και κανείς σε λίγο
δεν θ' ακολουθεί
θα έχουν όλοι κουραστεί
οι αναζητήσεις πια
δεν θα είναι τόσο επίμονες
ξεχνούν πολλοί
τα παιδιά δεν θα παίζουν
ανέμελα για πολύ
ούτε κι ο ύπνος τους
θα είναι ελαφρύς
σαν νυχτολούλουδο
τα όνειρα θα γίνονται
ένα αδιαπέραστο παραπέτασμα
θα ψάχνουμε διαφυγή
από τον ίδιο μας τον ίσκιο
που δεν μπορείς
να ξεφύγεις
δεν μπόρεσα
ν ανοίξω τα μάτια μου'
στη θάλασσα
ούτε ν' ατενίσω
τη γραμμή του ορίζοντα
το επίπεδο τίποτα
αν ταξιδεύαμε μπορεί
το σκληρό αλάτι
επάνω στην κουπαστή
κι η σκουριά που τρώει τα σωθικά
έξω από την εκκλησιά
παίζανε τα μήλα
τα παιδιά
με τους λεπτούς λαιμούς
σαν μίσχους από κυκλάμινα
μέσα στο τίποτα
που ανθίζουνε
ελπιδοφόρα όταν
ήτανε άνοιξη
μια φορά
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου