Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Μάρτιος, 2020

γένος

Τα δέντρα στέκουν ορθά ακίνητα ταξιδεύουν πιο μακριά απ' τον καθένα με χέρια προτεταμένα μονίμως ανοικτές αγκαλιές για τα βιαστικά ' πετούμενα μονίμως κούφιες πληγές ή φωλιές για τα κατατρεγμένα χειμώνα κι άνοιξη ενώ θα περάσουμε βιαστικά αυτά θα στέκουν αδιάφορα κι ασφαλή βαθιά ριζωμένα στο ουδέτερο γένος των

Μην τολμήσεις

Μην τολμήσεις μην τολμήσεις να μου πεις ότι δεν γίνεται  εγώ ο ίδιος θα σηκώσω  με τα γαμημένα τα χέρια μου όλο το σύμπαν θα το κάνω να γίνει θα δεις γιατί δεν με πιστεύεις αυτή η καταμέτρηση το βάρος της όψιμης βροχής σαν λιωμένο σίδερο στο στόμα στόματα ανοιχτά για αέρα για ζωή χείλη ξεραμένα δεν θέλω να ξέρω γι αυτό' μην τυχόν και τολμήσεις θα είμαι εδώ και θα καταγράφω κάθε ένα μικρό σου βήμα προς την άρνηση θα είμαι δίπλα, πίσω παραπέρα σε μια απόσταση ασφαλείας όλα τα μελλούμενα θα καταλαγιάσουνε' σε μια ακτίνα βλέμματος αθίγγανοι έρωτες ωχροί πλανήτες κρύα ύλη του ενδιάμεσου σιωπή και ψύχρα μην τολμήσεις να μ' αφήσεις μόνο εκεί έξω θα το θυμάμαι

lockdown

Κλειδώνω εδώ κάνω lockdown όλες τις σκέψεις δεν θα μου λες αν θα γελάς, αν θα πονάς αν θα πιστέψεις δεν θα μου λες αν θα γυρνάς, αν θα σκορπάς αν θα αντέξεις Απαριθμώ σ ένα countdown όσους σωπαίνουν τόσες φωνές  σαν την ηχώ να κατοικώ για όσους μένουν σαν το θεριό που μες τα χέρια μου κρατώ κι όλο μακραίνουν

Ολισθηρή

Σε μια γραμμή που δεν σταματά θα βαδίζουμε απειροελάχιστοι από παντού οι ίδιες αμφίβολες παρακάμψεις να μην γνωρίζει κανείς την πιο σίγουρη διαδρομή ήταν ένας ορίζοντας τόσο καθαρός μια κόψη επικίνδυνη πιο ολισθηρή κι από τα μάτια σου κοιτούσαν με επιφύλαξη λες κι από καιρό τώρα είχαμε μια μυστική συμφωνία ένα συμβόλαιο σιωπής θα σου έστελνα ένα σβησμένο χαμόγελο ξεθωριασμένα ηλιοτρόπια κι άγονες λέξεις και θ' απαντούσες κοιτώντας  κάπως αφηρημένα θα ήτανε σαν εκείνες τις πρώτες φορές της εύφορης αμηχανίας τώρα κάθομαι και θυμάμαι χωρίς να γυρνώ καν πίσω δεν χρειάζεται μόνο να μου φυλάξεις αυτή την ενθύμηση να μπορώ να τη γυροφέρνω στο στόμα σαν το μέλι που απαλύνει τα έλκη των αναμνήσεων

ξεμακραίνοντας

σαν φώτα που φεύγουν διασχίζοντας τις γέφυρες σε λεωφόρους με σβησμένες γραμμές σαν σήματα  που φτάνουν από μακριά αχνά μέσα σε κάποιων τα όνειρα τόσο γνώριμα και ξένα βήματα που δεν βγάζουν  παραπέρα ένας στρατός σημειωτόν σαν να ενώνεις τελείες κι ωστόσο να μην σχηματίζεται το γνώριμο πρόσωπα που αρχίζουν και διαγράφονται πίσω από ιδρωμένες τζαμαρίες οι παλάμες προσπαθώντας ν' αγγίξουνε και δεν ξέρεις αν ψιθυρίζουν ή εάν κραυγάζουν οι ψυχές που  συνωθούνται στον προθάλαμο πριν ελεύθερα πετάξουμε θα βυθιζόμαστε όλο και πιο βαθιά με απορία και απόγνωση θεέ μου' τόσο νερό κι όμως στέγνωσε η καρδιά μου να τρέχω και να μην προφταίνω να θυμάμαι και να ξεχνώ μήτε θυμός μήτε απαντοχή μήτε αλάτι  μόνο σε σύρματα κρεμασμένα τα μαλλιά σου και χείλη ξερά  άγγελοι σε βραδινή σκοπιά πέσανε πρόωρα τα φύλλα κι ο άνεμος τα σάρωσε όλα με μια ξερή συμπόνοια χωρίς δάκρυ στέγνωσα στο μεταί...

γραμμές

ο δρόμος δεν είναι αρκετά μακρύς ο προορισμός πεπερασμένος κι αν ταξιδέψουμε δεν θα 'χουμε πάει βήμα παραπέρα κι όμως μετράμε πια μέρα τη μέρα όσο κι αν αποφεύγουμε  πίσω να κοιτάξουμε όταν παιδιά ευχάριστα ο δρόμος ξεμάκραινε αφήνοντας πίσω τις λευκές γραμμές πού να το ξέραμε πως εκείνες οι μέρες τις λες ανέμελες θα έρχονταν πάλι στη στροφή του δρόμου να σε βρούνε ξανά μόνο που τώρα είσαι εσύ αυτός που τρέχει να προφτάσει δεν ξεμακραίνουν οι γραμμές εσύ ξεμακραίνεις κι αυτό που κυνηγάς όλο και πιο άπιαστο όλο  και πιο ασαφές δεν μας τα 'πανε καλά οι παλιοί γνώστες ή μήπως τάχα εμείς νομίζαμε πως ξέρανε κανείς δεν γνώριζε κανείς ήτανε όλα απ' την αρχή ένας γρίφος και μήτε ανάπαυση μηδέ γνώση μόνο μια ευθύνη που κουβαλά αδυσώπητα το κάθε αμφίβολο εγώ

φάσματα

να φοράς στον λαιμό σου αυτές τις περιδέραιες πληγές να σκύβω και να τις φιλώ πονώντας μαζί και χαίροντας κι αν ανακαλύψεις μέσα στο στόμα μου ένα χάσμα σύντομα θα το σκεπάσω με στέρεες ελπίδες κι άλυτα όνειρα να φοράς και να έρχεσαι ορμητικό μου ρεύμα μόνο έτσι μπορεί να με συνεπάρεις να μην δειλιάσω και να πηδήσω μέσα σε αυτό το πέρασμα να βρεθώ μετά στο στασίδι με τα μάτια κλειστά και τις σκέψεις αναπαυμένες να με συνεπάρεις για να βλέπω από ψηλά κι άλλο πιο ψηλά μέχρι τον ίλιγγο της αυταπάτης μην με παρεξηγήσεις αν αποκάμω κι αποκοιμηθώ πέφτω συχνά και σκοντάφτω κατά τα μεσάνυχτα' πίνοντας νερό με τις χούφτες ατενίζοντας τη σιωπηλή θάλασσα μακριά μνήμη μου είναι η αίσθηση [που ξυπνά' όταν μακριά μέσα σε φάσματα θολά σαν σκόνη διαλύομαι

Μην

με το στόμα στεγνό κρακ κρακ σπάνε τα κλαράκια μάτια που βουλιάζουνε στο κλάμα βυζαίνοντας το ξινισμένο γάλα στο κλείστρο οι ζωές κλείνονται κλακ κλακ έλα μωρό μου θα βάλω τα παράσιτα ένα ουίσκι με λίγο πάγο λίγο γιατί κι αυτός  όταν σπάει κι διαλύεται κάνει αυτό το ανατριχιαστικό κρακ κρακ πω πω κοίτα πώς ζούνε αυτοί οι άνθρωποι μέσ στα σκατά μα κερδίσανε το όσκαρ ναι μωρέ το ξέρω άσε εγώ νύσταξα λέω να πέσω όσο πιο βαθιά μπορώ πιο βαθιά κι απ' αυτόν τον οχετό non fiction και  να θυμάσαι τότε στη νεκρή ζώνη τις φωτογραφίες στο Ledra Palace με αυτό το πολυκαιρισμένο το γρέζι του χρόνου σαν βουβό παράπονο σαν την πνιχτή κραυγή όσων δεν ελπίζουν πια ωραία ταινία, μια φορά μην ξεχάσω αύριο μην ξεχάσω μην