Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Depot

Έμεινα σαν αδειανό βαγόνι που με παράτησαν  με ξεχαρβαλωμένους μεντεσέδες χορταριασμένο κουφάρι μ ετοιμόροπη οροφή και σάπιο πλαίσιο έφυγαν και μ' άφησαν να χάσκω στο χάος κάπου στο βάθος βάζοντας αλυσίδες στις πόρτες αλλά και πάλι αφήνοντας μια χαραμάδα αρκετή για να περνάνε μέσα λάθρα χασομέρηδες και τυχάρπαστοι με σκυλεύουν έτσι κάπου μισό αιώνα και πέρα πόση φθορά αντέχει η αθανασία πόσο άχθος η λησμονιά πόση ερημιά η περιφορά στον κόσμο
Πρόσφατες αναρτήσεις

ειμαι

είμαι μ' αυτούς που το μπαλκόνι τους βλέπει στον ακάλυπτο με τους χλιαρούς μπανάλ και γλυκανάλ στίχους μ' αυτούς που δεν τα καταφέρνουν και τόσο καλά με όσους ξεχνιούνται και δεν ξεχνούν με τα υπολείμματα  των γιορτινών συνάξεων και το χλιαρό φως του αποκαλόκαιρου με όλα όσα εγκλωβίζονται σ 'ενα μεσαίο φάσμα κι ούτε θα ψηλώσουν ποτέ\ ούτε και θα χαθούν στα χαμηλά μόνο θα περιφέρονται εκεί στη χώρα του ενδιάμεσου με δίχως λόγια δίχως θάματα δίχως άξια λόγου τ' αγαπώ αυτά τα διαπιστευτήρια του ολίγου που η μετριότης των γεμίζει κενά αιώνων σαν τη λάσπη που συγκρατεί τους προπετείς ογκόλιθους και λίγο αν λείψει απ' τους αρμούς σωριάζονται όμορφα όλα του κόσμου τα σπουδαία  

ένοικοι

 Τα σπίτια που  απομένουν άδεια σηκώνοντας το αφόρητο βάρος της αιωρούμενης μνήμης συσσωρεύοντας σκόνη και σιωπή με τα βλέφαρα μοισάνοιχτα στο απογευματινό καύμα ενηλικιώνοντας ό,τι έμεινε ξεχασμένο από τους ένοικους διασκορπισμένα παραμιλητά σελίδες από βιβλία που ξαναδιαβάστηκαν πεταμένα φωνήεντα στοιβαγμένα σε σακούλες ανακύκλωσης διότι σε τελική ανάλυση όλα βαίνουν προς τα κει μην αφήνετε κενά τα σπίτια αναπαράγουν στο κενό τους τις αντηχήσεις των βημάτων και τα λεπτά που κύλησαν τα χρόνια που γλίστρησαν τις αγωνίες που πέρασαν μέχρι να έρθει το ξημέρωμα και να νικήσεις άλλη μια μέρα αυτή τη ροπή προς τη μετοίκηση

κανεις

καλησπερίζω  τα μεταίχμια μάτια σου  χορηγός της κάθε ήττας μου που με συνέπεια απεργάζομαι κουράστηκα να μην ξέρω κουράστηκα ν' ακολουθώ - ποιον; τι; -  οι μέρες ατελείωτες σχηματισμοί ενδημικών αντιφάσεων πάνω στο άγρυπνο σώμα των πόλεων φεύγω μια φορά φτάνω στην άκρη του βράχου απ΄την πίσω πλευρά\ ένα σκατομπιτσόμπαρο στενάζει μαζί με πλήθη νόμιμα αγνοούμενων ζώντας σ' έναν υβριδικό όρμο ο βραδυνός ουρανός εφορμούσε εκμηδενίζοντας κάθε μου υπόσταση κι έτσι, να δεις, που θα είναι το σωστό πού βρέθηκα εγώ  ένα λιπαρός λεκές μια κακοφωνία στο χαίνον χάος έλεγα θα περιμένω να ξημερώσει αλλά βυθίστηκα στη δίνη του χρόνου της επιβραδυνόμενης ανάσας σου τελικά δίκιο είχες αφήσου αφήσου στο τέλος εκεί που πρέπει θα καταλήξεις

Χάος

έτυχε να 'ναι  στενόχωροι καιροί έτυχες κι εσύ να περισσεύειες μέσα στο λίγο που ελπίζει με καλωσήρθες και φανφάρες δεν φεύγει μπλιο η ζωή μπροστά στέκομαι και κοιτώ στα μάτια και δεν γυρίζει τίποτα σε μένα ούτε μια τόση δα εντύπωση στενεύουνε τα όρια το μέσα και το έξω αποζητούν  δικαίωση έναν καινούριο μύθο έτσι ανακάλυψα στα ξαφνικά ότι δεν έχω πια ιστορία κι όλο χαρά μου φανερώνεται αυτό το χάος που μου φωνάζει χαίρε

το είναι και το έχειν

άγρυπνος μεταπράτης και μεσάζοντας συνεπής ανελιπώς και ακαταπαύστως αποδομούμενος και αυτοακυρούμενος ολοένα, ωστόσο, εμφιλοχωρεί όλο και περισσότερο η αμφιβολία ο δισταγμός η υστέρηση του χρόνου και του είναι και λες τότε ρε στάσου να δούμε αν έχει παρακάτω και συνήθως έχει συνήθως λέω γιατί καμιά φορά το παρακάτω είναι γιατί πάντα είναι- πώς να το κάνουμε-  χωρίς να σ' έχει

Η

κάτι αόριστοι και  υπερσυντέλικοι που με βασανίζουν επιλέγω τελικά να κάνω την ανάγκη φιλοτιμία στο εξής θα ξεχνάω που και που θα παραλείπω καμια έγκλιση θα βάζω εισαγωγικά στην ίδια μου την πρόθεση και με χωρίς στίξη θα ξεδιπλώνω παραγράφους με αδιανόητα νοήματα ούτως ή άλλως ούτε είχε ούτε έχει μηδέ θα έχει ποτέ, νυν και αεί μάρτυρας εγώ σιωπηλός του κατακερματισμού σε ειδυλιακούς κήπους στο περιθώριο κρεματορίων παράλογα κοσμημένους με εφησυχασμούς και μετωνυμίες Κύριε ελέησον απονενόησα κι ησύχασα