Μένω παραπλεύρως
της οδού Χίμαιρας
της οδού Χίμαιρας
τη μέρα φοράω
μία πανοπλία χαμόγελα
και πάω στη δουλειά
το βράδυ όμως
μένω γυμνός
και παραδίνομαι στα χέρια σου
μεγάλωσα βλέποντας
έναν απέναντι τοίχο
και διαγώνια
ένα κομμάτι αμφίβολο ουρανό
τώρα
βλέπω τα φώτα από τη ρόδα
του Fun Park
και τα πλοία πέρα
που αράζουνε αρόδο
μετά το βραδυνό
πίνω το τσάι μου
μεταλαβαίνω
και μεταλαμβάνομαι
συντρίβομαι
κι αναγενιέμαι
μειώνομαι
και μεγαλύνομαι
βλέπω πια ουρανό
και στρώνω μ' επιμέλεια
τις ρυτίδες του χρόνου
αλλά βλέποντας ουρανό
σε μια χρόνια κρίση νοσταλγίας
προκαταβολικά]
για τα μελλοντικά ηλιοβασιλέματα
που δεν θα δίνω δεκάρα
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου