Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από Νοέμβριος, 2014

Ξέρω

Ξέρω δεν είναι αρκετό ξέρω περισσότερο θα θέλω και θα ζητώ ξέρω είναι δύσκολα κάποιες φορές ώρες ερμητικά κλειστές ξέρω η στιγμή μοναδική δική σου δική μου όταν σε αναζητώ κάτω απ' το κέλυφος των ημερών στις βροχερές νύχτες που δύσκολα περνάνε στη μελέτη στις σημειώσεις μου στο κρύο σπίτι ξέρω αύριο θα έρθω στην πόρτα θα σταθώ μέσα θα μπω γλυκά κι ορμητικά σαν την αγάπη με μάτια γελαστά με χείλη διψασμένα με χέρια ανοιχτά περιγράφοντας με λόγια ισχνά όσα με το σώμα θα ήθελα να πω δυνατά

Κίτρινο

Κίτρινο σε βλέπω χαμογελάς έρχεσαι με φούρια στη στροφή γκαζωμένο στην ευθεία ελίσσεσαι και μπαίνεις σφήνα στην καρδιά μου περνάς με κόκκινα ανακατεύεις τα μαλλιά μου πάμε μαζί αέρα αφήνουμε τους άλλους πίσω μαζί σου δε με νοιάζει δε βιάζομαι μόνο θα 'θελα λίγο ακόμα, λίγο απλά, να σε κρατήσω να μακραίνει κι άλλο ο δρόμος πίσω να μη γυρίσουμε νωρίς να δούμε πάλι την ανατολή θαμπώνοντας τα τζάμια με τις ανάσες μας πόσο μου ταιριάζεις σαν να ήσουν πάντοτε δικό μου κι όμως δεν το ξερε κανείς από τους δυο μας

Φυλής 188

Φυλής 188 έλα θα είμαι εκεί τώρα βραδιάζει από νωρίς ανεβαίνω τις σκάλες στην είσοδο μια ξανθιά με δυο παιδάκια μετά κι εκείνη η μαυρούλα που όλο μιλάει στο κινητό θα πάρουμε κρασί κόκκινο απ' το φίλο μου το "Σαμίρ" θα σκεπαστούμε στον καναπέ θα γίνουμε ένα θα ζεσταθεί το διαράκι με τις ανάσες μας είναι κι αυτή η υγρασία στα χείλη στα σώματα φύλαξέ μου τη μυρωδιά απ' τα μαλλιά σου κι εγώ θα σε βλέπω κάθε πρωί σ' εκείνη την αφίσα, ξέρεις, πόσο μου μοιάζεις καρδιά μου πόσο μέσα μου κατοικείς εδώ στον πρώτο όροφο πρώτο διαμέρισμα πρώτη φορά

Δεν είμαι

Δεν είμαι εγώ του κόσμου αυτού σου το χα πει αλλά και το ξερες καιρό πριν από μένα είμαι εγώ το βουητό  και ο αντίλαλος της μηχανής  που μες τη νύχτα απομακρύνεται το τελευταίο ακρωτήρι που περνούν τα βραδινά και αργοκίνητα καράβια με τα καμένα και παράταιρα λαμπιόνια το τέλος της γιορτής κι οι  εραστές οι σοφοί - τρελοί  και υπνοβάτες οι σιωπηλοί του τρένου επιβάτες είμαι οι λίγοι αλλά και οι πολλοί όσοι δεν έχουνε ταυτότητα και ίσκιο κι όσοι κουράστηκαν και ξέμειναν στο δρόμο οι νέοι κι οι μεγαλύτεροι μαζί οι προδομένοι που διψάνε για ζωή όσοι θυμούνται και ξεχνούν την ίδια ώρα οι ένοικοι και οι περαστικοί οι μόνιμοι θαμώνες κι οι τυχάρπαστοι το τελευταίο ποτό χωρίς τσιγάρο τα μάτια σου στο ημίφως των κεριών το χέρι σου στο στήθος που ακουμπάει τα πόδια σου - κλαδιά γύρω από μένα τα χείλη σου τα στήθη τα ιδρωμένα τότε μπορώ να πω με σιγουριά: αυτός εδώ είναι ο κόσμος ο δικός μου κι εγώ είμαι αυτός που πυρπολεί κάθε βραδιά

Κοπάνα

Κοπάνα ήλιος ζεστός ζητάς μια ευκαιρία να γελάσεις να πετάξεις να ουρλιάξεις, όλα, μια αγκαλιά μια σκέψη γίνε μαζί μου αυτό που πάντοτε ζητούσες  και πονούσες που δεν είχες, είδες, όλα γυρνούν τελικά κι αυτά που έχασες  και ξέχασες  κι ανέβαλες σε βρίσκουνε στο δρόμο απ την αρχή ξανά όσα για σένανε περίμεναν αλλάζουνε στενάζουνε, κι εσύ,  ξυπνάς απλά είσαι αλλού εκεί που πάντοτε  περίμενες και πίστευες, τώρα, πάμε μαζί  λοιπόν μία κοπάνα  είν' η ζωή, σε περιμένω, είμαι από πάντοτε εδώ παραφυλάω μες τη νύχτα τη στιγμή και τον καιρό

Να μένεις

Να μένεις να υπομένεις να κλείνεις τα μάτια να είσαι εκεί δίπλα στην πόρτα στο μπάνιο με το κραγιόν σου τα μάτια σου να με κοιτούν μέσα απ' τον καθρέφτη καθώς εγώ με τρόπο περνώντας θα έχω μόνη μου έγνοια να φυλάξω  αυτή τη ματιά κάτω απ' το στρώμα μου μέσα στον ύπνο μου την ανάσα σου να προσέχω τον κάθε χτύπο σου να μετρώ σαν κάτι δικό μου και να γυρνώ πλευρό σιγά  της μέρας το αβέβαιο θάμβος καθώς θα μπαίνει απ' τις  γρίλιες άλλη μια μέρα που θα έρθει και θα ζητά επίμονα να μένεις

με νοιάζει

Εμένανε με νοιάζει ναι,  με νοιάζει να κουβεντιάζουμε σιγά το βράδυ πριν να σβήσουμε το φως πριν κατέβω  στο μικρό μου ορυχείο απ΄ όπου συγκεντρώνω  - όταν όλοι δε με βλέπουν πια -  τα ορυκτά όνειρα που σου στέλνω ανοίγοντας διόδους κάτω απ' τα ξένα βλέμματα φτάνοντας μέχρι τον τοίχο σου και εισχωρώντας σαν την υγρή νύχτα στο βαθύτερο ύπνο σου θα είμαι κει, ψυχή μου, γιατί με νοιάζει