και τον ξεσχίζει με ηδονή τότε όταν με παραπιάνει αυτή η έπαρση για το απαλό σου λείο αφήνω τα μάτια μου να προσηλώνονται στο σημείο και δίχως καμία προσπάθεια μπορώ να σε φέρω εδώ στο λεπτό κι όχι μόνο ακόμα, ορκίζομαι, πως νιώθω γύρω μου το σμάλτο και μία θέρμη ανείπωτη τόσο που με τρομάζει καμιά φορά αυτή η ευκολία να γίνεσαι δική μου όποτε θελήσω