Άστεγοι
κρυμμένοι στα λεκτικά μας
χαρτόκουτα
βεβαρυμένοι από υποσχέσεις
και ψέμματα
ένας αλλόκοτος άνεμος
ούτε ψυχρός ούτε θερμός
η άνοιξη δεν πηγαίνει πουθενά
ας γυρίσουμε πίσω
πίσω ολοταχώς
αυτός ο δρόμος
δεν βγάζει πουθενά
θα φοβηθώ
θα φοβηθείς
κοιμάμαι πάντα
με ένα φως κάπου
και στα πιο φρικτά μου όνειρα
ξυπνώ μόνος
σε απόλυτο σκοτάδι
τίποτα δεν υπάρχει
μόνο η κομμένη αναπνοή
πάω στο μπάνιο
πιο πέρα
δεν είναι κανείς
και δεν έχω να φτάσω κάπου
ούτε διέξοδο να βρω
στα πιο φωτεινά μου όνειρα
μοιράζομαι ωραία γλυκά
με τους αγαπημένους νεκρούς
αλλά μου φαίνεται
πως μήτε γι αυτούς
έχω καμιά σημασία
έτσι που έφτασα να θεωρώ πως
απλώς περιφέρομαι 'δω μέσα
σαν ανεπίδοτο γράμμα
που πέφτει από χέρι σε χέρι
ίσαμε να ξεθωριάσει πια
και να σβηστεί
σαν βαρύ χειμερινό ηλιοβασίλεμα
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου