Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Απρίλιος, 2019
Η καρδιά μου είναι ελαφριά σαν τα δύο σπουργιτάκια που ερωτοτροπούν στην αυλή σου Η καρδιά μου φτερουγίζει και φοβάμαι μήπως σηκωθεί ψηλά πολύ και πετάξει κατά τη θάλασσα

Αλληλούια

Βαρέθηκα ν ακούω ευχές γι' αγάπη για φως για ελπίδα ο θεός είναι αγάπη ο θεός είναι ελπίδα και καλά ο θεός τη δουλειά του κάνει κατά πώς πρέπει εσύ πάλι πώς και γιατί με ποιο δικαίωμα στο όνομα ποιας αγάπης εσύ ο μεγαλύτερος ολετήρας όλων τέρμα οι ευχές την ίδια στιγμή θα ξαναπιάσουμε το παλιό γνωστό γαϊτανάκι οφθαλμόν αντί οφθαλμού για την πατρίδα για την πίστη κι όλα τα σχετικά τεκμήρια  ανθρώπινου πολιτισμού μόνο η απώλεια ίσως φέρνει πιο κοντά στο μυστήριο της αγάπης προχθές δακρύζοντας κρυφά' για όσους χωρίς τέλος σύρουν με αίμα το σταυρό σήμερα  με ευωχίες κι άσματα μωραίνοντας εαυτούς και αλλήλους

αληθώς

Το βαρύ ακίνητο απόγευμα ήδη οι καμπάνες ηχούσαν μακρυσμένες οι ήχοι δεν έφταναν όλοι ταξιδεύουν και δεν φτάνει κανείς ο προορισμός δεν αρκεί οι ετοιμασίες μόνο για τον τύπο ποιος ακούει πια τον Ευαγγελιστή "αληθώς, δίκαιος ούτος ήν" και δεν μάθαμε απολύτως τίποτα ούτε ποτέ θα καταλάβουμε κι εγώ μαζί που καμώνομαι τον τιμητή με κούρασε ο πολύς θόρυβος τα βήματα λόγια λόγια λες και τα λόγια έσωσαν ποτέ κανέναν ευχές συγγενείς μια αδηφάγα σύναξη κενών λαλούντων σαν δοχεία [που τα χτυπάς και θορυβούν κι ούτε μια στάλα νερό δεν κουβαλούν το φιλί, η αγκαλιά το βαθύ το ανιδιοτελές το άνευ όρων η μόνη δυνατότητα έστω και με την προσμονή η μόνη πιθανή δίοδος προς τη σωτηρία

Κορμί

έλα κύλησε πάνω μου μέτρησέ με στα δάχτυλα περίβαλλέ με στους ιστούς σου γίνε το ένα μου το χώμα που μέσα του απλώνω ρίζες καλά και στέρεα να κατοικώ μέσα σου κι έτσι ν' ανεβαίνω στα πιο ψηλά μπαλκόνια να χαίρουμαι το φως γιατί με δέχεσαι γιατί με φοράς σφιχτά έλα και κλείσε καλά όλα τα παράθυρα ούτε μια χαραμάδα μη χαθεί ούτε ένα λεπτό που δεν θα χρειάζεται κανένα άλλο οπτικό πεδίο παρά απ' το κορμί στο κορμί

Ήσαν

ανθρώπινα τοπία σαν ορμητικοί καταρράκτες προνεκρικές  μάσκες πριν το οριστικό σχήμα τους να πάμε να ταξιδέψουμε ξοδεύοντας αλόγιστα χρόνο κι αντοχή έξω να μείνουμε απ' αυτόν τον ορυμαγδό απειλητικά σίγουροι όλοι πώς μπορεί να έχω κάνει τόσο λάθος πάμε πάλι να μετρήσουμε α, δεν βγαίνουν και πάλι δεν βγαίνουν λάθη λάθη ας πάμε λέω λίγο παρά κει δυο βήματα μόνο άλλοι πήγανε τόσο μακριά και δεν μπορούμε ούτε μέχρι την αυλόπορτα ο χρόνος με σχίζει με διασχίζει απλώς παρακολουθώ εμβρόντητος στο τότε στο τώρα καμία διαφοποίηση άγνωστη η κανονικότητα μόνο ένας κατοπτρισμός σαν ένα ευπρόσδεκτο κενό που σε τραβάει κι από πείσμα αντιστέκεσαι ας πάμε δυο βήματα μέχρι την πλατεία που τώρα πια δεν γνωρίζεται ωστόσο δεν θα κοιτάμε μόνο θα βλέπουμε πίσω απ' το πλάνο κι ίσως δούμε κάπου κάποια μακρινά παιδιά που ήσαν κάποτε

Αρκεί

δεν ήταν εύκολα ποτέ δεν ήταν το μόνο που ζήτησα ήταν μια καθαρή μέρα ένα ξημέρωμα διάφανο να βλέπεις ως πέρα στα νησιά έτσι που να λες μια δρασκελιά τόπος είναι πώς χωράνε τόσες ψυχές ίσως είναι από τα βάθη της θάλασσας ίσως και πιο κοντά απ' το μπαλκόνι μου μέχρι τον κήπο σου θα μπορούσα να περάσω έτσι όλο τον υπόλοιπο καιρό ταξιδεύεις, φεύγεις ωραία και καλά όλα τούτα αν καταλήγουν σε μιαν αυλή με δέντρα θα περνάω τον καιρό ξεκουράζοντας τα μάτια μου σε σένα δεν θα χρειάζεται να βλέπω πιο πέρα ως εκεί εξάλλου, δεν ήμουνα ποτέ για τα μεγάλα πράγματα ήθελα πάντοτε το λίγο το στριμωγμένο το περιορισμένο μέσα στα όρια των χεριών μια αγκαλιά τόπος είναι αρκετός

Παρών

βαρέθηκα να διαβάζω πώς πρέπει και τι πού και πότε θα βγω και πάλι αδιάβαστος κι αν κάνω κανένα λάθος ας κριθώ όταν κριθώ ακριβή μου αρκετά πια με τη σπατάλη των ζωών των δικών μας και των άλλων πρωτίστως των δικών μας πότε θα με κεράσεις ξανά ένα ποτό στο σπίτι κι ας έρχομαι και φεύγω δεν με νοιάζει υπάρχω για να είμαι εκεί αλλιώς κατεβάζω τα ρολά κι εκτυπώνω το αυριανό μου φύλλο σαν να είμαι παρών

σαν μια φορά

ένα βαρύ σκοτεινό πέπλο ο ουρανός αν ξαστερώσει τα μάτια σου θα λάμπουν παιχνιδιάρικα κι ένα υγρό χαμόγελο στην άκρη των χειλιών να σηκωθείς ξανά σκόνη να σηκώνεται όταν  περνάς κι ένας άνεμος απ' τ' άρωμά σου ν' αναδεύει το σκοτάδι τα σεντόνια μου είναι ξερά σαν ξύλα και δίχως αναγνώριση μια ζώνη ουδέτερη που περιμένει να γίνει άνω κάτω λες και τα πράματα θυμούνται και θέλουν πάλι να γίνουν στο φυσικό τσαλακωμένο τους σχήμα πόδια χέρια ανάκατα μαλλιά ατίθασα ίσως πια όχι σαν τα νιάτα τ' αλλοτινά αλλά με το δικό τους σχήμα και τον τρόπο σαν το γλυκό φιλί ωραία  σαν μια φορά

People

people slip away fall apart dim like butterflies in the sunset ακολουθούσα νοερά τα βήματά μου κάτω στο ποτάμι κι έτρεχα στη λεωφόρο τυφλά σώματα σε παράλληλη διάταξη συσσωρευτές πόνου χορεύοντας το χορό της επιστροφής στο σπίτι στο δωμάτιο στην υπόγεια διάβαση κάπου να βγάζει σε ένα φως μη λέτε καλημέρα αν δεν το εννοείτε ας καταλάβετε πια οι λέξεις δεν χρωστούν σε κανένα νόημα εμείς υπνοβάτες τις μηρυκάζουμε χωρίς λέξεις αδυνατούμε διαχωριζόμαστε people constantly fade away disolve in shallow water march holding candles exchange sacred kisses pursue eternity into holly bodies

μνημη

μερικές φορές ακόμα βρίσκω τον εαυτό μου τον παλιό τον τωρινό αυτόν που δεν γνωρίζω ακόμα στο πίσω κάθισμα κόκκινο πλαστικό βινύλιο με τα χέρια στην πλάτη του μπροστινού καθίσματος στην πλάτη του πατέρα απατηλή απόσταση η μνήμη δεν μετρά ούτε μετριέται ό,τι υπήρξε υπάρχει κι ό,τι θα ρθει είναι ήδη εδώ συγκροτώντας έναν πυρήνα που δεν ξέρω αν είμαι εγώ ή εγώ που το συγκρατώ να μη σκορπίσουν όλα ξαφνικά και χαθεί το νόημα αν δεν με συγκρατείς σωματικά αν δεν με καθαγιάζεις αν δεν με αδράχνεις πες πως απλώς περιφέρομαι διαρκώς αναζητώντας στίγμα μέσα στον χρόνο πες πως δεν κατάφερα πολλά παρά μόνο ν' αναρωτιέμαι κάθε τόσο κι έπειτα να βυθίζομαι ξανά αντιστεκόμενος μην τυχόν και όλα χαθούν με ένα λάθος delete καμιά φορά απορώ πώς φτάσαμε και μέχρι εδώ καμιά φορά νομίζω πως χάνομαι σε μία ξένη πόλη ανεβαίνω μία σιδερένια σκάλα πολλά μέτρα ψηλά κάποιος μ' ακολουθεί κι έπειτα με βήματα μεγάλα δύο δύο τα σκαλιά σχεδόν τρέχοντας κατεβ...