κάνοντας κύκλους
όλο και πιο ακανόνιστους
τρεκλίζοντας
και χάνοντας το κέντρο
η σβούρα
σωριάζεται χάμω
χοντρή κι ασήκωτη
ενώ με χάρη
έφερνε γύρους
σαν μπαλαρίνα
και τώρα
μια μάζα πλαδαρή
κι ασύνταχτη
μέρα τη μέρα
βαραίνοντας
κι ένας ουρανός
σκοτεινός σαν δαίμονας
προσπάθησα
να συεννοηθώ
να καταλάβω τη γλώσσα
έγινα ένας
έγινα πολλοί
γίνομαι κανένας
την ώρα που
ένα ένα
τα παράθυρα
βυθίζονται στο σκοτάδι
και ζωές και ψυχές
επιπλέουνε μέσα
σ' αυτή τη σκοτεινή
ακύμαντη λίμνη
το αίμα παγώνει
κι η επιθυμία ύπουλα
κυκλώνει
απωθώντας
τη λύτρωση του ύπνου
απωθώντας εμένα
εσένα
που δεν σ' έχω
και δεν σ' είχα
γλιστράνε επάνω μου
τα πλοκάμια του πόθου
και με πνίγουνε
να σηκωθώ
ν' αρπάξω το τηλέφωνο
για βοήθεια
ν' αγγίξω
νιώθω και δεν νιώθω
πόσα ανερμάτιστα βράδια
νοσταλγία
και κούφια λαχτάρα
πιάνομαι
μέσα στη παγίδα'
που στήνω ο ίδιος
ξυπνώντας χωρίς να ξέρω
για λίγο
αν γύρισα
και πού
γραμμή στη βρύση
να σουλουπώσω
αυτό το χλιαρό πράμα
για μία ακόμα
αναίτια προσπάθεια
να σταθώ
εγώ
κι όχι
σαν να 'μαι εγω
όλο και πιο ακανόνιστους
τρεκλίζοντας
και χάνοντας το κέντρο
η σβούρα
σωριάζεται χάμω
χοντρή κι ασήκωτη
ενώ με χάρη
έφερνε γύρους
σαν μπαλαρίνα
και τώρα
μια μάζα πλαδαρή
κι ασύνταχτη
μέρα τη μέρα
βαραίνοντας
κι ένας ουρανός
σκοτεινός σαν δαίμονας
προσπάθησα
να συεννοηθώ
να καταλάβω τη γλώσσα
έγινα ένας
έγινα πολλοί
γίνομαι κανένας
την ώρα που
ένα ένα
τα παράθυρα
βυθίζονται στο σκοτάδι
και ζωές και ψυχές
επιπλέουνε μέσα
σ' αυτή τη σκοτεινή
ακύμαντη λίμνη
το αίμα παγώνει
κι η επιθυμία ύπουλα
κυκλώνει
απωθώντας
τη λύτρωση του ύπνου
απωθώντας εμένα
εσένα
που δεν σ' έχω
και δεν σ' είχα
γλιστράνε επάνω μου
τα πλοκάμια του πόθου
και με πνίγουνε
να σηκωθώ
ν' αρπάξω το τηλέφωνο
για βοήθεια
ν' αγγίξω
νιώθω και δεν νιώθω
πόσα ανερμάτιστα βράδια
νοσταλγία
και κούφια λαχτάρα
πιάνομαι
μέσα στη παγίδα'
που στήνω ο ίδιος
ξυπνώντας χωρίς να ξέρω
για λίγο
αν γύρισα
και πού
γραμμή στη βρύση
να σουλουπώσω
αυτό το χλιαρό πράμα
για μία ακόμα
αναίτια προσπάθεια
να σταθώ
εγώ
κι όχι
σαν να 'μαι εγω
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου