
Βλέπεις, ήταν αλλοδαπός, μετανάστης, ένας φτωχοδιάβολος που πίστεψε σε μια κάπως πιο αξιοβίωτη ζωή. Άφησε τρία παιδιά πίσω. Ίσως να μην είχε τίποτα άλλο να τους καταλίπει παρά το άψυχο κουφάρι του. Τον βλέπω, μελαμψό και άθλιο, έτσι που τον κατεβάζουν από την πρόχειρη αγχόνη του, με το σώμα αφύσικα τεντωμένο στην αγωνία της βίαιης μετάβασης στο επέκεινα. Να με συγχωρέσουν όσοι πιστεύουν σε Θεό, αλλά αυτή η κατάβαση από την αγχόνη στο χώμα μου θύμισε κάτι από την αποκαθήλωση.
Άλλη μια πράξη αυτοχειριασμού, που δεν θα απασχολήσει όμως κανέναν. Δεν ήταν μια θεαματική "δήλωση". Ήταν σκέτη απόγνωση. Ήταν κρυμμένη, σιωπηλή κραυγή. Σχεδόν αυτόματη η αντίδραση "ά, ήταν αλλοδαπός". Σχεδόν έκφραση ανακούφισης που δεν ήταν ένας από εμάς. Ακόμα και ο θάνατός του λογίζεται δεύτερης και τρίτης κατηγορίας. "Α, ήταν ξένος"...
Νομίζω ότι ο Καστοριάδης όταν κατέγραφε δύο βασικές σχέσεις εξουσίας, τους "διευθύνοντες" και τους "εκτελεστές" (Καστοριάδης Κ. 2000, Το επαναστατικό πρόβλημα σήμερα, Ύψιλον) δεν διέβλεψε και μια τρίτη κατηγορία: τους "εκτελεσθέντες". Εκτελεσθέντες μιας απάνθρωπης ανθρωποφάγας κοινωνίας που συνθλίβει, εκτοπίζει, περιθωριοποιεί και τελικά εκμηδενίζει τους αποσυνάγωγους και αποδιοπομπαίους της, ήτοι τα εύκολα κάθε φορά θύματα. Οργή και αγανάκτηση δεν είδα γι' αυτή τη μισερή κοινωνία. Γιατί, αυτήν ακριβώς αναπαράγουμε, συντηρούμε και επιβραβεύουμε. Αν όχι, επιθυμούμε και επιλέγουμε.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου