Πολύς λόγος γίνεται, επί μακρόν ήδη, σχετικά με την "ατομική" ευθύνη, η οποία τείνει να καταστεί μία δεσπόζουσα και "κανονιστικού τύπου" θεωρία και η οποία συμφύρεται ιδιαζόντως και εν πολλοίς αυθαίρετα, με τη σφαίρα της άσκησης της κρατικής εξουσίας. Επ’ αυτού, ορισμένες καλοπροαίρετες σκέψεις σχετικά με τα όρια και το πλαίσιο άσκησης της εν λόγω ευθύνης.
Σύμφωνα με τον Μάνεση (1967), το
"κράτος" είναι μία αυτοδύναμη οργάνωση εξουσίας η οποία διέπει τη
συμβίωση του συνόλου των ανθρώπων που διαβιούν εντός μίας ορισμένης
επικράτειας. Επιλέγω τον παραπάνω από το πλήθος των ορισμών περί κράτους,
ακριβώς προκειμένου να καταδειχθεί: α) η εξουσιαστική ισχύς του κράτους έναντι
των διοικούμενων και β) ο 'κανονιστικός' του ρόλος, ως κατεξοχήν ρυθμιστής των
σχέσεων των διοικούμενων μεταξύ τους αλλά και ως προς την ίδια την κανονιστική
υπόσταση αυτής της εξουσίας.
Από την άλλη πλευρά, σε όλα τα φιλελεύθερα Συνταγματικά πολιτεύματα
υπάρχουν εξισορροπητικές δυνάμεις και θεσμοί εντός του κράτους, με σκοπό
ακριβώς να περιορίσουν τη φύσει εξουσιαστική ισχύ του (κρατύνω = εξουσιάζω)
εκλαμβάνοντας τη μορφή του "κράτους δικαίου", του "κοινωνικού
κράτους", του "κράτους πρόνοιας", της "κοινωνίας των πολιτών" κ.ά. Για τον λόγο αυτό και
συνδέοντας την απρόσωπη αρχή του κράτους με την υπερκείμενη ιδεατή οντότητα της
Πλατωνικής "Πολιτείας", ο Τσάτσος
προκρίνει την έννοια της 'Πολιτείας' ως «εν λειτουργία συνένωσης δικαίου
και κοινωνίας», προκειμένου να αποτυπώσει τον χώρο ελευθερίας που έρχεται μέσα
από το δίκαιο να συναντήσει αλλά και να μετασχηματίσει το κράτος, ως
εξουσιαστικό φαινόμενο (Παπαδοπούλου Λ, 2015).
Η έκφραση της βούλησης του κράτους, ως ρυθμιστή των σχέσεων των
διοικούμενων υλοποιείται μέσα από τα θεσπισμένα όργανα και τους θεσμούς της
πολιτείας, προεξάρχουσας, βεβαίως, ως προϋπόθεσης sine qua non, της πολιτικής νομιμοποίησης των
εκπροσώπων του λαού, που συγκροτούν το κυρίαρχο σώμα έκφρασης της λαϊκής
βούλησης, ήτοι τη Βουλή και ειδικότερα την εκάστοτε εκλεγμένη κυβερνητική
πλειοψηφία.
Σε όλα τα φιλελεύθερα Συνταγματικά πολιτεύματα, η απόλυτη κυριαρχία του
Λαού είναι ο ακρογωνιαίος λίθος του πολιτεύματος. Το Σύνταγμα της Ελλάδας, όπως
αναθεωρήθηκε από την Θ Αναθεωρητική Βουλή των Ελλήνων και ισχύει, ορίζει ότι "Όλες οι εξουσίες πηγάζουν από το
Λαό, υπάρχουν υπέρ αυτού και του Έθνους και ασκούνται όπως ορίζει το
Σύνταγμα." (άρθρο 1, παρ.3 Σ) Ωστόσο, η ανωτέρω κυριαρχία έρχεται σε
αντίθεση (ενίοτε και σε σύγκρουση) με την εξουσιαστική νομιμοποιημένη ισχύ του
κράτους. Ο Weber, (στο
Βενιζέλος Ε, 2018) αναγνωρίζει ότι σε αυτή την "πάλη", το κράτος διαθέτει την υπέρτατη ικανότητα
αποτελεσματικής επιβολής και εξαναγκασμού σε υποταγή και συμμόρφωση κάθε άλλης
δύναμης ή θέλησης που βρίσκεται εντός του κράτους, καθώς είναι αυτό που
διαθέτει το μονοπώλιο της νομιμοποιημένης βίας ή του καταναγκασμού.
Ποια είναι, συνεπώς, τα περιθώρια της ατομικής βούλησης ή της (πολιτικής)
ατομικής ευθύνης μέσα σε ένα σύστημα αυστηρά ιεραρχημένων και δομημένων
εξουσιαστικών δομών, ώστε να εκφράζεται (και να επιβάλλεται) η κοινή βούληση,
ως εκφράζεται και υλοποιείται μέσω των θεσμοθετημένων οργάνων, των (πολιτικά)
νομιμοποιημένων κυβερνήσεων και των εντεταλμένων λειτουργών του κράτους;
Επισημαίνεται ότι το Σύνταγμα κατοχυρώνει, όχι μόνο την υπέρτατη λαϊκή κυριαρχία, αλλά και μία σειρά ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα και ελευθερίες, όπως η ελευθερία έκφρασης (αυτό που κάνουμε αυτή τη στιγμή και κανένας δεν μπορεί να περιορίσει ή να αναστείλει), η θρησκευτική ελευθερία, η προστασία της υγείας, της γενετικής ταυτότητας κ.λπ. Να ξεκαθαρίσουμε ότι το Σύνταγμα δεν θέτει, καταρχήν, ζήτημα ατομικής ευθύνης του πολίτη, ειδικότερα εν όψει της υλοποίησης των αποφάσεων του κράτους και της Διοίκησης. Αντιθέτως, στο περίφημο άρ. 25, παρ. 1 Σ, ορίζεται ότι "*1. Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους. Όλα τα κρατικά όργανα υποχρεούνται να διασφαλίζουν την ανεμπόδιστη και αποτελεσματική άσκησή τους".
Περαιτέρω, στο Μέρος Δεύτερο, άρθρο 4, με σαφήνεια ορίζεται
το πλαίσιο των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, όπως,
ενδεικτικά στην παρ. 2 "Οι Έλληνες και οι Ελληνίδες έχουν ίσα δικαιώματα
και υποχρεώσεις" (άρθρο 4, παρ. 2 Σ) ή ομοίως, στην παρ. 5 "Oι Έλληνες πολίτες συνεισφέρουν χωρίς
διακρίσεις στα δημόσια βάρη, ανάλογα με τις δυνάμεις τους." (άρθρο 4, παρ.
5 Σ). Η υπέρτατη ευθύνη που αναθέτει στον πολίτη το Σύνταγμα, με την
εμβληματική ακροτελεύτια διάταξη του άρθρο 120 παρ.4 Σ, αφορά στην τήρηση των
διατάξεών του, η οποία, μάλιστα, επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, όπως, επίσης
και η ευθύνη (και υποχρέωση) της αντίστασης έναντι όσων επιχειρούν να καταλύσουν
τη Συνταγματική τάξη.
Ολοκληρώνοντας αυτή την σύντομη και σε καμία περίπτωση εξαντλητική παράθεση
ορισμένων σκέψεων και απόψεων (με την ιδιότητα του σκεπτόμενου ελεύθερου πολίτη
και μόνο) η αναγωγή της ατομικής ευθύνης
(μέσα από οποιεσδήποτε ατομικές πράξεις ή παραλείψεις) σε οιονεί υπέρτατο
καταλύτη πλήρωσης ή μη των σκοπών της κρατικής εξουσίας και των εντεταλμένων
οργάνων ελέγχεται ως άτοπη αλλά και αλυσιτελής. Η ατομική βούληση και ευθύνη,
προφανώς, ξεδιπλώνεται και εκφράζεται εντός των στενών ατομικών ορίων και υπηρετεί ειδικότερους ατομικούς σκοπούς.
Σε καμία περίπτωση η μεμονωμένη ατομική βούληση και ευθύνη ή ακόμα και το
άθροισμά τους, δεν υπερβαίνει και δεν υποκαθιστά τον υπέρτερο ρυθμιστικό και κανονιστικό ρόλο της πολιτειακής
οντότητας του κράτους. Αντιθέτως, το κράτος λογοδοτεί απέναντι στους πολίτες
και ελέγχεται (Βουλή), επιδιώκει τη συναίνεση, θεσμοθετεί, επιβάλλει και
αξιώνει την τήρηση των νόμων, αλλά σε καμία περίπτωση δεν "αναθέτει"
στον πολίτη, καταρχήν, την πλήρωση των σκοπών και στόχων του.
Πολύ ενδιαφέρουσα και τεκμηριωμένη άποψη bro. Φυσικά και η υγιής σχέση πολίτη-κρατους δεν διευκολύνεται από απλοϊκές προσεγγίσεις από τις οποίες βρίθουν τα social media και απαιτεί διανοητική και πνευματική προσπάθεια που αποτελεί την προϋπόθεση ύπαρξης της δημοκρατίας. Ενεργοί και σκεπτόμενοι πολίτες, ισχυροί θεσμοί και ελεγκτικοί μηχανισμοί. Καλή δύναμη και υπομονή στη μοναξιά του στοχασμού και της ευαισθησίας σου.
ΑπάντησηΔιαγραφή